Περίπου 9 στις 10 ώριμες άδειες παραγωγής φωτοβολταϊκών, αναζητούν αγοραστή, σύμφωνα με την εικόνα που μεταφέρουν στο Capital.gr καλά πληροφορημένες πηγές της αγοράς των ΑΠΕ. Η εικόνα αυτή επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία για τις άδειες παραγωγής που έχουν εκδοθεί από τη ΡΑΕ αλλά και από τα δελτία του ΔΕΣΜΗΕ για τις νέες συνδέσεις. Έτσι ενώ οι άδειες που έχουν εκδοθεί φτάνουν τα 3GW, με τις ώριμες άδειες να υπολογίζονται περίπου στο ένα τρίτο, οι εγκαταστάσεις που συνδέονται φτάνουν τα 80 MW. Δηλαδή υπάρχουν πολλά ώριμα έργα που έχουν φτάσει μέχρι και το τελευταίο στάδιο, μέχρι και την έκδοση άδειας εργασιών μικρής κλίμακας, χωρίς οι ιδιοκτήτες τους να μπορούν να προχωρήσουν στην κατασκευή τους. Κυριότερη αιτία, είναι τα προβλήματα πρόσβασης στη χρηματοδότηση ή ακόμη και το γεγονός ότι πολλοί κάτοχοι αδειών δε διαθέτουν την ίδια συμμετοχή, αναφέρει χαρακτηριστικά στέλεχος της αγοράς.
Καθώς λοιπόν αυξάνονται οι κάτοχοι αδειών φωτοβολταϊκών που δεν μπορούν να υλοποιήσουν τα έργα, εντείνεται το φαινόμενο του παρεμπορίου αδειών, που φυσικά για τους «παροικούντες στην Ιερουσαλήμ» μόνο καινούριο δεν είναι.
Σύμφωνα με την εικόνα που μεταφέρεται, οι τιμές στο εμπόριο των αδειών, ανάλογα με την ωριμότητα της άδειας, την τοποθεσία και το μέγεθος του έργου, φτάνουν έως και τις 650 χιλιάδες ευρώ το μεγαβάτ, ενώ λόγω υπερπροσφοράς το τελευταίο διάστημα οι τιμές έχουν πέσει στις 400 έως και τις 300 χιλιάδες ευρώ ανά μεγαβάτ.
Και μπορεί αφορμή για την έξαρση του φαινομένου να είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν πολλοί «επενδυτές», η αιτία ωστόσο για το παρεμπόριο, βρίσκεται στις στρεβλώσεις της αγοράς και κυρίως στο γεγονός ότι η αδειοδοτική διαδικασία είναι περιοριστική, γεμάτη «πλαφόν» και γραφειοκρατικούς σκοπέλους που μετατρέπουν το χαρτί της άδειας από πιστοποιητικό σε τεχνητή αξία. Κάτι δηλαδή σαν τα κλειστά επαγγέλματα, όπου οι άδειες αποκτούν αξία και γίνονται αντικείμενο αγοραπωλησιών εξαιτίας των διαφόρων περιορισμών, σημειώνουν χαρακτηριστικά οι ίδιες πηγές.
Ποιες είναι οι πρακτικές συνέπειες αυτής της στρέβλωσης: καταρχήν ανεβαίνει δραματικά το κόστος της επένδυσης καθώς οι σοβαροί ενδιαφερόμενοι επενδυτές αναγκάζονται να αγοράσουν άδειες στο... «παραχρηματιστήριο» των αδειών. Το κόστος αυτό μπορεί να αντιπροσωπεύει το 20 ή ακόμη και το 25% της τελικής τιμής του feed in tarrif, σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς. Δηλαδή, φουσκώνει τεχνητά το κόστος των φ/β και χαμένος είναι ο καταναλωτής καθώς δεν υπάρχει δυνατότητα να δημιουργηθεί ένας ρεαλιστικός μηχανισμός προσαρμογής του feed in tariff. Δεν μπορεί για παράδειγμα το κόστος κατασκευής για ένα μεγάλο έργο να είναι 2,7 ευρώ το βατ και το επενδυτικό κόστος να ανεβαίνει έως και 0,65 ευρώ το βατ για την αγορά της άδειας (με το συγκεκριμένο κέρδος να πηγαίνει σε... αεριτζήδες).
Πως μπορεί να αρθεί η στρέβλωση στην αγορά; Το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν είναι καινούριο και υπάρχουν προβλέψεις τόσο στον τελευταίο όσο και στους προηγούμενους νόμους που θα μπορούσαν να εξομαλύνουν την κατάσταση ωστόσο δεν εφαρμόζονται.
Χαρακτηριστική είναι η διάταξη περί ανάκλησης των αδειών που επί χρόνια παραμένουν «παγωμένες» και χωρίς καμία ελπίδα υλοποίησης και οι οποίες μπλοκάρουν τις νέες αιτήσεις. Επίσης στο νέο νόμο προβλέπεται η έκδοση υπουργικής απόφασης βάσει της οποίας θα ζητείται εγγυητική επιστολή που θα αποδεικνύει την ικανότητα υλοποίησης της επένδυσης προκειμένου να χορηγούνται όροι σύνδεσης. Δε χρειάζεται τίποτε άλλο από την εφαρμογή των νόμων, λέει χαρακτηριστικά επενδυτής. Και έχει δίκιο... capital.gr
Τα φωτοβολταικα θα πρέπει να μπορεί όλος ο κόσμος να τα αξιοποιήσει κι όχι να εξελιχθούν σε κλειστό επάγγελμα. Ας μην ξεχνάμε τον λόγο για τον οποίο κατασκευάστηκαν, που είναι η προστασία του περιβάλλοντος.
ΑπάντησηΔιαγραφή