Κατέλαβαν την πλατεία Συντάγματος στην πιο αυθόρμητη εξέγερση που έγινε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.Υποτιμημένοι ή υπερεκτιμημένοι, «κομμουνιστές, φασίστες και μαλάκες» ή το πιο αυθόρμητο λαϊκό κίνημα από την εποχή της Μεταπολίτευσης, οι Έλληνες Αγανακτισμένοι δημιούργησαν ευθύς εξαρχής τον προσωπικό τους μύθο και, κατά τη γνώμη ορισμένων, παγιδεύτηκαν σε αυτόν. Δεν έχει πια σημασία αν ο πυροκροτητής για την αφύπνισή τους ήταν η απαξίωση -είτε αληθινή είτε χαλκευμένη- των Ισπανών ομογάλακτων -«σιγά, μην ξυπνήσουμε τους ΄Ελληνες!»-, όπως και δεν έχει πια σημασία τι θα συνέβαινε αν ιδεολογικά δεν ήταν το σκορποχώρι που τελικά ήταν.
Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες Αγανακτισμένοι σχεδόν εξαφανίστηκαν πριν από την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου και, εδώ που τα λέμε, σχεδόν καθόλου δεν συνέβαλαν σε αυτή την πτώση – η κυβέρνηση κατεδαφίστηκε με το πρώτο δυνατό αεράκι από τις Βρυξέλλες. Σε ανύποπτο χρόνο, όταν ακόμη οι Αγανακτισμένοι ήταν στην ακμή τους, είχα πει ότι η κυβέρνηση θα τους αφήσει να ξεφουσκώσουν μέσα σε ατέρμονες συνελεύσεις, αγωνιστικά χάπενινγκ και μούντζες εκτόνωσης, έτσι δε και διαπιστώσει πως αυτή η τακτική της είναι ατελέσφορη ή τραβάει υπερβολικά σε μάκρος, θα επιχειρήσει ν’ αραιώσει τις γραμμές τους με προβοκάτσιες και να διαλύσει κατόπιν τα απομεινάρια τους με τη βία. Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση δοκίμασε με σχετική επιτυχία και τις δυο μεθόδους. Στο τέλος του καλοκαιριού οι Έλληνες Αγανακτισμένοι ήταν ήδη ανάμνηση, με δυο ετεροχρονισμένους, ξεφτισμένους σπασμούς σε δυο -ποδοσφαιρικά μιλώντας- «στημένες φάσεις»: την 28η Οκτωβρίου και το Πολυτεχνείο.
Δεν έμεινε, λοιπόν, τίποτα σήμερα από αυτούς; Δεν είμαι σίγουρος. Έμεινε πρώτα απ’ όλα η πεποίθηση πως ένα λαϊκό κίνημα μπορεί να σταθεί στα πόδια του χωρίς κομματικό καπέλωμα και χειραγώγηση από τους συνδικαλιστοπατέρες – για την ακρίβεια, αυτό το «χωρίς» σήμερα επιβάλλεται, καθώς συνδυάζεται με καθολική περιφρόνηση του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Έμεινε και κάτι σημαντικότερο.
Ένας φίλος μου τις προάλλες μου έγραψε: «Μην υποτιμάς την οργή του υπομονετικού ανθρώπου». Στις μέρες που έρχονται, αυτός ο χρονίως υπομονετικός άνθρωπος, που τώρα βρίσκεται σε κατάθλιψη, ίσως ξαναβγεί στους δρόμους, πιο βίαιος και λιγότερο διστακτικός να σουτάρει προ της εστίας του αντιπάλου, αποφασισμένος ν’ ακολουθήσει τα νάματα, αλλά όχι και τα λάθη των Αγανακτισμένων που προηγήθηκαν. Ίσως τότε η διστακτικότητα και η αμφιθυμία μεταφερθούν από τις πλάτες των Αγανακτισμένων στις πλάτες των δυνάμεων που θα τους αντιμετωπίσουν.
Κερδισμένος σε αυτή την κόντρα πείσματος θα βγει -όπως πάντα- όποιος κλείσει δεύτερος τα βλέφαρα.
Πέτρος Τατσόπουλος
Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες Αγανακτισμένοι σχεδόν εξαφανίστηκαν πριν από την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου και, εδώ που τα λέμε, σχεδόν καθόλου δεν συνέβαλαν σε αυτή την πτώση – η κυβέρνηση κατεδαφίστηκε με το πρώτο δυνατό αεράκι από τις Βρυξέλλες. Σε ανύποπτο χρόνο, όταν ακόμη οι Αγανακτισμένοι ήταν στην ακμή τους, είχα πει ότι η κυβέρνηση θα τους αφήσει να ξεφουσκώσουν μέσα σε ατέρμονες συνελεύσεις, αγωνιστικά χάπενινγκ και μούντζες εκτόνωσης, έτσι δε και διαπιστώσει πως αυτή η τακτική της είναι ατελέσφορη ή τραβάει υπερβολικά σε μάκρος, θα επιχειρήσει ν’ αραιώσει τις γραμμές τους με προβοκάτσιες και να διαλύσει κατόπιν τα απομεινάρια τους με τη βία. Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση δοκίμασε με σχετική επιτυχία και τις δυο μεθόδους. Στο τέλος του καλοκαιριού οι Έλληνες Αγανακτισμένοι ήταν ήδη ανάμνηση, με δυο ετεροχρονισμένους, ξεφτισμένους σπασμούς σε δυο -ποδοσφαιρικά μιλώντας- «στημένες φάσεις»: την 28η Οκτωβρίου και το Πολυτεχνείο.
Δεν έμεινε, λοιπόν, τίποτα σήμερα από αυτούς; Δεν είμαι σίγουρος. Έμεινε πρώτα απ’ όλα η πεποίθηση πως ένα λαϊκό κίνημα μπορεί να σταθεί στα πόδια του χωρίς κομματικό καπέλωμα και χειραγώγηση από τους συνδικαλιστοπατέρες – για την ακρίβεια, αυτό το «χωρίς» σήμερα επιβάλλεται, καθώς συνδυάζεται με καθολική περιφρόνηση του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Έμεινε και κάτι σημαντικότερο.
Ένας φίλος μου τις προάλλες μου έγραψε: «Μην υποτιμάς την οργή του υπομονετικού ανθρώπου». Στις μέρες που έρχονται, αυτός ο χρονίως υπομονετικός άνθρωπος, που τώρα βρίσκεται σε κατάθλιψη, ίσως ξαναβγεί στους δρόμους, πιο βίαιος και λιγότερο διστακτικός να σουτάρει προ της εστίας του αντιπάλου, αποφασισμένος ν’ ακολουθήσει τα νάματα, αλλά όχι και τα λάθη των Αγανακτισμένων που προηγήθηκαν. Ίσως τότε η διστακτικότητα και η αμφιθυμία μεταφερθούν από τις πλάτες των Αγανακτισμένων στις πλάτες των δυνάμεων που θα τους αντιμετωπίσουν.
Κερδισμένος σε αυτή την κόντρα πείσματος θα βγει -όπως πάντα- όποιος κλείσει δεύτερος τα βλέφαρα.
Πέτρος Τατσόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου