Tου Νίκου Φραντζή
Η Ελβετία είναι πασίγνωστη, χρόνια τώρα, για τις σοκολάτες της, τα ρολόγια της, την πολιτική της ουδετερότητα και πάνω από όλα για τις τράπεζές της. Στην Ελλάδα της κρίσης ανακαλύψαμε και κάτι ακόμη που μπορεί να παραχθεί -όχι από την Ελβετία αλλά- με πρώτη ύλη από την κεντροευρωπαϊκή χώρα και εγχώρια τελειοποίηση με στόχο την εσωτερική κατανάλωση.
Πρόκειται για τα επικοινωνιακά παιχνίδια τα οποία παίζονται με αφορμή την Ελβετία και αποδέκτη το εγχώριο ακροατήριο, το οποίο είναι αλήθεια ότι -παρά τη σχεδόν απόλυτη πλέον δυσπιστία του σε ό,τι παράγεται από το πολιτικό μας σύστημα- παραμένει επιρρεπές σε συγκεκριμένης φιλοσοφίας σταθερά επαναλαμβανόμενο ρεπερτόριο θεωριών συνωμοσίας και αφιλοπατρίας.
Οι ελληνικές καταθέσεις στην Ελβετία έχουν πάρει εδώ και δύο χρόνια τη μορφή του «μπαμπούλα που έχει κατασπαράξει τον εγχώριο πλούτο» και το φόβητρο αυτό το έχουν ανασύρει, κατά καιρούς, τόσο οι αρμόδιοι υπουργοί όσο και ο πρώην πρωθυπουργός όταν θέλησαν να επικαλύψουν την αποτυχία της διακυβέρνησης των δύο τελευταίων ετών.
Διότι η διαρροή κεφαλαίων έχει να κάνει, πάνω από όλα, με την εμπιστοσύνη η οποία αναπτύσσεται ή καταστρέφεται από τις πολιτικές επιλογές που γίνονται κατά περίσταση.
Δεν είναι μυστικό ότι οι μεγαλύτερες εκροές καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες -ύψους 12 δισ. ευρώ- σημειώθηκαν το Σεπτέμβριο όταν διακόπηκαν, αιφνιδίως, οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα και τον Οκτώβριο με τη μοναδική «έμπνευση» του δημοψηφίσματος αποχώρησης από την Ευρωζώνη.
Στο ίδιο πλαίσιο, αυτό της «ελβετολαγνείας» συζητείται τώρα στη Βουλή η συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών με σκοπό τη φορολογική αξιοποίηση στον προαιώνιο εθνικό αγώνα κατά της φοροδιαφυγής.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς: όταν δεν μπορούν ή δεν επιθυμούν να ανταλλάξουν πληροφορίες φορολογικού περιεχομένου δύο ελληνικά υπουργεία όπως το Οικονομικών και το Μεταφορών σχετικά με τους Ελληνες ιδιοκτήτες αυτοκινήτων, πόσο μπορούμε να ποντάρουμε σε μια συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών με μια άλλη χώρα η οποία έχει κάθε συμφέρον να προστατέψει μια εθνική της -ιδιαίτερα κερδοφόρα- παραγωγή όπως αυτή των τραπεζικών υπηρεσιών;
Αν ψάχνουμε σε τραπεζικές καταθέσεις για προϊόντα παράνομων και αφορολόγητων δραστηριοτήτων γιατί δεν ξεκινάμε από τις ελληνικές τράπεζες και στη συνέχεια να τα αναζητήσουμε κάποιες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τη χώρα μας; Οταν ανοίγονται τα «πόθεν έσχες» των πολιτικών, γιατί αναρωτιόμαστε ποιος μετέφερε τους αποθεματοποιημένους κόπους του στη χώρα των ρολογιών και όχι πού, πώς και γιατί χύθηκε ο ιδρώτας του ώστε να σχηματισθεί η αποθεματοποίηση;
Γνωρίζουμε ότι η Ελβετία είναι η χώρα της σοκολάτας, κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι παράγει εξίσου καλής ποιότητας κουτόχορτο...
Πηγή: Ναυτεμπορική
Η Ελβετία είναι πασίγνωστη, χρόνια τώρα, για τις σοκολάτες της, τα ρολόγια της, την πολιτική της ουδετερότητα και πάνω από όλα για τις τράπεζές της. Στην Ελλάδα της κρίσης ανακαλύψαμε και κάτι ακόμη που μπορεί να παραχθεί -όχι από την Ελβετία αλλά- με πρώτη ύλη από την κεντροευρωπαϊκή χώρα και εγχώρια τελειοποίηση με στόχο την εσωτερική κατανάλωση.
Πρόκειται για τα επικοινωνιακά παιχνίδια τα οποία παίζονται με αφορμή την Ελβετία και αποδέκτη το εγχώριο ακροατήριο, το οποίο είναι αλήθεια ότι -παρά τη σχεδόν απόλυτη πλέον δυσπιστία του σε ό,τι παράγεται από το πολιτικό μας σύστημα- παραμένει επιρρεπές σε συγκεκριμένης φιλοσοφίας σταθερά επαναλαμβανόμενο ρεπερτόριο θεωριών συνωμοσίας και αφιλοπατρίας.
Οι ελληνικές καταθέσεις στην Ελβετία έχουν πάρει εδώ και δύο χρόνια τη μορφή του «μπαμπούλα που έχει κατασπαράξει τον εγχώριο πλούτο» και το φόβητρο αυτό το έχουν ανασύρει, κατά καιρούς, τόσο οι αρμόδιοι υπουργοί όσο και ο πρώην πρωθυπουργός όταν θέλησαν να επικαλύψουν την αποτυχία της διακυβέρνησης των δύο τελευταίων ετών.
Διότι η διαρροή κεφαλαίων έχει να κάνει, πάνω από όλα, με την εμπιστοσύνη η οποία αναπτύσσεται ή καταστρέφεται από τις πολιτικές επιλογές που γίνονται κατά περίσταση.
Δεν είναι μυστικό ότι οι μεγαλύτερες εκροές καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες -ύψους 12 δισ. ευρώ- σημειώθηκαν το Σεπτέμβριο όταν διακόπηκαν, αιφνιδίως, οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα και τον Οκτώβριο με τη μοναδική «έμπνευση» του δημοψηφίσματος αποχώρησης από την Ευρωζώνη.
Στο ίδιο πλαίσιο, αυτό της «ελβετολαγνείας» συζητείται τώρα στη Βουλή η συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών με σκοπό τη φορολογική αξιοποίηση στον προαιώνιο εθνικό αγώνα κατά της φοροδιαφυγής.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς: όταν δεν μπορούν ή δεν επιθυμούν να ανταλλάξουν πληροφορίες φορολογικού περιεχομένου δύο ελληνικά υπουργεία όπως το Οικονομικών και το Μεταφορών σχετικά με τους Ελληνες ιδιοκτήτες αυτοκινήτων, πόσο μπορούμε να ποντάρουμε σε μια συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών με μια άλλη χώρα η οποία έχει κάθε συμφέρον να προστατέψει μια εθνική της -ιδιαίτερα κερδοφόρα- παραγωγή όπως αυτή των τραπεζικών υπηρεσιών;
Αν ψάχνουμε σε τραπεζικές καταθέσεις για προϊόντα παράνομων και αφορολόγητων δραστηριοτήτων γιατί δεν ξεκινάμε από τις ελληνικές τράπεζες και στη συνέχεια να τα αναζητήσουμε κάποιες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τη χώρα μας; Οταν ανοίγονται τα «πόθεν έσχες» των πολιτικών, γιατί αναρωτιόμαστε ποιος μετέφερε τους αποθεματοποιημένους κόπους του στη χώρα των ρολογιών και όχι πού, πώς και γιατί χύθηκε ο ιδρώτας του ώστε να σχηματισθεί η αποθεματοποίηση;
Γνωρίζουμε ότι η Ελβετία είναι η χώρα της σοκολάτας, κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι παράγει εξίσου καλής ποιότητας κουτόχορτο...
Πηγή: Ναυτεμπορική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου