Μια προσεκτική ματιά στις πολιτικές του κράτους στο χώρο του φαρμάκου θα αποκάλυπτε για άλλη μια φορά ότι ως χώρα κινούμαστε διαχρονικά χωρίς πυξίδα. Ουδέποτε χαράχτηκε μια σταθερή, βιώσιμη, μακροχρόνια πολιτική όσον αφορά τον εν λόγω χώρο. Αντίθετα, φαίνεται ότι αυτός αντιμετωπίζεται με δέος, ως ένας άλλος λαβύρινθος του Μινώταυρου, όπου αναζητείται στα τυφλά το νήμα της εξόδου, δηλαδή μια βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική. Η κοντόφθαλμη όμως οπτική, δεν επιτρέπει στο κράτος να δει τον χώρο του φαρμάκου ως πολυπαραγοντικό, αλλά το υποχρεώνει σε μια επίμονη μονομερή παρέμβαση στο σκέλος των τιμών, ενώ την ίδια στιγμή αγνοεί τις άλλες ζωτικές παραμέτρους και τις ευαίσθητες αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους, οι οποίες συνδιαμορφώνουν το τοπίο αυτό. Αναφερόμαστε τόσο στον όγκο όσο και στο μείγμα της συνταγογράφησης.
Η πρακτική, επομένως, επαναλαμβάνεται. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90, οπότε και εντοπίζεται η έναρξη των συζητήσεων περί φαρμακευτικής δαπάνης, το κράτος προχωρεί σε απανωτές επεμβάσεις στις τιμές των φαρμάκων. Ως ένας νέος Προκρούστης, κόβει ό,τι –θεωρεί πως– περισσεύει: η πρώτη μείωση των τιμών των φαρμάκων τη δεκαετία του ’90 κατά 13% οδηγεί σταδιακά και σταθερά την τιμή των τελευταίων να διαμορφώνεται σήμερα στο 40% της αρχικής τιμής. Παρόλα αυτά, η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται και η κατανάλωση των εγχωρίως παραγόμενων φαρμάκων μειώνεται.
Το μέτρο επιδεικνύει επίμονα την ανεπάρκειά του και έτσι, επεμβάσεις αυτής της λογικής πέφτουν σε έναν πίθο των Δαναΐδων, αενάως ανεπαρκείς, αφού το πρόβλημα όχι μόνο δεν αμβλύνεται, αλλά αντιθέτως γίνεται όλο και πιο έντονο. Μεσούσης της δραματικής οικονομικής κρίσης, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, με κομμένα τα φτερά από τις εν λόγω επεμβάσεις, βιώνει ένα δράμα σισύφειων διαστάσεων. Αυτό συνίσταται σε μια ακόμη «πρωτοτυπία» των ιθυνόντων στο χώρο της Υγείας: για την εξόφληση συσσωρευμένων νοσοκομειακών χρεών ύψους 4 δισ ευρώ, οι φαρμακοβιομηχανίες λαμβάνουν μόνον 200.000 ευρώ σε μετρητά, ενώ το υπόλοιπο ποσό εξοφλείται υποχρεωτικά με ομόλογα μηδενικού επιτοκίου. Πολύ σύντομα, ακολουθεί το κούρεμα των ομολόγων και πολλές από τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες περιέρχονται σε χρηματοοικονομικό αδιέξοδο.
Σε αυτό το ελληνικό δράμα έναν κύριο ρόλο κρατά ο ΕΟΠΥΥ, η υποχρηματοδότηση του οποίου καθιστά αδύνατες τις απαραίτητες εξοφλήσεις των χρεών του προς τους εμπλεκόμενους φορείς. Σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια του διοικητικού μηχανισμού, που ανέλαβε το δύσκολο ούτως ή άλλως έργο της υλοποίησης των απολύτως αναγκαίων αλλαγών στο χώρο της Υγείας, δημιουργείται ένα τοπίο όπου όλα μοιάζουν εγκλωβισμένα σε μια θανάσιμη ακινησία. Ουσιαστικά, δεν πρόκειται για ακινησία, αλλά για μια επανάληψη που οδηγεί σε μια σταθερή και σταδιακή φθορά. Το βαρύ φορτίο του κόστους της αναπτυξιακής της διάστασης, της συμμόρφωσης με το αυστηρό ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο παραγωγής και ελέγχων, της ανανέωσης της υψηλής τεχνογνωσίας της, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία το σηκώνει ασθμαίνοντας λόγω και του δραματικού περιορισμού του τραπεζικού δανεισμού. Η δυσμενέστατη οικονομική συγκυρία και η απομείωση της αξίας των ομολόγων που κατείχαν οι φαρμακευτικές εταιρείες υποχρεώνουν τις τράπεζες να ζητούν περαιτέρω εγγυήσεις και καθιστά τη δραστηριοποίηση υγιών επιχειρήσεων πρακτικά αδύνατη. Το φορτίο απειλεί πια να καταπλακώσει τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, απειλώντας να σβήσει κάθε ελπίδα ανάπτυξης, συμβολής στον ισοσκελισμό του εμπορικού ισοζυγίου μέσω των εξαγωγών και επάρκειας της χώρας σε φάρμακα.
Μέσα από μια παράδοξη αντιστροφή του σοφίσματος του Οδυσσέα και των συντρόφων του, προκειμένου να αποφύγουν το τραγούδι των Σειρήνων, το κράτος κλείνει πεισματικά τα αυτιά του στις επανειλημμένες εκκλήσεις του κλάδου για υιοθέτηση μιας σειράς μέτρων που φιλοδοξούν να διασφαλίσουν τη Δημόσια Υγεία και την λειτουργία ενός από τους πλέον υποσχόμενους θύλακες της πολυπόθητης ανάπτυξης που χρειάζεται η χώρα. Αναφερόμαστε στα θεραπευτικά πρωτόκολλα, σε πρακτικές ακριβούς καταγραφής των φαρμάκων που χορηγούνται και των αντίστοιχων δαπανών, καθώς επίσης και ενοποίησης των στοιχείων φαρμακευτικής δαπάνης που δημοσιοποιούνται, για να μην παραλείψουμε βεβαίως την εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Αντίθετα, πορεύεται σταθερά και με μια εξίσου παράδοξη άγνοια, προς τις Συμπληγάδες, που σε αυτή την περίπτωση όλα δείχνουν πως θα αποβούν μοιραίες.
Τα δεδομένα είναι διαθέσιμα στους Υπουργούς Υγείας και Ανάπτυξης, οι οποίοι καλούνται να τα αξιολογήσουν και να προχωρήσουν σε άμεσες αποφάσεις και ενέργειες για το σήμερα και για το αύριο: τόσο της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας όσο και της χώρας, αφού οι μοίρες τους είναι ταυτισμένες.
* Η κα Φαίη Κοσμοπούλου είναι Γενική Διευθύντρια της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας
Πηγή:www.capital.gr
Η πρακτική, επομένως, επαναλαμβάνεται. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90, οπότε και εντοπίζεται η έναρξη των συζητήσεων περί φαρμακευτικής δαπάνης, το κράτος προχωρεί σε απανωτές επεμβάσεις στις τιμές των φαρμάκων. Ως ένας νέος Προκρούστης, κόβει ό,τι –θεωρεί πως– περισσεύει: η πρώτη μείωση των τιμών των φαρμάκων τη δεκαετία του ’90 κατά 13% οδηγεί σταδιακά και σταθερά την τιμή των τελευταίων να διαμορφώνεται σήμερα στο 40% της αρχικής τιμής. Παρόλα αυτά, η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται και η κατανάλωση των εγχωρίως παραγόμενων φαρμάκων μειώνεται.
Το μέτρο επιδεικνύει επίμονα την ανεπάρκειά του και έτσι, επεμβάσεις αυτής της λογικής πέφτουν σε έναν πίθο των Δαναΐδων, αενάως ανεπαρκείς, αφού το πρόβλημα όχι μόνο δεν αμβλύνεται, αλλά αντιθέτως γίνεται όλο και πιο έντονο. Μεσούσης της δραματικής οικονομικής κρίσης, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, με κομμένα τα φτερά από τις εν λόγω επεμβάσεις, βιώνει ένα δράμα σισύφειων διαστάσεων. Αυτό συνίσταται σε μια ακόμη «πρωτοτυπία» των ιθυνόντων στο χώρο της Υγείας: για την εξόφληση συσσωρευμένων νοσοκομειακών χρεών ύψους 4 δισ ευρώ, οι φαρμακοβιομηχανίες λαμβάνουν μόνον 200.000 ευρώ σε μετρητά, ενώ το υπόλοιπο ποσό εξοφλείται υποχρεωτικά με ομόλογα μηδενικού επιτοκίου. Πολύ σύντομα, ακολουθεί το κούρεμα των ομολόγων και πολλές από τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες περιέρχονται σε χρηματοοικονομικό αδιέξοδο.
Σε αυτό το ελληνικό δράμα έναν κύριο ρόλο κρατά ο ΕΟΠΥΥ, η υποχρηματοδότηση του οποίου καθιστά αδύνατες τις απαραίτητες εξοφλήσεις των χρεών του προς τους εμπλεκόμενους φορείς. Σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια του διοικητικού μηχανισμού, που ανέλαβε το δύσκολο ούτως ή άλλως έργο της υλοποίησης των απολύτως αναγκαίων αλλαγών στο χώρο της Υγείας, δημιουργείται ένα τοπίο όπου όλα μοιάζουν εγκλωβισμένα σε μια θανάσιμη ακινησία. Ουσιαστικά, δεν πρόκειται για ακινησία, αλλά για μια επανάληψη που οδηγεί σε μια σταθερή και σταδιακή φθορά. Το βαρύ φορτίο του κόστους της αναπτυξιακής της διάστασης, της συμμόρφωσης με το αυστηρό ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο παραγωγής και ελέγχων, της ανανέωσης της υψηλής τεχνογνωσίας της, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία το σηκώνει ασθμαίνοντας λόγω και του δραματικού περιορισμού του τραπεζικού δανεισμού. Η δυσμενέστατη οικονομική συγκυρία και η απομείωση της αξίας των ομολόγων που κατείχαν οι φαρμακευτικές εταιρείες υποχρεώνουν τις τράπεζες να ζητούν περαιτέρω εγγυήσεις και καθιστά τη δραστηριοποίηση υγιών επιχειρήσεων πρακτικά αδύνατη. Το φορτίο απειλεί πια να καταπλακώσει τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, απειλώντας να σβήσει κάθε ελπίδα ανάπτυξης, συμβολής στον ισοσκελισμό του εμπορικού ισοζυγίου μέσω των εξαγωγών και επάρκειας της χώρας σε φάρμακα.
Μέσα από μια παράδοξη αντιστροφή του σοφίσματος του Οδυσσέα και των συντρόφων του, προκειμένου να αποφύγουν το τραγούδι των Σειρήνων, το κράτος κλείνει πεισματικά τα αυτιά του στις επανειλημμένες εκκλήσεις του κλάδου για υιοθέτηση μιας σειράς μέτρων που φιλοδοξούν να διασφαλίσουν τη Δημόσια Υγεία και την λειτουργία ενός από τους πλέον υποσχόμενους θύλακες της πολυπόθητης ανάπτυξης που χρειάζεται η χώρα. Αναφερόμαστε στα θεραπευτικά πρωτόκολλα, σε πρακτικές ακριβούς καταγραφής των φαρμάκων που χορηγούνται και των αντίστοιχων δαπανών, καθώς επίσης και ενοποίησης των στοιχείων φαρμακευτικής δαπάνης που δημοσιοποιούνται, για να μην παραλείψουμε βεβαίως την εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Αντίθετα, πορεύεται σταθερά και με μια εξίσου παράδοξη άγνοια, προς τις Συμπληγάδες, που σε αυτή την περίπτωση όλα δείχνουν πως θα αποβούν μοιραίες.
Τα δεδομένα είναι διαθέσιμα στους Υπουργούς Υγείας και Ανάπτυξης, οι οποίοι καλούνται να τα αξιολογήσουν και να προχωρήσουν σε άμεσες αποφάσεις και ενέργειες για το σήμερα και για το αύριο: τόσο της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας όσο και της χώρας, αφού οι μοίρες τους είναι ταυτισμένες.
* Η κα Φαίη Κοσμοπούλου είναι Γενική Διευθύντρια της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου