Ο καθηγητής Οικονομικών και εκτελεστικό μέλος του London Business School, Avinash Persaud υποστηρίζει ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν είναι ούτε αναπόφευκτη, ούτε επιθυμητή. Παράλληλα εκτιμά ότι η καλύτερη λύση είναι η επιθετική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, εντός της Ευρωζώνης και όχι η έξοδος. Ο κ. Persaud είναι επίσης πρόεδρος του Elara Capital PLC και board director της RBC Latin America & the Caribbean.
“Μία ματιά στα πρωτοσέλιδα και είναι πολύ εύκολο να σκεφτεί κανείς πως η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ είναι πλέον τυπικό ζήτημα. Μας λένε ότι γίνονται σχέδια από ανεύθυνους πολιτικούς και επιχειρηματίες. Τα hedge funds έχουν κάνει τα πονταρίσματά τους. Οι εκτιμήσεις πλέον αφορούν το κατά πόσο η έξοδος της Ελλάδας θα σηματοδοτήσει το τέλος του ευρώ. Αυτό έχει οδηγήσει τις αυτοεκπληρούμενες προφητείες σε άλλο επίπεδο.
Η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη αποτελεί μία πιθανότητα, όμως απέχει πολύ από το να είναι αναπόφευκτη. Ενδεχόμενη έξοδος από το ευρώ θα επιδείνωνε τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και η Ευρώπη, συνεπώς αν αυτοί που θα λάβουν την απόφαση δεν προσβάλλονται από την έκρηξη του εθνικισμού, θα επιλέξουν να μην το κάνουν.
Η επιθετική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους εντός της Ευρωζώνης, και όχι η έξοδος, είναι η καλύτερη λύση. Ένα μονοπάτι που είναι πιο πιθανό τώρα που η λιτότητα στην Ελλάδα οδηγεί σε πρωτογενές πλεόνασμα.
Έξω από την Ελλάδα, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η ρίζα του προβλήματος είναι πως οι Έλληνες έχουν υψηλούς μισθούς, χαμηλή φορολογία και υπερβολικά κρατικά επιδόματα. Οι ξένοι πάντα θα έχουν να πουν για κάτι, όμως ακόμη και αν ήταν σωστές αυτές οι απόψεις, τα εν λόγω προβλήματα – κόστους εργασίας, δημοσιονομικής νομιμότητας και οικονομικής υπευθυνότητας – δεν θα μπορούσαν να λυθούν με την εκ νέου υιοθέτηση και υποτίμηση εθνικού νομίσματος”.
Οι συνέπειες της υποτίμησης του νέου νομίσματος
“Οι υποτιμήσεις νομισμάτων εξυπηρετούν στο να διατηρηθούν , μέσω της μείωσης των μισθών και των καταθέσεων στο εσωτερικό της χώρας έναντι εκείνων στο εξωτερικό. Λίγο πριν μπει στο ευρώ, η Ελλάδα προχώρησε στην υποτίμηση της δραχμής έναντι του γερμανικού μάρκου κατά 14%, στην τελευταία από μία σειρά υποτιμήσεων, ωστόσο και αυτή η ώθηση της ανταγωνιστικότητας, όπως και οι προηγούμενες δεν είχαν διάρκεια.
Αναμφισβήτητα, ο τρόπος για να αντιμετωπιστούν τέτοια θεμελιώδη ζητήματα είναι η σύνδεση της μακροοικονομίας με μία “άγκυρα” αξιών και η εστίαση στην επιλογή των εργατικών και φορολογικών μεταρρυθμίσεων, τις οποίες, όπως συχνά λέγεται, διαχειρίστηκε επιτυχώς ο Γερμανός καγκελάριος Schroder πριν μία δεκαετία, συμβάλλοντας στο να δικαιολογείται σήμερα η ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας.
Χωρίς αμφιβολία, η εκ νέου υιοθέτηση και υποτίμηση της δραχμής θα οδηγούσε το χρέος της Ελλάδας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, που ήδη βρίσκεται στο 160%, σε διπλασιασμό και ίσως τριπλασιασμό, καθώς τα 356 δισ. ευρώ χρέους πρέπει να αποπληρωθούν σε ευρώ.
Οποιαδήποτε υποτίμηση θα πρέπει να συνοδευτεί από στάση πληρωμών. Πρόκειται για μία απέλπιδα και άχρηστη στρατηγική την οποία προτείνουν όσοι χαίρονται με τις δυσκολίες της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα δείχνει χρεοκοπημένη. Ρίχνοντας ρευστότητα στη χώρα δεν θα βοηθήσει. Επομένως η Ελλάδα θα πρέπει να αναδιαρθρώσει το χρέος της. Το να φεύγει η πίεση από τη μεταρρύθμιση της παραγωγικότητας, της φορολογίας και των κρατικών επιδομάτων μέσω της υποτίμησης δεν θα είναι ούτε επαρκές ούτε απαραίτητο.
Ούτε όμως η πλήρης στάση πληρωμών είναι πανάκεια. Είναι αλήθεια ότι το καλύτερο επιχείρημα για την εκ νέου υιοθέτηση της δραχμής δεν είναι η τόνωση των ελληνικών εξαγωγών μέσω ναυλώσεων - οι οποίες έτσι και αλλιώς τιμολογούνται σε δολάρια – όμως η στάση πληρωμών θα επέφερε ισχυρό πλήγμα στις ελληνικές τράπεζες και τους καταθέτες. Μία πλήρης πτώχευση θα τους εξαφάνιζε.
Η μετατροπή των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού σε δραχμές, όπως η μετατροπή των καταθέσεων σε πέσος το 2000 στην Αργεντινή, ίσως... κρατήσει στη ζωή καταθέτες και τράπεζες, οι οποίοι ωστόσο θα είναι πιο φτωχοί και πιο οργισμένοι. Όμως η αναδιάρθρωση χρέους... βγαίνει σε πολλές γεύσεις και μπορεί επίσης να συντηρήσει την ελπίδα της τελικής αποπληρωμής, αποτρέποντας τη χρεοκοπία. Τα ελληνικά assets μπορεί να έχουν υπερεκτιμηθεί την τελευταία δεκαετία, ωστόσο κάτι αξίζουν”.
Η επιθετική αναδιάρθρωση
“Ένα παράδειγμα επιθετικής αναδιάρθρωσης είναι η Ελλάδα να ανακοινώσει ότι ανταλλάσσει όλο το υφιστάμενο χρέος με ένα 20ετές ομόλογο σε ευρώ που θα πληρώνει τόκο 0,5%. Αυτό θα μετέφερε την αξία της απομείωσης του ελληνικού χρέους προς όφελος της Ελλάδας και όχι προς όφελος όσων ποντάρουν εναντίον της. Με αυτή την κίνηση η χώρα θα απομάκρυνε την απαίτηση για μία λιτότητα... αυτοκαταστροφικής έκτασης.
Όμως πάνω απ΄ όλα, επιτυγχάνοντας μία δημοσιονομικά βιώσιμη θέση χωρίς την ανάγκη υποτίμησης, στάσης πληρωμών ή εξόδου, θα επέτρεπε σε όλους (Ευρωζώνη, Ε.Ε.) να προχωρήσουν. Θα περιόριζε την αβεβαιότητα και παραλύει την παγκόσμια οικονομία. Παρά την πρόσφατη, αδικαιολόγητη υποβάθμιση από οίκους αξιολόγησης σε Α+, η Ιαπωνία αντέχει να εξυπηρετεί χρέος που ως ποσοστό του ΑΕΠ ανέρχεται στο 220%, λόγω του σχεδόν μηδενικού κόστους δανεισμού.
Τελικά, μία συνολική αναδιάρθρωση χρέους θα τονώσει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης, ωστόσο στην αρχή θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις απομειώσεις. Η πραγματικότητα είναι ότι η πλήρης αποπληρωμή δεν είναι εφικτή. Τα προσιτά επιτόκια και η απομάκρυνση του κινδύνου επιμήκυνσης του χρέους θα σήμαινε ότι οι απομειώσεις θα είναι περιορισμένες, ίσως όχι μεγαλύτερες από αυτές που “δείχνουν” οι τρέχουσες αποτιμήσεις της αγοράς. Επίσης οι μικροομολογιούχοι θα έχουν στα χέρια τους έναν διαπραγματεύσιμο τίτλο που θα είχε αξία.
Η επιθετική αναδιάρθρωση χρέους θα είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή της πειθαρχίας στην αγορά, η οποία έλαμπε δια της απουσίας της πριν την κρίση. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά και άλλοι, θα πρέπει να κινηθούν σε σφικτό πλαίσιο γιατί αλλιώς θα βρεθούν αντιμέτωπες με τεράστια επίπεδα επιτοκίων σε μελλοντικά ελλείμματα. Αυτό δεν είναι κακό για το μέλλον της Ευρωζώνης. Όμως το να εμποδίζει κανείς την εφαρμογή πρακτικών λύσεων, αυτό είναι η πολιτική απαίτηση ενός έθνους που θέλει να θριαμβεύσει επί ενός άλλου και να επιβάλει τιμωρία και ποινές.
Οι οικονομικές αποζημιώσεις των ηττημένων αποτελούν μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας των τελευταίων 2.000 ετών. Αν θέλουμε να έχει μέλλον το ευρώ, αυτά τα προϊστορικά ένστικτα θα πρέπει να περιοριστούν στα γήπεδα”.
Πηγή:www.capital.gr
“Μία ματιά στα πρωτοσέλιδα και είναι πολύ εύκολο να σκεφτεί κανείς πως η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ είναι πλέον τυπικό ζήτημα. Μας λένε ότι γίνονται σχέδια από ανεύθυνους πολιτικούς και επιχειρηματίες. Τα hedge funds έχουν κάνει τα πονταρίσματά τους. Οι εκτιμήσεις πλέον αφορούν το κατά πόσο η έξοδος της Ελλάδας θα σηματοδοτήσει το τέλος του ευρώ. Αυτό έχει οδηγήσει τις αυτοεκπληρούμενες προφητείες σε άλλο επίπεδο.
Η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη αποτελεί μία πιθανότητα, όμως απέχει πολύ από το να είναι αναπόφευκτη. Ενδεχόμενη έξοδος από το ευρώ θα επιδείνωνε τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και η Ευρώπη, συνεπώς αν αυτοί που θα λάβουν την απόφαση δεν προσβάλλονται από την έκρηξη του εθνικισμού, θα επιλέξουν να μην το κάνουν.
Η επιθετική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους εντός της Ευρωζώνης, και όχι η έξοδος, είναι η καλύτερη λύση. Ένα μονοπάτι που είναι πιο πιθανό τώρα που η λιτότητα στην Ελλάδα οδηγεί σε πρωτογενές πλεόνασμα.
Έξω από την Ελλάδα, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η ρίζα του προβλήματος είναι πως οι Έλληνες έχουν υψηλούς μισθούς, χαμηλή φορολογία και υπερβολικά κρατικά επιδόματα. Οι ξένοι πάντα θα έχουν να πουν για κάτι, όμως ακόμη και αν ήταν σωστές αυτές οι απόψεις, τα εν λόγω προβλήματα – κόστους εργασίας, δημοσιονομικής νομιμότητας και οικονομικής υπευθυνότητας – δεν θα μπορούσαν να λυθούν με την εκ νέου υιοθέτηση και υποτίμηση εθνικού νομίσματος”.
Οι συνέπειες της υποτίμησης του νέου νομίσματος
“Οι υποτιμήσεις νομισμάτων εξυπηρετούν στο να διατηρηθούν , μέσω της μείωσης των μισθών και των καταθέσεων στο εσωτερικό της χώρας έναντι εκείνων στο εξωτερικό. Λίγο πριν μπει στο ευρώ, η Ελλάδα προχώρησε στην υποτίμηση της δραχμής έναντι του γερμανικού μάρκου κατά 14%, στην τελευταία από μία σειρά υποτιμήσεων, ωστόσο και αυτή η ώθηση της ανταγωνιστικότητας, όπως και οι προηγούμενες δεν είχαν διάρκεια.
Αναμφισβήτητα, ο τρόπος για να αντιμετωπιστούν τέτοια θεμελιώδη ζητήματα είναι η σύνδεση της μακροοικονομίας με μία “άγκυρα” αξιών και η εστίαση στην επιλογή των εργατικών και φορολογικών μεταρρυθμίσεων, τις οποίες, όπως συχνά λέγεται, διαχειρίστηκε επιτυχώς ο Γερμανός καγκελάριος Schroder πριν μία δεκαετία, συμβάλλοντας στο να δικαιολογείται σήμερα η ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας.
Χωρίς αμφιβολία, η εκ νέου υιοθέτηση και υποτίμηση της δραχμής θα οδηγούσε το χρέος της Ελλάδας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, που ήδη βρίσκεται στο 160%, σε διπλασιασμό και ίσως τριπλασιασμό, καθώς τα 356 δισ. ευρώ χρέους πρέπει να αποπληρωθούν σε ευρώ.
Οποιαδήποτε υποτίμηση θα πρέπει να συνοδευτεί από στάση πληρωμών. Πρόκειται για μία απέλπιδα και άχρηστη στρατηγική την οποία προτείνουν όσοι χαίρονται με τις δυσκολίες της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα δείχνει χρεοκοπημένη. Ρίχνοντας ρευστότητα στη χώρα δεν θα βοηθήσει. Επομένως η Ελλάδα θα πρέπει να αναδιαρθρώσει το χρέος της. Το να φεύγει η πίεση από τη μεταρρύθμιση της παραγωγικότητας, της φορολογίας και των κρατικών επιδομάτων μέσω της υποτίμησης δεν θα είναι ούτε επαρκές ούτε απαραίτητο.
Ούτε όμως η πλήρης στάση πληρωμών είναι πανάκεια. Είναι αλήθεια ότι το καλύτερο επιχείρημα για την εκ νέου υιοθέτηση της δραχμής δεν είναι η τόνωση των ελληνικών εξαγωγών μέσω ναυλώσεων - οι οποίες έτσι και αλλιώς τιμολογούνται σε δολάρια – όμως η στάση πληρωμών θα επέφερε ισχυρό πλήγμα στις ελληνικές τράπεζες και τους καταθέτες. Μία πλήρης πτώχευση θα τους εξαφάνιζε.
Η μετατροπή των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού σε δραχμές, όπως η μετατροπή των καταθέσεων σε πέσος το 2000 στην Αργεντινή, ίσως... κρατήσει στη ζωή καταθέτες και τράπεζες, οι οποίοι ωστόσο θα είναι πιο φτωχοί και πιο οργισμένοι. Όμως η αναδιάρθρωση χρέους... βγαίνει σε πολλές γεύσεις και μπορεί επίσης να συντηρήσει την ελπίδα της τελικής αποπληρωμής, αποτρέποντας τη χρεοκοπία. Τα ελληνικά assets μπορεί να έχουν υπερεκτιμηθεί την τελευταία δεκαετία, ωστόσο κάτι αξίζουν”.
Η επιθετική αναδιάρθρωση
“Ένα παράδειγμα επιθετικής αναδιάρθρωσης είναι η Ελλάδα να ανακοινώσει ότι ανταλλάσσει όλο το υφιστάμενο χρέος με ένα 20ετές ομόλογο σε ευρώ που θα πληρώνει τόκο 0,5%. Αυτό θα μετέφερε την αξία της απομείωσης του ελληνικού χρέους προς όφελος της Ελλάδας και όχι προς όφελος όσων ποντάρουν εναντίον της. Με αυτή την κίνηση η χώρα θα απομάκρυνε την απαίτηση για μία λιτότητα... αυτοκαταστροφικής έκτασης.
Όμως πάνω απ΄ όλα, επιτυγχάνοντας μία δημοσιονομικά βιώσιμη θέση χωρίς την ανάγκη υποτίμησης, στάσης πληρωμών ή εξόδου, θα επέτρεπε σε όλους (Ευρωζώνη, Ε.Ε.) να προχωρήσουν. Θα περιόριζε την αβεβαιότητα και παραλύει την παγκόσμια οικονομία. Παρά την πρόσφατη, αδικαιολόγητη υποβάθμιση από οίκους αξιολόγησης σε Α+, η Ιαπωνία αντέχει να εξυπηρετεί χρέος που ως ποσοστό του ΑΕΠ ανέρχεται στο 220%, λόγω του σχεδόν μηδενικού κόστους δανεισμού.
Τελικά, μία συνολική αναδιάρθρωση χρέους θα τονώσει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης, ωστόσο στην αρχή θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις απομειώσεις. Η πραγματικότητα είναι ότι η πλήρης αποπληρωμή δεν είναι εφικτή. Τα προσιτά επιτόκια και η απομάκρυνση του κινδύνου επιμήκυνσης του χρέους θα σήμαινε ότι οι απομειώσεις θα είναι περιορισμένες, ίσως όχι μεγαλύτερες από αυτές που “δείχνουν” οι τρέχουσες αποτιμήσεις της αγοράς. Επίσης οι μικροομολογιούχοι θα έχουν στα χέρια τους έναν διαπραγματεύσιμο τίτλο που θα είχε αξία.
Η επιθετική αναδιάρθρωση χρέους θα είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή της πειθαρχίας στην αγορά, η οποία έλαμπε δια της απουσίας της πριν την κρίση. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά και άλλοι, θα πρέπει να κινηθούν σε σφικτό πλαίσιο γιατί αλλιώς θα βρεθούν αντιμέτωπες με τεράστια επίπεδα επιτοκίων σε μελλοντικά ελλείμματα. Αυτό δεν είναι κακό για το μέλλον της Ευρωζώνης. Όμως το να εμποδίζει κανείς την εφαρμογή πρακτικών λύσεων, αυτό είναι η πολιτική απαίτηση ενός έθνους που θέλει να θριαμβεύσει επί ενός άλλου και να επιβάλει τιμωρία και ποινές.
Οι οικονομικές αποζημιώσεις των ηττημένων αποτελούν μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας των τελευταίων 2.000 ετών. Αν θέλουμε να έχει μέλλον το ευρώ, αυτά τα προϊστορικά ένστικτα θα πρέπει να περιοριστούν στα γήπεδα”.
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου