Ένα πρωινό σηκώνεσαι, βάζεις τη στολή σου, βγαίνεις στο δρόμο, κόβεις κλήσεις, κάνεις μαύρους με μαϊμούδες Prada να τρέχουν, κοιτάς το ρολόι, γυρίζεις σπίτι, βγάζεις τη στολή, γίνεσαι πάλι κανονικός άνθρωπος. Τρως, πέφτεις για ύπνο, ξυπνάς και μαθαίνεις ότι σε λίγο θα είσαι μπάτσος. Κανονικός, όχι δημοτικός. Αιφνιδιάζεσαι, βάζεις τις φωνές στη μάνα ή στη γυναίκα σου, την πληρώνουν αυτοί που δεν έχουν τίποτα να σου πουν και τίποτα να κάνουν.
Την άλλη μέρα, βγαίνεις στο δρόμο, βάζεις τη σειρήνα να φωνάζει αντί για σένα, θέλεις να δείρεις τον δήμαρχο, τον υπουργό, τη Μέρκελ, τον Ομπάμα. Σου λένε ότι η απόφαση είναι οριστική και αμετάκλητη. Μέσα σου σκέφτεσαι ότι, δεν μπορεί, θα κάνουν ένα ειδικό τμήμα που θα ασχολείται με αυτά που είχε στην αρμοδιότητά της η Δημοτική Αστυνομία. Είναι δυνατόν να σε τρέχουν, τώρα, σε ματς; Να λιώνεις ως τροχονόμος στην Κηφισίας; Έχει γούστο να σου δώσουν όπλο, κανονικό, με σφαίρες και χιλιάδες εν δυνάμει στόχους απέναντί σου.
Μέσα σου δεν πιστεύεις μία από τον συνδικαλιστή, που μπορεί και να σιχαίνεσαι. Ακόμα πιο μέσα σου, ξέρεις ότι το παιχνίδι είναι χαμένο και ακόμα και αν στείλεις την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μέχρι να δικαστεί εσύ θα φτάνεις κοντά στη σύνταξη. Άλλωστε, σε αυτά τα πράγματα δεν υπάρχει δίκαιο. Όλοι το έχασαν, γιατί να το βρεις εσύ; Διότι κάποιος ξάδερφος θα πεταχτεί να σου πει ότι έχεις δουλειά, ενώ εκείνος ψάχνεται για μεροκάματα των είκοσι ευρώ. Εσύ θα θέλεις να πεις ότι δεν γίνεται να σου αλλάζουν τη ζωή μέσα σε ένα απόγευμα, χωρίς να σε ρωτήσουν. Ο ξάδερφος θα σου πει ότι η δική του ζωή άλλαξε σε ένα πρωινό, με δυο κουβέντες του αφεντικού που του έδειξε την πόρτα. Στην τηλεόραση θα ακούσεις ότι έχεις όλο το δίκιο μαζί σου, αλλά είναι οι καιροί σκληροί και η πατρίδα απαιτητική. Και δεν θα καταφέρεις ποτέ να ρωτήσεις τον υπουργό, γιατί όταν περάσει από μπροστά σου θα πρέπει να σταθείς προσοχή και να χαιρετήσεις. Προλαβαίνεις να μάθεις πώς το κάνουν;
protagon.gr
Την άλλη μέρα, βγαίνεις στο δρόμο, βάζεις τη σειρήνα να φωνάζει αντί για σένα, θέλεις να δείρεις τον δήμαρχο, τον υπουργό, τη Μέρκελ, τον Ομπάμα. Σου λένε ότι η απόφαση είναι οριστική και αμετάκλητη. Μέσα σου σκέφτεσαι ότι, δεν μπορεί, θα κάνουν ένα ειδικό τμήμα που θα ασχολείται με αυτά που είχε στην αρμοδιότητά της η Δημοτική Αστυνομία. Είναι δυνατόν να σε τρέχουν, τώρα, σε ματς; Να λιώνεις ως τροχονόμος στην Κηφισίας; Έχει γούστο να σου δώσουν όπλο, κανονικό, με σφαίρες και χιλιάδες εν δυνάμει στόχους απέναντί σου.
Μέσα σου δεν πιστεύεις μία από τον συνδικαλιστή, που μπορεί και να σιχαίνεσαι. Ακόμα πιο μέσα σου, ξέρεις ότι το παιχνίδι είναι χαμένο και ακόμα και αν στείλεις την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μέχρι να δικαστεί εσύ θα φτάνεις κοντά στη σύνταξη. Άλλωστε, σε αυτά τα πράγματα δεν υπάρχει δίκαιο. Όλοι το έχασαν, γιατί να το βρεις εσύ; Διότι κάποιος ξάδερφος θα πεταχτεί να σου πει ότι έχεις δουλειά, ενώ εκείνος ψάχνεται για μεροκάματα των είκοσι ευρώ. Εσύ θα θέλεις να πεις ότι δεν γίνεται να σου αλλάζουν τη ζωή μέσα σε ένα απόγευμα, χωρίς να σε ρωτήσουν. Ο ξάδερφος θα σου πει ότι η δική του ζωή άλλαξε σε ένα πρωινό, με δυο κουβέντες του αφεντικού που του έδειξε την πόρτα. Στην τηλεόραση θα ακούσεις ότι έχεις όλο το δίκιο μαζί σου, αλλά είναι οι καιροί σκληροί και η πατρίδα απαιτητική. Και δεν θα καταφέρεις ποτέ να ρωτήσεις τον υπουργό, γιατί όταν περάσει από μπροστά σου θα πρέπει να σταθείς προσοχή και να χαιρετήσεις. Προλαβαίνεις να μάθεις πώς το κάνουν;
protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου