Πριν από τρία χρόνια ακριβώς, στις 29/12/08, έγραφα: «Είναι κρίμα αυτή η εφημερίδα που γαλούχησε γενιές και γενιές αριστερών με βίλες και κότερα να έχει αυτό το τέλος. Είναι κρίμα να την βλέπουμε να αργοπεθαίνει. Γι’ αυτό, θα ήθελα να σας παρακαλέσω να βοηθήσουμε αυτήν την εφημερίδα. Κάντε μια καλή πράξη: Σταματήστε να αγοράζετε την «Ελευθεροτυπία». Είναι αμαρτία να εξευτελίζεται. Βοηθήστε την «Ελευθεροτυπία» να κλείσει αξιοπρεπώς. Σας ευχαριστώ».
Στις 29/12/08, όταν γράφτηκε το κείμενο, κανείς δεν μιλούσε για χρεοκοπία. Σχεδόν όλοι πίστευαν πως ζουν στη μεγάλη και ισχυρή Ελλάδα. Πάντως, κανείς δεν αντέδρασε τότε στο παραπάνω κείμενο. Την συνέχεια την ξέρετε.
Όποιος διαβάζει το μπλογκ μου –έστω και περιοδικά- θα έχει οπωσδήποτε πετύχει ένα τουλάχιστον κείμενο στο οποίο να παροτρύνω τους αναγνώστες του μπλογκ να μην αγοράζουν τις εφημερίδες τους.
Την Ελευθεροτυπία την έκλεισαν οι αναγνώστες της – και δεν ήταν η μόνη εφημερίδα. Σύντομα, θα κλείσουν και άλλες εφημερίδες. Τώρα που ελαττώθηκε η τεράστια κρατική διαφήμιση –τα χρήματά μας δηλαδή-, τα δανεικά κι αγύριστα από τις τράπεζες και τα μαύρα χρήματα από διάφορους μεγαλοεπιχειρηματίες που προωθούσαν τα συμφέροντά τους, οι αστικές εφημερίδες αποδεικνύονται σαπάκια. Πάντα σαπάκια ήταν.
Και οι δημοσιογράφοι, πιτσιρίκο; Οι δημοσιογράφοι έχουν μια χρυσή ευκαιρία να ελευθερωθούν και να γίνουν επιτέλους δημοσιογράφοι. Γιατί δεν ήταν δημοσιογράφοι. Ήταν σφουγγοκωλάριοι του επιχειρηματία για τον οποίον εργάζονταν. Προσκυνημένοι και άνετοι με τη λογοκρισία η οποία τους γινόταν καθημερινά.
Το «Αλήτες, Ρουφιάνοι, Δημοσιογράφοι» ακούγεται σε κάθε διαδήλωση πια. Οι δημοσιογράφοι δεν το ακούν – θεωρούν πως αφορά όλους τους άλλους δημοσιογράφους εκτός από τους ίδιους.
Και η ανεργία των δημοσιογράφων; Ας πρόσεχαν. Άλλωστε, η ανεργία δεν αφορά μόνο τους δημοσιογράφους – αφορά όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες. Απλά, ο θόρυβος που γίνεται για τους απολυμένους και άνεργους δημοσιογράφους είναι πολλαπλάσιος αυτού που γίνεται για το 1 εκατομμύριο ανέργων που δεν είναι δημοσιογράφοι. Και δεν ντρέπονται καθόλου να κλαψουρίζουν όλη μέρα μόνο για την αφεντιά τους. Είναι εκλεκτή φυλή.
Οι δημοσιογράφοι ήξεραν τι πρόκειται να συμβεί στις ελληνικές εφημερίδες. Η διεθνής εμπειρία από το τι συνέβη σε μεγάλες εφημερίδες του εξωτερικού δεν τους ήταν άγνωστη – είχαν το προνόμιο να τα μαθαίνουν πρώτοι και καλύτεροι.
Και τι έκαναν; Τίποτα. Νόμιζαν πως η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση, όπου μια εφημερίδα με 850 εργαζόμενους θα επιβιώνει χωρίς αναγνώστες και θα τους πληρώνει πλουσιοπάροχα, προσφέροντας DVD με ταινίες καράτε.
Αντί να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους, να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να κάνουν τα δικά τους ΜΜΕ, κάθονταν σαν χαϊβάνια και περίμεναν τις διαθέσεις του αφεντικού. (Κάποιοι συνάδελφοι στο ΣΚΑΪ θα θυμούνται την προπαγάνδα που τους έκανα καθημερινά και το πόσο επέμενα στο ότι πρέπει να κάνουν τα δικά τους μέσα και στο ότι η δουλειά τους ανήκει σε αυτούς και όχι στα αφεντικά τους. Μόνος μου τα έλεγα, μόνος μου τα άκουγα.)
Μα δεν θα δείξουμε αλληλεγγύη στους δημοσιογράφους; Αν ήθελες να τους δείξεις αλληλεγγύη, ας αγόραζες την εφημερίδα στην οποία εργάζονταν. Δεν την αγόραζες. Αυτό που περιμένεις να χάσει ο άλλος τη δουλειά του για να του δείξεις αλληλεγγύη –στα λόγια πάντα-, μου θυμίζει αυτό που περιμένεις πρώτα να πεθάνει ο άλλος για να πεις μια καλή κουβέντα γι’ αυτόν. Συγγνώμη φίλε, είσαι γελοίος.
Αλλά και οι δημοσιογράφοι δεν τα πάνε καθόλου καλά με την αλληλεγγύη την οποία ζητούν από την κοινωνία, όταν χάνουν τη δουλειά τους. Αυτό φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε τόσα χρόνια το συνδικαλιστικό τους όργανο τους νέους δημοσιογράφους και τους δημοσιογράφους των ηλεκτρονικών μέσων. Καμία αλληλεγγύη. Τους κράτησαν στην απέξω – ο Πρετεντέρης δεν τους χαλούσε, όμως. Γιατί η ΕΣΗΕΑ ήταν –και παραμένει- συντεχνία.
Επίσης, όλοι οι δημοσιογράφοι έχουν γίνει ξαφνικά ένα πράγμα. Ο δημοσιογράφος-λαμόγιο που έπαιρνε 20 χιλιάδες ευρώ το μήνα –επειδή είχε μια τυχαία αμοιβαία συμπάθεια με τους εκάστοτε κυβερνώντες- έχει γίνει ένα και το αυτό με τον δημοσιογράφο των 600 ευρώ. Όταν μένουν άνεργοι, αγιάζουν και εξισώνονται. Θαύμα, θαύμα!
Το λαμόγιο που έγραφε πληρωμένα άρθρα και τα έπαιρνε από σαράντα μεριές για να γράφει καλά λόγια για καλλιτέχνες, να προωθεί CD, μπαρ, εστιατόρια αλλά και να γράφει πληρωμένα συκοφαντικά σχόλια -τώρα που έχασε τη δουλειά του-, έγινε ξαφνικά κάποιος που αξίζει της αλληλεγγύης μας. Τι λέτε μωρέ; Ναι, να τον πάρετε και στο σπίτι σας.
Με κούρασαν οι δημοσιογράφοι με την γκρίνια τους και τις δικαιολογίες τους. Κι αυτοί κάνουν υπομονή και ανέχονται όλες τις ταπεινώσεις επειδή έχουν παιδιά ή επειδή θέλουν να αποκτήσουν παιδιά. Λες και τα παιδιά έχουν ανάγκη έναν πατέρα και μια μάνα που να συμπεριφέρονται σαν δούλοι. Για να γίνουν δουλικά και τα παιδιά.
Εν κατακλείδι, οι δημοσιογράφοι είναι άξιοι της μοίρας τους και της απροθυμίας τους να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους και να πετάξουν έξω από τη δημοσιογραφία τα αφεντικά και τα παράσιτα που προσποιούνται τους δημοσιογράφους.
Κι αντί –έστω και τώρα- να οργανωθούν επιτέλους και να φτιάξουν τα δικά τους ΜΜΕ, έχουν γαντζωθεί από τα αρχίδια των αφεντικών τους, με την ελπίδα πως αυτοί δεν θα χάσουν τη δουλειά τους.
Στις 21 Ιανουαρίου του 2011 έγραφα:
«Αλήθεια, πώς γίνεται να γράφεις πονεμένα άρθρα για τη χαμένη τιμή της ελληνικής δημοσιογραφίας και να μην τόλμησες να γράψεις ένα άρθρο για τους εκατοντάδες συναδέλφους σου που πετάχτηκαν στο δρόμο;
Ποιος τη γαμάει την ελληνική δημοσιογραφία, όταν δεν τολμάς να γράψεις ένα άρθρο για τον άνθρωπο που καθόταν στο διπλανό σου γραφείο επί δεκαετίες;»
Αλήθεια, πώς γίνεται;
pitsirikos.net
Στις 29/12/08, όταν γράφτηκε το κείμενο, κανείς δεν μιλούσε για χρεοκοπία. Σχεδόν όλοι πίστευαν πως ζουν στη μεγάλη και ισχυρή Ελλάδα. Πάντως, κανείς δεν αντέδρασε τότε στο παραπάνω κείμενο. Την συνέχεια την ξέρετε.
Όποιος διαβάζει το μπλογκ μου –έστω και περιοδικά- θα έχει οπωσδήποτε πετύχει ένα τουλάχιστον κείμενο στο οποίο να παροτρύνω τους αναγνώστες του μπλογκ να μην αγοράζουν τις εφημερίδες τους.
Την Ελευθεροτυπία την έκλεισαν οι αναγνώστες της – και δεν ήταν η μόνη εφημερίδα. Σύντομα, θα κλείσουν και άλλες εφημερίδες. Τώρα που ελαττώθηκε η τεράστια κρατική διαφήμιση –τα χρήματά μας δηλαδή-, τα δανεικά κι αγύριστα από τις τράπεζες και τα μαύρα χρήματα από διάφορους μεγαλοεπιχειρηματίες που προωθούσαν τα συμφέροντά τους, οι αστικές εφημερίδες αποδεικνύονται σαπάκια. Πάντα σαπάκια ήταν.
Και οι δημοσιογράφοι, πιτσιρίκο; Οι δημοσιογράφοι έχουν μια χρυσή ευκαιρία να ελευθερωθούν και να γίνουν επιτέλους δημοσιογράφοι. Γιατί δεν ήταν δημοσιογράφοι. Ήταν σφουγγοκωλάριοι του επιχειρηματία για τον οποίον εργάζονταν. Προσκυνημένοι και άνετοι με τη λογοκρισία η οποία τους γινόταν καθημερινά.
Το «Αλήτες, Ρουφιάνοι, Δημοσιογράφοι» ακούγεται σε κάθε διαδήλωση πια. Οι δημοσιογράφοι δεν το ακούν – θεωρούν πως αφορά όλους τους άλλους δημοσιογράφους εκτός από τους ίδιους.
Και η ανεργία των δημοσιογράφων; Ας πρόσεχαν. Άλλωστε, η ανεργία δεν αφορά μόνο τους δημοσιογράφους – αφορά όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες. Απλά, ο θόρυβος που γίνεται για τους απολυμένους και άνεργους δημοσιογράφους είναι πολλαπλάσιος αυτού που γίνεται για το 1 εκατομμύριο ανέργων που δεν είναι δημοσιογράφοι. Και δεν ντρέπονται καθόλου να κλαψουρίζουν όλη μέρα μόνο για την αφεντιά τους. Είναι εκλεκτή φυλή.
Οι δημοσιογράφοι ήξεραν τι πρόκειται να συμβεί στις ελληνικές εφημερίδες. Η διεθνής εμπειρία από το τι συνέβη σε μεγάλες εφημερίδες του εξωτερικού δεν τους ήταν άγνωστη – είχαν το προνόμιο να τα μαθαίνουν πρώτοι και καλύτεροι.
Και τι έκαναν; Τίποτα. Νόμιζαν πως η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση, όπου μια εφημερίδα με 850 εργαζόμενους θα επιβιώνει χωρίς αναγνώστες και θα τους πληρώνει πλουσιοπάροχα, προσφέροντας DVD με ταινίες καράτε.
Αντί να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους, να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να κάνουν τα δικά τους ΜΜΕ, κάθονταν σαν χαϊβάνια και περίμεναν τις διαθέσεις του αφεντικού. (Κάποιοι συνάδελφοι στο ΣΚΑΪ θα θυμούνται την προπαγάνδα που τους έκανα καθημερινά και το πόσο επέμενα στο ότι πρέπει να κάνουν τα δικά τους μέσα και στο ότι η δουλειά τους ανήκει σε αυτούς και όχι στα αφεντικά τους. Μόνος μου τα έλεγα, μόνος μου τα άκουγα.)
Μα δεν θα δείξουμε αλληλεγγύη στους δημοσιογράφους; Αν ήθελες να τους δείξεις αλληλεγγύη, ας αγόραζες την εφημερίδα στην οποία εργάζονταν. Δεν την αγόραζες. Αυτό που περιμένεις να χάσει ο άλλος τη δουλειά του για να του δείξεις αλληλεγγύη –στα λόγια πάντα-, μου θυμίζει αυτό που περιμένεις πρώτα να πεθάνει ο άλλος για να πεις μια καλή κουβέντα γι’ αυτόν. Συγγνώμη φίλε, είσαι γελοίος.
Αλλά και οι δημοσιογράφοι δεν τα πάνε καθόλου καλά με την αλληλεγγύη την οποία ζητούν από την κοινωνία, όταν χάνουν τη δουλειά τους. Αυτό φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε τόσα χρόνια το συνδικαλιστικό τους όργανο τους νέους δημοσιογράφους και τους δημοσιογράφους των ηλεκτρονικών μέσων. Καμία αλληλεγγύη. Τους κράτησαν στην απέξω – ο Πρετεντέρης δεν τους χαλούσε, όμως. Γιατί η ΕΣΗΕΑ ήταν –και παραμένει- συντεχνία.
Επίσης, όλοι οι δημοσιογράφοι έχουν γίνει ξαφνικά ένα πράγμα. Ο δημοσιογράφος-λαμόγιο που έπαιρνε 20 χιλιάδες ευρώ το μήνα –επειδή είχε μια τυχαία αμοιβαία συμπάθεια με τους εκάστοτε κυβερνώντες- έχει γίνει ένα και το αυτό με τον δημοσιογράφο των 600 ευρώ. Όταν μένουν άνεργοι, αγιάζουν και εξισώνονται. Θαύμα, θαύμα!
Το λαμόγιο που έγραφε πληρωμένα άρθρα και τα έπαιρνε από σαράντα μεριές για να γράφει καλά λόγια για καλλιτέχνες, να προωθεί CD, μπαρ, εστιατόρια αλλά και να γράφει πληρωμένα συκοφαντικά σχόλια -τώρα που έχασε τη δουλειά του-, έγινε ξαφνικά κάποιος που αξίζει της αλληλεγγύης μας. Τι λέτε μωρέ; Ναι, να τον πάρετε και στο σπίτι σας.
Με κούρασαν οι δημοσιογράφοι με την γκρίνια τους και τις δικαιολογίες τους. Κι αυτοί κάνουν υπομονή και ανέχονται όλες τις ταπεινώσεις επειδή έχουν παιδιά ή επειδή θέλουν να αποκτήσουν παιδιά. Λες και τα παιδιά έχουν ανάγκη έναν πατέρα και μια μάνα που να συμπεριφέρονται σαν δούλοι. Για να γίνουν δουλικά και τα παιδιά.
Εν κατακλείδι, οι δημοσιογράφοι είναι άξιοι της μοίρας τους και της απροθυμίας τους να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους και να πετάξουν έξω από τη δημοσιογραφία τα αφεντικά και τα παράσιτα που προσποιούνται τους δημοσιογράφους.
Κι αντί –έστω και τώρα- να οργανωθούν επιτέλους και να φτιάξουν τα δικά τους ΜΜΕ, έχουν γαντζωθεί από τα αρχίδια των αφεντικών τους, με την ελπίδα πως αυτοί δεν θα χάσουν τη δουλειά τους.
Στις 21 Ιανουαρίου του 2011 έγραφα:
«Αλήθεια, πώς γίνεται να γράφεις πονεμένα άρθρα για τη χαμένη τιμή της ελληνικής δημοσιογραφίας και να μην τόλμησες να γράψεις ένα άρθρο για τους εκατοντάδες συναδέλφους σου που πετάχτηκαν στο δρόμο;
Ποιος τη γαμάει την ελληνική δημοσιογραφία, όταν δεν τολμάς να γράψεις ένα άρθρο για τον άνθρωπο που καθόταν στο διπλανό σου γραφείο επί δεκαετίες;»
Αλήθεια, πώς γίνεται;
pitsirikos.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου