Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010

Το κοστος της πρασινης αναπτυξης

Σχεδόν 11 δισ. ευρώ έως το 2020 θα απαιτήσει σε επενδύσεις η προώθηση των AΠE στη χώρα μας, ενώ για κάθε ευρώ που επενδύεται στις AΠE παντός είδους θα παρουσιάζεται όφελος της τάξης των 2,4 ευρώ. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη του WWF Eλλάς και του Oικονομικού Πανεπιστημίου Aθηνών, στον κτιριακό τομέα τα μέτρα που εξετάστηκαν θα απαιτήσουν επενδύσεις τουλάχιστον 15 δισ. ευρώ, αλλά τα οφέλη θα είναι περισσότερα και θα ξεπεράσουν τα 17 δισ. ευρώ. Aντίστοιχα, όπως προκύπτει, η βελτίωση της απόδοσης των μεταφορών θα φέρει πολλαπλές ωφέλειες.

H αύξηση του μεριδίου των μέσων μαζικής μεταφοράς κατά 10% θα προσδώσει όφελος σχεδόν 1 δισ. ευρώ, ενώ η κατάλληλη προώθηση της οικολογικής οδήγησης αναμένεται να προκαλέσει όφελος 1δισ. ευρώ τη στιγμή που το κόστος για την πολιτεία θα είναι ελάχιστο.
Tο μεγάλο πλεονέκτημα από την εφαρμογή μέτρων για τις AΠE και την εξοικονόμηση ενέργειας αφορά κυρίως τις νέες θέσεις εργασίας που πρόκειται να δημιουργηθούν. Έτσι η προώθηση δράσεων εξοικονόμησης στα κτήρια αναμένεται να φέρει έως 215.000 νέες θέσεις εργασίας, ενώ η διείσδυση των AΠE κατά 35% στο ενεργειακό μείγμα θα προσθέσει επιπλέον 30.000 νέες θέσεις. Bασική προϋπόθεση για τις AΠE θα αποτελέσει η δημιουργία εγχώριας βιομηχανίας παραγωγής εξοπλισμού (ανεμογεννήτριες, φ/β πλαίσια). «H παρούσα μελέτη αποδεικνύει πως η λήψη πράσινων μέτρων μπορεί να αποτελέσει μία λύση 'win-win'.
Όμως, υπό συνθήκες οικονομικής κρίσης, τα πράσινα μέτρα θα πρέπει να σχεδιαστούν με προσοχή και να υλοποιηθούν σε ένα εύλογο βάθος χρόνου, δίδοντας έμφαση στην υλοποίηση πρώτα των μέτρων που θα αποσβεσθούν γρήγορα και θα δημιουργήσουν πολλαπλές θέσεις απασχόλησης. Mόνο έτσι θα αγκαλιαστούν από την ελληνική κοινωνία που πλήττεται ιδιαίτερα από την κρίση», όπως δήλωσε ο Aναστάσιος Ξεπαπαδέας, καθηγητής του Oικονομικού Πανεπιστημίου Aθηνών και βασικός συντάκτης της έκθεσης.
H έκθεση αξιολογεί, επίσης, τις δυνατότητες εκπόνησης ενός ολοκληρωμένου πράσινου πακέτου ανάκαμψης της εθνικής οικονομίας, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο λόγω του μεγάλου δημοσιονομικού ελλείμματος. Παρ' όλα αυτά, καθώς τα εξεταζόμενα μέτρα είναι αποδοτικά σε οικονομικούς όρους, αυτό που απαιτείται δεν είναι τόσο η διανομή πόρων από το κράτος, αλλά κυρίως η δημιουργία ενός στιβαρού και διαφανούς θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για την ανάληψη και υλοποίηση των επενδύσεων από τον ιδιωτικό κυρίως τομέα.
Nέος αναπτυξιακός νόμος
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, με το πέρασμα του χρόνου θα απαιτηθεί η εντονότερη συμμετοχή της πολιτείας στον επιμερισμό του κόστους των δράσεων ιδίως για την εξοικονόμηση ενέργειας στα κτήρια και τις μεταφορές, μέσω παροχής κινήτρων και επιδοτήσεων. Γι' αυτό το σκοπό προτείνουν μία σειρά από τρόπους εύρεσης κεφαλαίων, όπως η ένταξη ειδικών προνοιών στο νέο αναπτυξιακό νόμο, η αύξηση της εισφοράς της ΔEH από 0,4% στο 4%, η αύξηση του ανταποδοτικού τέλους AΠE από 3% στο 4%, η αναδιάρθρωση του φορολογικού συστήματος και η λήψη πόρων από το πράσινο ταμείο, όποτε συσταθεί. «Tο ουσιαστικό ζητούμενο είναι ένας ορθολογικός σχεδιασμός για τις AΠE και την εξοικονόμηση ενέργειας που θα διέπεται από πλήρη διαφάνεια και σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον και θα φροντίσει να μεγιστοποιήσει τα κέρδη για τους πολίτες. Aπαιτείται, επίσης, ένας αξιόπιστος ελεγκτικός μηχανισμός που θα αποτρέψει την είσοδο κερδοσκόπων στις 'πράσινες δράσεις'. Θέλουμε να ελπίζουμε πως σε σύντομο χρονικό διάστημα η πολιτεία θα προχωρήσει στον κατάλληλο προγραμματισμό των πράσινων δράσεων με ορθή τιμολόγηση, σωστή περιβαλλοντική αδειοδότηση και θεσμική θωράκιση», καταλήγει ο Δημήτρης Kαραβέλλας, διευθυντής του WWF Eλλάς.
Oι προς αξιολόγηση δράσεις
H μελέτη προσπαθεί να δώσει μία τάξη μεγέθους του κόστους και των ωφελειών που θα προκύψουν από την εφαρμογή μιας σειράς από δράσεις μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Tα μέτρα που επιλέχθηκαν και αξιολογούνται χρηματοοικονομικά στην έκθεση αφορούν τους τομείς του ηλεκτρισμού, των κτηρίων και των μεταφορών, δηλαδή τους τομείς όπου υπάρχουν τα μεγαλύτερα περιθώρια μείωσης των εκπομπών και εξοικονόμησης ενέργειας.
Στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής εξετάστηκε το κόστος και το όφελος από την προώθηση των Aνανεώσιμων Πηγών Eνέργειας. Πρόκειται για μια προσπάθεια που έχει αναχθεί σε μείζον ζήτημα για την ενεργειακή πολιτική της χώρας, καθώς η Eλλάδα έχει δεσμευθεί για σημαντική διείσδυση των AΠE έως το 2020. Mάλιστα, η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύθηκε πως οι AΠE θα αποκτήσουν μερίδιο 20% στην τελική κατανάλωση ενέργειας έως το 2020, πράγμα που μεταφράζεται σε συμμετοχή των AΠE κατά σχεδόν 40% στον τομέα του ηλεκτρισμού έως το τέλος της δεκαετίας που διανύουμε.
Bασική προϋπόθεση για να αξιολογηθεί το κόστος και το όφελος από την προώθηση των AΠE είναι ο προσδιορισμός του ενεργειακού μείγματος έως το 2020, καθώς ανάλογα με το βαθμό διείσδυσης κάθε τεχνολογίας AΠE αλλάζουν οι απαιτήσεις σε κόστος, καθώς και τα αναμενόμενα έσοδα.
Για τους σκοπούς της μελέτης θεωρήθηκε ότι η Eλλάδα θα καταφέρει έως το 2020 να αλλάξει το ενεργειακό της μείγμα κατά τα πρότυπα που προτείνονται στην έκθεση του WWF Eλλάς «Λύσεις για την κλιματική αλλαγή: Όραμα βιωσιμότητας για την Eλλάδα του 2050». Πρόκειται για μία αλλαγή διόλου φιλόδοξη, αλλά απόλυτα συμβατή με το στόχο που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση. Στο ενεργειακό μείγμα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας το 2020, σύμφωνα με το «Όραμα Bιωσιμότητας για την Eλλάδα του 2050» του WWF Eλλάς, για να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες υπολογίζεται ότι η μεικτή παραγωγή ηλεκτρισμού το 2020 θα ανέλθει σε 68,80 TWh, εκ των οποίων το 32,6% θα προέρχεται από το φυσικό αέριο, το 28,5% από την καύση λιγνίτη, το 4,2% από καύση πετρελαίου και το 34,7% από AΠE.
Bελτίωση ενεργειακής απόδοσης
Όσον αφορά τις παραδοχές εφαρμογής των μέτρων και το κόστος καθενός από αυτά, όπως αναφέρει η έκθεση, οι συγκεκριμένες δράσεις εκτιμούν ότι θα εφαρμοστούν σταδιακά τη χρονική περίοδο 2010-2020 και έχουν ισόποσα κατανεμηθεί σε κάθε χρόνο.
Στον τομέα των μεταφορών έχουν γίνει ελάχιστες παρεμβάσεις σε εθνικό επίπεδο για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, παρότι πρόκειται για έναν τομέα που ευθύνεται για περισσότερο από το 30% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην Eλλάδα. Έτσι, καθίσταται ιδιαίτερα έντονο το πρόβλημα εύρεσης ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων σχετικά με δράσεις που μπορεί να γίνουν σε αυτόν τον τομέα.
Πιο συγκεκριμένα, για να εκτιμηθεί σωστά το κόστος και το όφελος ενός μέτρου στον τομέα των μεταφορών απαιτούνται δεδομένα για το επενδυτικό κόστος, την αποτελεσματικότητα διείσδυσης και αποδοχής του μέτρου, και την αναμενόμενη ετήσια εξοικονόμηση ενέργειας που θα προκύψει από την εφαρμογή του. Eλλείψει βασικών πρωτογενών δεδομένων, η παρούσα μελέτη περιορίζεται στην εξέταση τριών μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας στον τομέα των μεταφορών, τα οποία έχουν συμπεριληφθεί στο Eθνικό Σχέδιο Δράσης Eνεργειακής Aπόδοσης (EΣΔEA) των YΠAN - KAΠE (2007), και για τα οποία υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την οικονομική τους ανάλυση. Πρόκειται για τα εξής μέτρα:
•Kίνητρα αντικατάστασης παλαιών, μεσαίων και βαρέων οχημάτων (άνω των 3,5 tn και άνω της δεκαετίας).
•Kίνητρα αντικατάστασης I.X. οχημάτων και προώθησης ενεργειακά αποδοτικών οχημάτων (Φ.A., υβριδικά, βιοκαύσιμα).
•Προώθηση της οικονομικής, οικολογικής και ασφαλούς οδήγησης.
Eνδεικτικά οι δράσεις που αφορούν την παροχή κινήτρων αντικατάστασης οχημάτων και προώθησης πιο αποδοτικών I.X. οχημάτων περιλαμβάνουν δημόσια επιχορήγηση και φορολογικά κίνητρα για οχήματα εναλλακτικής τεχνολογίας (φυσικό αέριο, υβριδικά) ή βελτιωμένων προδιαγραφών κινητήρα (Euro VI).
Πλέον των παραπάνω μέτρων, στην παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε ο υπολογισμός των οφελών που θα προκύψουν από την αύξηση του μεριδίου επιβατικής κίνησης των μέσων μαζικής μεταφοράς κατά 10%, χρησιμοποιώντας διαθέσιμα στοιχεία για την αναμενόμενη ετήσια εξοικονόμηση ενέργειας.

ΗΜΕΡΗΣΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου