Ένα από τα ανέκδοτα που είχα ακούσει στην Αμερική την δεκαετία του ’80 (εποχή, ακόμα, «ψυχρού πολέμου») έλεγε το εξής: «Αν θέλεις να τρελάνεις στ’ αλήθεια έναν Σοβιετικό πολίτη, φέρ’ τον στην Αμερική και βάλε τον να ψωνίσει σε ένα σούπερ-μάρκετ.Δεν θα ξέρει τι να κάνει, αφού θα είναι η πρώτη φορά στη ζωή του που θα κληθεί να επιλέξει ελεύθερα!» Αυτό μου έφερε τότε στο νου μια μεταφορική έκφραση από ένα ποίημα του Σπύρου Ζερβού, καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και σπουδαίου μαθηματικού: Έγραφε κάπου για «το σούπερ-μάρκετ της ελευθερίας»...
Πηγαίνω ακόμα πιο πίσω... Ήταν πρωί στις 24 Ιουλίου 1974. Η τραγωδία της Κύπρου είχε μόλις γράψει τον αιματηρό επίλογο της εφτάχρονης χούντας, και στην Ελλάδα ανέτελλε και πάλι το πολίτευμα που η ίδια αυτή χώρα γέννησε. Βγαίνοντας στο δρόμο –γυμνασιόπαιδο τότε- αντίκρισα ένα φαινόμενο πρωτόγνωρο για μένα: παντού εφημερίδες που για πρώτη φορά τις έβλεπα, έγραφαν για ελευθερία, για Δημοκρατία, για τον Καραμανλή και τους άλλους πολιτικούς που θα αναλάμβαναν –χωρίς, επιτέλους, να φορούν γαλόνια!- τις τύχες της χώρας... Πόσο μεγάλο δώρο φάνταζε τότε η τόσο αυτονόητη και κατοχυρωμένη σήμερα ελευθερία του τύπου!
Δεν υπάρχει, όμως, μεγαλύτερος εχθρός των αγαθών της ελευθερίας από το αυτονόητο! Θα αρκούσε και μόνο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προς απόδειξη: Σκεφτείτε πόσες θυελλώδεις ερωτικές σχέσεις, πολλές εκ των οποίων μάλιστα καλούνται να υπερνικήσουν κοινωνικά εμπόδια ή οικογενειακές απαγορεύσεις, «ξεφουσκώνουν» και τελικά διαλύονται μέσα σε ένα γάμο ή μια ελεύθερη συμβίωση. Ο λόγος προφανής: θεωρώντας πλέον καθένας από τους δύο εραστές τον άλλον ως δεδομένο, παύει να αποδύεται στον καθημερινό αγώνα να κατακτήσει τον ερωτικό εταίρο του εξ αρχής με επιστράτευση του καλύτερου εαυτού του. Κι αυτή η καθημερινή ανανέωση της βεβαιότητας του «ανήκειν» είναι που αναζωογονεί τη σχέση και την καθιστά βιώσιμη!
Σε επίπεδο κοινωνίας, κύριος εκφραστής της ελευθερίας ενός λαού είναι το δημοκρατικό πολίτευμα (στις διάφορες θεσμικές παραλλαγές του). Το πολίτευμα αυτό, όμως, έχει μια ιδιαιτερότητα: όπως ένα ποδήλατο, για να διατηρεί την ευστάθεια και την ισορροπία του θα πρέπει διαρκώς να βρίσκεται σε κίνηση, ποτέ σε στάση! Με άλλα λόγια, η στατική αντίληψη της Δημοκρατίας ως δεδομένου και μη διαπραγματεύσιμου αγαθού είναι το μικρόβιο που απειλεί περισσότερο την ύπαρξή της. Η Δημοκρατία δεν είναι ποτέ «αυτονόητη»: κατακτάται καθημερινά σαν να μην υπήρχε την προηγούμενη μέρα!
Εδώ υπάρχει όμως ένα λεπτό σημείο που, δυστυχώς, τείνουμε να το παραβλέπουμε. Το «σούπερ-μάρκετ της ελευθερίας» -για να θυμηθώ τον καθηγητή Ζερβό- δεν χαρίζει τα αγαθά του, αλλά τα προσφέρει με ένα τίμημα: την πιστή τήρηση των υποχρεώσεών μας απέναντι στο πολίτευμα. Κι επειδή το ίδιο το πολίτευμα δεν προσωποποιείται, μιλάμε ουσιαστικά για τις υποχρεώσεις μας απέναντι στον συνάνθρωπο και την ίδια την κοινωνία. Με το χέρι στην καρδιά, σε ποιο βαθμό τηρήσαμε αυτή την απαράβατη αρχή ως πολίτες, ως κοινωνικές ομάδες, ως λαός; Πότε παραμερίσαμε το προσωπικό ή στενά ομαδικό συμφέρον μας προκειμένου να μη βλάψουμε τον άλλον ή τους άλλους που βρίσκονταν σε λιγότερο προνομιακή θέση; Πότε είπαμε «δεν πειράζει, βρε αδερφέ, ας κάνω λίγο πιο πίσω στις αξιώσεις μου για να ζήσουν και οι άλλοι!»;
Δημοκρατία και κοινωνικός ή πολιτικός εγωκεντρισμός είναι έννοιες ασύμβατες. Αυτή την απλή επιταγή, δυστυχώς, την ξέχασαν οι Έλληνες όταν χωρίστηκαν σε ομάδες οργανωμένων συμφερόντων: Πολιτικά κόμματα που εύχονταν την αποτυχία του κυβερνώντος αντιπάλου –άρα, την καταστροφή της ίδιας της πατρίδας- προκειμένου να έρθουν αυτά στην εξουσία... Συνδικαλιστικοί φορείς που διεκδικούσαν όλο και περισσότερα από όλο και πιο άδεια κρατικά ταμεία, χρησιμοποιώντας τους ταλαιπωρούμενους πολίτες ως όμηρους ενός στυγνού εκβιασμού... Άνθρωποι που πλούτισαν εύκολα χωρίς ποτέ να αποδώσουν τα οφειλόμενα στο κράτος, αφήνοντας τον μη-προνομιούχο εργαζόμενο να σηκώνει το βάρος της εθνικής οικονομίας...
Το τραγικό σφάλμα όλων των παραπάνω είναι πως θεώρησαν τη Δημοκρατία σαν σούπερ-μάρκετ απ’ το οποίο θα μπορούσαν να ψωνίζουν παντοτινά δωρεάν, αφού κάποιοι άλλοι θα καλούνταν πάντα να πληρώσουν το λογαριασμό! Αυτό το σούπερ-μάρκετ, όμως, δεν άντεξε άλλο και τελικά χρεοκόπησε. Τώρα το πήραν κάτι στυγνοί Γερμανοί επιχειρηματίες που προσφέρουν κακοπληρωμένη δουλειά (κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί) σε εξαθλιωμένους εργάτες, πρώην πολίτες μιας πρώην ιστορικής και ένδοξης χώρας, που έκαναν το λάθος να πιστέψουν πως το μεγαλύτερο δώρο τους στην ανθρωπότητα –η Δημοκρατία- και η ελευθερία και εθνική αξιοπρέπεια που το πολίτευμα αυτό προϋποθέτει αλλά και διασφαλίζει, ήταν αξίες δεδομένες και «αυτονόητες». Η ελευθερία, όμως, δεν είναι ποτέ αυτονόητη αν δεν ανανεώνει κανείς καθημερινά το δικαίωμα να την απολαμβάνει. Έτσι ακριβώς όπως και οι ερωτικές σχέσεις!
enet.gr
Πηγαίνω ακόμα πιο πίσω... Ήταν πρωί στις 24 Ιουλίου 1974. Η τραγωδία της Κύπρου είχε μόλις γράψει τον αιματηρό επίλογο της εφτάχρονης χούντας, και στην Ελλάδα ανέτελλε και πάλι το πολίτευμα που η ίδια αυτή χώρα γέννησε. Βγαίνοντας στο δρόμο –γυμνασιόπαιδο τότε- αντίκρισα ένα φαινόμενο πρωτόγνωρο για μένα: παντού εφημερίδες που για πρώτη φορά τις έβλεπα, έγραφαν για ελευθερία, για Δημοκρατία, για τον Καραμανλή και τους άλλους πολιτικούς που θα αναλάμβαναν –χωρίς, επιτέλους, να φορούν γαλόνια!- τις τύχες της χώρας... Πόσο μεγάλο δώρο φάνταζε τότε η τόσο αυτονόητη και κατοχυρωμένη σήμερα ελευθερία του τύπου!
Δεν υπάρχει, όμως, μεγαλύτερος εχθρός των αγαθών της ελευθερίας από το αυτονόητο! Θα αρκούσε και μόνο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προς απόδειξη: Σκεφτείτε πόσες θυελλώδεις ερωτικές σχέσεις, πολλές εκ των οποίων μάλιστα καλούνται να υπερνικήσουν κοινωνικά εμπόδια ή οικογενειακές απαγορεύσεις, «ξεφουσκώνουν» και τελικά διαλύονται μέσα σε ένα γάμο ή μια ελεύθερη συμβίωση. Ο λόγος προφανής: θεωρώντας πλέον καθένας από τους δύο εραστές τον άλλον ως δεδομένο, παύει να αποδύεται στον καθημερινό αγώνα να κατακτήσει τον ερωτικό εταίρο του εξ αρχής με επιστράτευση του καλύτερου εαυτού του. Κι αυτή η καθημερινή ανανέωση της βεβαιότητας του «ανήκειν» είναι που αναζωογονεί τη σχέση και την καθιστά βιώσιμη!
Σε επίπεδο κοινωνίας, κύριος εκφραστής της ελευθερίας ενός λαού είναι το δημοκρατικό πολίτευμα (στις διάφορες θεσμικές παραλλαγές του). Το πολίτευμα αυτό, όμως, έχει μια ιδιαιτερότητα: όπως ένα ποδήλατο, για να διατηρεί την ευστάθεια και την ισορροπία του θα πρέπει διαρκώς να βρίσκεται σε κίνηση, ποτέ σε στάση! Με άλλα λόγια, η στατική αντίληψη της Δημοκρατίας ως δεδομένου και μη διαπραγματεύσιμου αγαθού είναι το μικρόβιο που απειλεί περισσότερο την ύπαρξή της. Η Δημοκρατία δεν είναι ποτέ «αυτονόητη»: κατακτάται καθημερινά σαν να μην υπήρχε την προηγούμενη μέρα!
Εδώ υπάρχει όμως ένα λεπτό σημείο που, δυστυχώς, τείνουμε να το παραβλέπουμε. Το «σούπερ-μάρκετ της ελευθερίας» -για να θυμηθώ τον καθηγητή Ζερβό- δεν χαρίζει τα αγαθά του, αλλά τα προσφέρει με ένα τίμημα: την πιστή τήρηση των υποχρεώσεών μας απέναντι στο πολίτευμα. Κι επειδή το ίδιο το πολίτευμα δεν προσωποποιείται, μιλάμε ουσιαστικά για τις υποχρεώσεις μας απέναντι στον συνάνθρωπο και την ίδια την κοινωνία. Με το χέρι στην καρδιά, σε ποιο βαθμό τηρήσαμε αυτή την απαράβατη αρχή ως πολίτες, ως κοινωνικές ομάδες, ως λαός; Πότε παραμερίσαμε το προσωπικό ή στενά ομαδικό συμφέρον μας προκειμένου να μη βλάψουμε τον άλλον ή τους άλλους που βρίσκονταν σε λιγότερο προνομιακή θέση; Πότε είπαμε «δεν πειράζει, βρε αδερφέ, ας κάνω λίγο πιο πίσω στις αξιώσεις μου για να ζήσουν και οι άλλοι!»;
Δημοκρατία και κοινωνικός ή πολιτικός εγωκεντρισμός είναι έννοιες ασύμβατες. Αυτή την απλή επιταγή, δυστυχώς, την ξέχασαν οι Έλληνες όταν χωρίστηκαν σε ομάδες οργανωμένων συμφερόντων: Πολιτικά κόμματα που εύχονταν την αποτυχία του κυβερνώντος αντιπάλου –άρα, την καταστροφή της ίδιας της πατρίδας- προκειμένου να έρθουν αυτά στην εξουσία... Συνδικαλιστικοί φορείς που διεκδικούσαν όλο και περισσότερα από όλο και πιο άδεια κρατικά ταμεία, χρησιμοποιώντας τους ταλαιπωρούμενους πολίτες ως όμηρους ενός στυγνού εκβιασμού... Άνθρωποι που πλούτισαν εύκολα χωρίς ποτέ να αποδώσουν τα οφειλόμενα στο κράτος, αφήνοντας τον μη-προνομιούχο εργαζόμενο να σηκώνει το βάρος της εθνικής οικονομίας...
Το τραγικό σφάλμα όλων των παραπάνω είναι πως θεώρησαν τη Δημοκρατία σαν σούπερ-μάρκετ απ’ το οποίο θα μπορούσαν να ψωνίζουν παντοτινά δωρεάν, αφού κάποιοι άλλοι θα καλούνταν πάντα να πληρώσουν το λογαριασμό! Αυτό το σούπερ-μάρκετ, όμως, δεν άντεξε άλλο και τελικά χρεοκόπησε. Τώρα το πήραν κάτι στυγνοί Γερμανοί επιχειρηματίες που προσφέρουν κακοπληρωμένη δουλειά (κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί) σε εξαθλιωμένους εργάτες, πρώην πολίτες μιας πρώην ιστορικής και ένδοξης χώρας, που έκαναν το λάθος να πιστέψουν πως το μεγαλύτερο δώρο τους στην ανθρωπότητα –η Δημοκρατία- και η ελευθερία και εθνική αξιοπρέπεια που το πολίτευμα αυτό προϋποθέτει αλλά και διασφαλίζει, ήταν αξίες δεδομένες και «αυτονόητες». Η ελευθερία, όμως, δεν είναι ποτέ αυτονόητη αν δεν ανανεώνει κανείς καθημερινά το δικαίωμα να την απολαμβάνει. Έτσι ακριβώς όπως και οι ερωτικές σχέσεις!
enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου