Τα χαμηλά ποσοστά εξηγούνται, αν ληφθεί υπόψη «η ελλιπής γνώση, μαζί με άλλους παράγοντες, όπως τα μεγάλα έξοδα αποστολής, που, τις περισσότερες φορές, καλούνται να πληρώσουν οι Έλληνες καταναλωτές».Μεταξεταστέα στο θέμα των διαδικτυακών πωλήσεων, αλλά και της χρήσης του ίντερνετ, μένει η Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα της ΣΕΛΠΕ Euromonitor International «Τεχνολογία και Λιανικές Πωλήσεις: Η Ανάπτυξη των Διαδικτυακών Πωλήσεων στην Ευρώπη».Οι έρευνες έχουν δείξει ότι ο Έλληνας καταναλωτής εμπιστεύεται λιγότερο τις συναλλαγές, μέσω ίντερνετ και είναι λιγότερο εξοικειωμένος με τη χρήση του υπολογιστή, σε σχέση με τους αντίστοιχους χρήστες στην Ευρώπη. Αν και η πορεία των online πωλήσεων παρουσιάζει μεγάλη αύξηση, τα τελευταία χρόνια, δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με τις αγορές των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης και, κυρίως, της Βόρειας Ευρώπης.
Όπως αναφέρεται στην έρευνα, η Ελλάδα βρίσκεται στη τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, με τη Μ. Βρετανία και τις χώρες της Σκανδιναβίας να ηγούνται της κατάταξης. Οι διαδικτυακές πωλήσεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν 9%, το 2011, σε σχέση με το 2010. Την ίδια ώρα, οι πωλήσεις στη Μ. Βρετανία τρέχουν με αμείωτο ρυθμό και, για το 2011, σημείωσαν αύξηση 19%. Άλλες χώρες, που παρουσιάζουν αξιοσημείωτο ενδιαφέρον, είναι η Πορτογαλία, που σημείωσε αύξηση 23% και η Ιταλία, που σημείωσε αύξηση 22%, ενώ η Πορτογαλία αποτελεί μία δυναμική αγορά, όπου οι καταναλωτές φαίνεται να βρίσκουν λύσεις, εν μέσω κρίσης στα πιο οικονομικά προϊόντα, που προσφέρονται μέσω ίντερνετ.
Αναφορικά με τη χώρα μας, αυτά τα ποσοστά εξηγούνται, αν ληφθεί υπόψη «η ελλιπής γνώση, μαζί με άλλους παράγοντες, όπως τα μεγάλα έξοδα αποστολής, που, τις περισσότερες φορές, καλούνται να πληρώσουν οι Έλληνες καταναλωτές, αποτελούν εμπόδιο στην ανάπτυξη αυτού του τομέα», όπως τονίζεται στην έρευνα.
«Επιπλέον, σημαντικό μερίδιο έχει και η κουλτούρα του Έλληνα καταναλωτή να εμπιστεύεται περισσότερο το προϊόν, που έχει μπροστά του και να προτιμά τις επισκέψεις στα κοντινά καταστήματα. Παρόλα αυτά, η εικόνα αυτή φαίνεται να αντιστρέφεται, τα τελευταία έτη, ιδιαίτερα με τη νέα γενιά, που αναλαμβάνει περισσότερες πρωτοβουλίες, όσον αφορά τη χρήση του διαδικτύου, αλλά και του e-επιχειρείν. Σημαντικό εμπόδιο, τα τελευταία χρόνια, αποτελεί η ραγδαία αύξηση της ανεργίας στους νέους, που αγγίζει το 50% (το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη), η έλλειψη επιδοτήσεων από πλευράς του κράτους, αλλά και των επενδύσεων από πλευράς επιχειρηματιών, γενικότερα.
Ο Έλληνας καταναλωτής κατά μέσο όρο δεν ξοδεύει περισσότερα από 30 ευρώ/έτος για διαδικτυακές αγορές, ενώ αντίστοιχα ένας καταναλωτής στη Μ. Βρετανία ξοδεύει το εξωπραγματικό για τα ελληνικά δεδομένα ποσό των 530 ευρώ/έτος, που αντιστοιχεί στο 3,6% της συνολικής καταναλωτικής του δαπάνης. Μία σύγκριση στο μέσο εισόδημα δεν ανταποκρίνεται στα προαναφερθέντα νούμερα, καθώς ο μέσος εργαζόμενος στην Ελλάδα κερδίζει 17% λιγότερα χρήματα από τον αντίστοιχο εργαζόμενο στο Ηνωμένο Βασίλειο (2011), με τις προβλέψεις, για το 2012, να είναι ακόμα πιο δυσοίωνες για την Ελλάδα.
Η απάντηση βρίσκεται στον πραγματικό αριθμό των εργαζομένων, σε αναλογία με τον πληθυσμό, καθώς η ανεργία καλπάζει στην Ελλάδα, στην ανασφάλεια, που κυριαρχεί για το αύριο και στην εξοικείωση, που νιώθει ο καταναλωτής στη Β. Ευρώπη, όταν κάνει μια συναλλαγή.
Τέλος, σημαντική αναφορά πρέπει να γίνει και στη χρήση του πλαστικού χρήματος, καθώς προαπαιτείται η κατοχή χρεωστικής/πιστωτικής κάρτας για μία online αγορά. Αν και οι Έλληνες ήταν ο πλέον σπάταλος λαός, τη τελευταία δεκαετία, μέσω της χρήσης των πιστωτικών καρτών (Creditcards), τα τελευταία δύο χρόνια, κάτι τέτοιο φαντάζει ουτοπία, με τις καταναλωτικές δαπάνες να έχουν μειωθεί στο ελάχιστο και με τις τράπεζες να αρνούνται να προμηθεύσουν τους πελάτες τους με πιστωτικές κάρτες.
Από την άλλη μεριά, η ύπαρξη χρεωστικών καρτών (Debitcards) αποτελεί μία σημαντική λύση στα χέρια των καταναλωτών, αλλά η αποδυνάμωση των εισοδημάτων και η μη εξοικείωση με πληρωμή τέτοιων ειδών καρτών, αποτελεί μειονέκτημα για την αγορά, μέχρι στιγμής, αλλά ο συγκεκριμένος τομέας είναι ελπιδοφόρος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αριθμός των συναλλαγών με πιστωτική κάρτα στην Ελλάδα μειώθηκε, το 2011, κατά 8%. Αντιθέτως, οι συναλλαγές με χρεωστική κάρτα έδειξαν σημαντική άνοδο, κάτι που αποδεικνύει ότι οι Έλληνες καταναλωτές χρησιμοποιούν το διαθέσιμο εισόδημα για τις αγορές τους. Η συγκεκριμένη τάση θα σημειώσει μεγάλη αύξηση, μέσα στην επόμενη πενταετία και αυτό αναμένεται να αποτελέσει μεγάλο πλεονέκτημα στις διαδικτυακές αγορές.
Για το 2012, οι διαδικτυακές πωλήσεις προβλέπεται να αυξηθούν κατά 8% στην Ελλάδα, ενώ η Πορτογαλία, η Iσπανία και η Ιταλία, θα σημειώσουν διψήφιο αριθμό ανάπτυξης. Χαρακτηριστικό πάντως είναι οτι σχεδόν όλες οι χώρες της Ε.Ε. θα κινηθούν σε θετικούς ρυθμούς, κάτι που προμηνύει τη δυναμικότητα αυτού του καναλιού. για την επόμενη πενταετία.
Όπως προέκυψε από τα στοιχεία της έρευνας, οι πωλήσεις, μέσω διαδικτύου, αυξάνονται ραγδαία στις αναπτυγμένες χώρες, ενώ θα αποτελέσουν το σήμα κατατεθέν στις ήδη αναπτυσσόμενες. Επισημαίνεται ότι οι προοπτικές για την εκμετάλλευση του διαδικτύου έχουν υπερδιπλασιαστεί, τα τελευταία δύο χρόνια, ειδικά με την ανάπτυξη των έξυπνων κινητών», όπως επισημαίνεται στην έρευνα.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Όπως αναφέρεται στην έρευνα, η Ελλάδα βρίσκεται στη τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, με τη Μ. Βρετανία και τις χώρες της Σκανδιναβίας να ηγούνται της κατάταξης. Οι διαδικτυακές πωλήσεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν 9%, το 2011, σε σχέση με το 2010. Την ίδια ώρα, οι πωλήσεις στη Μ. Βρετανία τρέχουν με αμείωτο ρυθμό και, για το 2011, σημείωσαν αύξηση 19%. Άλλες χώρες, που παρουσιάζουν αξιοσημείωτο ενδιαφέρον, είναι η Πορτογαλία, που σημείωσε αύξηση 23% και η Ιταλία, που σημείωσε αύξηση 22%, ενώ η Πορτογαλία αποτελεί μία δυναμική αγορά, όπου οι καταναλωτές φαίνεται να βρίσκουν λύσεις, εν μέσω κρίσης στα πιο οικονομικά προϊόντα, που προσφέρονται μέσω ίντερνετ.
Αναφορικά με τη χώρα μας, αυτά τα ποσοστά εξηγούνται, αν ληφθεί υπόψη «η ελλιπής γνώση, μαζί με άλλους παράγοντες, όπως τα μεγάλα έξοδα αποστολής, που, τις περισσότερες φορές, καλούνται να πληρώσουν οι Έλληνες καταναλωτές, αποτελούν εμπόδιο στην ανάπτυξη αυτού του τομέα», όπως τονίζεται στην έρευνα.
«Επιπλέον, σημαντικό μερίδιο έχει και η κουλτούρα του Έλληνα καταναλωτή να εμπιστεύεται περισσότερο το προϊόν, που έχει μπροστά του και να προτιμά τις επισκέψεις στα κοντινά καταστήματα. Παρόλα αυτά, η εικόνα αυτή φαίνεται να αντιστρέφεται, τα τελευταία έτη, ιδιαίτερα με τη νέα γενιά, που αναλαμβάνει περισσότερες πρωτοβουλίες, όσον αφορά τη χρήση του διαδικτύου, αλλά και του e-επιχειρείν. Σημαντικό εμπόδιο, τα τελευταία χρόνια, αποτελεί η ραγδαία αύξηση της ανεργίας στους νέους, που αγγίζει το 50% (το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη), η έλλειψη επιδοτήσεων από πλευράς του κράτους, αλλά και των επενδύσεων από πλευράς επιχειρηματιών, γενικότερα.
Ο Έλληνας καταναλωτής κατά μέσο όρο δεν ξοδεύει περισσότερα από 30 ευρώ/έτος για διαδικτυακές αγορές, ενώ αντίστοιχα ένας καταναλωτής στη Μ. Βρετανία ξοδεύει το εξωπραγματικό για τα ελληνικά δεδομένα ποσό των 530 ευρώ/έτος, που αντιστοιχεί στο 3,6% της συνολικής καταναλωτικής του δαπάνης. Μία σύγκριση στο μέσο εισόδημα δεν ανταποκρίνεται στα προαναφερθέντα νούμερα, καθώς ο μέσος εργαζόμενος στην Ελλάδα κερδίζει 17% λιγότερα χρήματα από τον αντίστοιχο εργαζόμενο στο Ηνωμένο Βασίλειο (2011), με τις προβλέψεις, για το 2012, να είναι ακόμα πιο δυσοίωνες για την Ελλάδα.
Η απάντηση βρίσκεται στον πραγματικό αριθμό των εργαζομένων, σε αναλογία με τον πληθυσμό, καθώς η ανεργία καλπάζει στην Ελλάδα, στην ανασφάλεια, που κυριαρχεί για το αύριο και στην εξοικείωση, που νιώθει ο καταναλωτής στη Β. Ευρώπη, όταν κάνει μια συναλλαγή.
Τέλος, σημαντική αναφορά πρέπει να γίνει και στη χρήση του πλαστικού χρήματος, καθώς προαπαιτείται η κατοχή χρεωστικής/πιστωτικής κάρτας για μία online αγορά. Αν και οι Έλληνες ήταν ο πλέον σπάταλος λαός, τη τελευταία δεκαετία, μέσω της χρήσης των πιστωτικών καρτών (Creditcards), τα τελευταία δύο χρόνια, κάτι τέτοιο φαντάζει ουτοπία, με τις καταναλωτικές δαπάνες να έχουν μειωθεί στο ελάχιστο και με τις τράπεζες να αρνούνται να προμηθεύσουν τους πελάτες τους με πιστωτικές κάρτες.
Από την άλλη μεριά, η ύπαρξη χρεωστικών καρτών (Debitcards) αποτελεί μία σημαντική λύση στα χέρια των καταναλωτών, αλλά η αποδυνάμωση των εισοδημάτων και η μη εξοικείωση με πληρωμή τέτοιων ειδών καρτών, αποτελεί μειονέκτημα για την αγορά, μέχρι στιγμής, αλλά ο συγκεκριμένος τομέας είναι ελπιδοφόρος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αριθμός των συναλλαγών με πιστωτική κάρτα στην Ελλάδα μειώθηκε, το 2011, κατά 8%. Αντιθέτως, οι συναλλαγές με χρεωστική κάρτα έδειξαν σημαντική άνοδο, κάτι που αποδεικνύει ότι οι Έλληνες καταναλωτές χρησιμοποιούν το διαθέσιμο εισόδημα για τις αγορές τους. Η συγκεκριμένη τάση θα σημειώσει μεγάλη αύξηση, μέσα στην επόμενη πενταετία και αυτό αναμένεται να αποτελέσει μεγάλο πλεονέκτημα στις διαδικτυακές αγορές.
Για το 2012, οι διαδικτυακές πωλήσεις προβλέπεται να αυξηθούν κατά 8% στην Ελλάδα, ενώ η Πορτογαλία, η Iσπανία και η Ιταλία, θα σημειώσουν διψήφιο αριθμό ανάπτυξης. Χαρακτηριστικό πάντως είναι οτι σχεδόν όλες οι χώρες της Ε.Ε. θα κινηθούν σε θετικούς ρυθμούς, κάτι που προμηνύει τη δυναμικότητα αυτού του καναλιού. για την επόμενη πενταετία.
Όπως προέκυψε από τα στοιχεία της έρευνας, οι πωλήσεις, μέσω διαδικτύου, αυξάνονται ραγδαία στις αναπτυγμένες χώρες, ενώ θα αποτελέσουν το σήμα κατατεθέν στις ήδη αναπτυσσόμενες. Επισημαίνεται ότι οι προοπτικές για την εκμετάλλευση του διαδικτύου έχουν υπερδιπλασιαστεί, τα τελευταία δύο χρόνια, ειδικά με την ανάπτυξη των έξυπνων κινητών», όπως επισημαίνεται στην έρευνα.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου