Είναι μόνιμο σημείο τριβής οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί (ΓΤΟ) στην Ευρώπη. Από τη μία, οι Ευρωπαίοι είναι τουλάχιστον σκεπτικοί απέναντί τους (σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, το 61% των πολιτών της Ε.Ε. δεν τους εμπιστεύονται) και υπάρχει μεγάλη αντίδραση στην υιοθέτησή τους - πριν από μερικά χρόνια μάλιστα είχε φτάσει στο Ευρωκοινοβούλιο υπόμνημα υπογραμμένο από ένα εκατομμύριο πολίτες με αίτημα την ολοκληρωτική απαγόρευσή τους.
Από την άλλη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου πιέζει την Ε.Ε. να εναρμονίσει το νομοθετικό πλαίσιό της με τις χώρες με μεγάλη αγροτική παραγωγή, (ΗΠΑ, Καναδάς, Βραζιλία), που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην καλλιέργεια των μεταλλαγμένων. Οπως γίνεται εύκολα κατανοητό, η ολοκληρωτική απαγόρευση των ΓΤΟ υπό τον παρόντα παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων είναι μάλλον ουτοπική ευχή.
Ετσι, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί μετά την εφαρμογή της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας του 2001 είναι τουλάχιστον περίεργη. Τυπικά, επιτρέπεται η καλλιέργεια των εγκεκριμένων από την Ε.Ε. καλλιεργειών (που προς το παρόν είναι μόνο δύο, ένα είδος καλαμποκιού και ένα είδος πατάτας για βιομηχανική παραγωγή αμύλου) και η κυκλοφορία στο εμπόριο όσων ΓΤΟ έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τις - αρκετά αυστηρές - ισχύουσες ρυθμίσεις. Το αποτέλεσμα είναι ότι τελικά η καλλιέργεια ΓΤΟ εντός Ευρώπης είναι πάρα πολύ περιορισμένη (εκτός της Ισπανίας), ενώ όσες χώρες είναι κάθετα αντίθετες στην καλλιέργεια ΓΤΟ στο έδαφός τους βρίσκονται σε «ημι-νόμιμο» καθεστώς, έχοντας ενεργοποιήσει τη λεγόμενη «ρήτρα διασφάλισης» έναντι της οδηγίας του 2001 (Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Ουγγαρία και Ελλάδα), κάτι που μόνο ως προσωρινή λύση μπορεί να ισχύσει.
Το Ευρωκοινοβούλιο, μετά από πρόταση της Κομισιόν, ανέλαβε να κάνει «μια μικρή χειρονομία προς όλους τους συμπολίτες μας που είναι αντίθετοι με την καλλιέργεια των μεταλλαγμένων», όπως το έθεσε η Κορίν Λεπάζ, η γαλλίδα ευρωβουλευτίνα των Σοσιαλιστών και εισηγήτρια των νέων ρυθμίσεων εκ μέρους της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Και αυτή η «χειρονομία» είναι ότι κατοχυρώνεται επίσημα το δικαίωμα κάθε κράτους-μέλους να περιορίζει ή να απαγορεύει την καλλιέργεια ΓΤΟ στο έδαφός του.
Το ψήφισμα εγκρίθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο στις αρχές Ιουλίου και θα συζητηθεί τώρα στο Συμβούλιο των κρατών-μελών. Αρχικά το δικαίωμα των κρατών-μελών να απαγορεύουν την καλλιέργεια ΓΤΟ στο έδαφός τους θα μπορούσε να αιτιολογείται από πληθώρα λόγων, όχι όμως από την επίκληση των δυσμενών επιπτώσεων των μεταλλαγμένων στην υγεία και στο περιβάλλον, οι οποίες θα αξιολογούνταν αποκλειστικά από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων. Το ενδιαφέρον είναι ότι τελικά το Ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε τροπολογίες που ορίζουν ότι θα μπορούν να κάνουν χρήση τέτοιων λόγων, όπως η πρόληψη της ανάπτυξης της αντίστασης σε φυτοφάρμακα, η διατήρηση της βιοποικιλότητας ή η έλλειψη στοιχείων σχετικά με τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες από την απελευθέρωση ΓΤΟ στο περιβάλλον (με την ευκαιρία, να σημειώσουμε ότι η τροπολογία για την προστασία της βιοποικιλότητας προτάθηκε από τον ευρωβουλευτή της σοσιαλιστικής ομάδας Κρίτωνα Αρσένη).
Εφόσον εγκριθεί το ψήφισμα, θα απαιτούνται αυστηροί έλεγχοι, ειδικά εκ μέρους των χωρών που απαγορεύουν τους ΓΤΟ, και ειδικότερα για την πρόληψη της τυχαίας παρουσίας ΓΤΟ σε άλλα αγροτικά προϊόντα. Ερχόμενοι όμως στα καθ' ημάς, το θέμα είναι ότι η ελληνική άρνηση στα μεταλλαγμένα δεν είναι προϊόν ώριμης θέσης, αλλά έχει προκύψει μέσα από τον κλασικό συνδυασμό λαϊκισμού και αδράνειας: ήταν πιο εύκολο για τους υπεύθυνους να πουν ένα ανέξοδο «όχι στα μεταλλαγμένα», που ικανοποιούσε και την κοινή γνώμη, χωρίς να εφαρμόσουν στην πράξη κανέναν έλεγχο για τη διασφάλιση αυτής της θέσης.
Την κατάσταση εξηγεί η Αμαλία Καραγκούνη, καθηγήτρια Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθύντρια του μεταπτυχιακού προγράμματος «Μικροβιακή Βιοτεχνολογία», που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με το ζήτημα: «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει στρατηγική ελέγχων από τα αρμόδια ή συναρμόδια υπουργεία και τον ΕΦΕΤ, ώστε να γνωρίζουμε τι συμβαίνει τόσο ως προς τις καλλιέργειες όσο και ως προς τα τρόφιμα που φτάνουν στα ράφια. Επί χρόνια η χώρα ακολουθεί λάθος τακτική: αντί να εναρμονίζεται με τους κανονισμούς και τις απόψεις τις Ε.Ε. και να κάνει σοβαρούς ελέγχους, λέει "όχι σε όλα". Ας λέγαμε έστω και "ναι μεν, αλλά" και να κάναμε ελέγχους και να ήμασταν συνεπείς, επιβάλλοντας πρόστιμα. Λέγοντας "όχι" χωρίς να διασφαλίζουμε τα σύνορά μας, γινόμαστε πρόχειροι και αναξιοπρεπείς. Ετσι διατηρούμε μια μη επιστημονική, ευθυνόφοβη και ασυνεπή στάση ως χώρα, χωρίς να προστατεύουμε τις βιοκαλλιέργειες, ούτε καν τη βιοποικιλότητα».
Με λίγα λόγια: μπορεί άραγε, ειδικά κάτω από τις σημερινές συνθήκες περικοπών, το ελληνικό κράτος να αναλάβει τις ευθύνες του για την προστασία όσων από εμάς αρνούνται την κατανάλωση μεταλλαγμένων; Δυστυχώς, τίποτε δεν δείχνει ότι μπορεί ή θέλει να το κάνει...
enet.gr
Από την άλλη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου πιέζει την Ε.Ε. να εναρμονίσει το νομοθετικό πλαίσιό της με τις χώρες με μεγάλη αγροτική παραγωγή, (ΗΠΑ, Καναδάς, Βραζιλία), που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην καλλιέργεια των μεταλλαγμένων. Οπως γίνεται εύκολα κατανοητό, η ολοκληρωτική απαγόρευση των ΓΤΟ υπό τον παρόντα παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων είναι μάλλον ουτοπική ευχή.
Ετσι, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί μετά την εφαρμογή της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας του 2001 είναι τουλάχιστον περίεργη. Τυπικά, επιτρέπεται η καλλιέργεια των εγκεκριμένων από την Ε.Ε. καλλιεργειών (που προς το παρόν είναι μόνο δύο, ένα είδος καλαμποκιού και ένα είδος πατάτας για βιομηχανική παραγωγή αμύλου) και η κυκλοφορία στο εμπόριο όσων ΓΤΟ έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τις - αρκετά αυστηρές - ισχύουσες ρυθμίσεις. Το αποτέλεσμα είναι ότι τελικά η καλλιέργεια ΓΤΟ εντός Ευρώπης είναι πάρα πολύ περιορισμένη (εκτός της Ισπανίας), ενώ όσες χώρες είναι κάθετα αντίθετες στην καλλιέργεια ΓΤΟ στο έδαφός τους βρίσκονται σε «ημι-νόμιμο» καθεστώς, έχοντας ενεργοποιήσει τη λεγόμενη «ρήτρα διασφάλισης» έναντι της οδηγίας του 2001 (Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Ουγγαρία και Ελλάδα), κάτι που μόνο ως προσωρινή λύση μπορεί να ισχύσει.
Το Ευρωκοινοβούλιο, μετά από πρόταση της Κομισιόν, ανέλαβε να κάνει «μια μικρή χειρονομία προς όλους τους συμπολίτες μας που είναι αντίθετοι με την καλλιέργεια των μεταλλαγμένων», όπως το έθεσε η Κορίν Λεπάζ, η γαλλίδα ευρωβουλευτίνα των Σοσιαλιστών και εισηγήτρια των νέων ρυθμίσεων εκ μέρους της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Και αυτή η «χειρονομία» είναι ότι κατοχυρώνεται επίσημα το δικαίωμα κάθε κράτους-μέλους να περιορίζει ή να απαγορεύει την καλλιέργεια ΓΤΟ στο έδαφός του.
Το ψήφισμα εγκρίθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο στις αρχές Ιουλίου και θα συζητηθεί τώρα στο Συμβούλιο των κρατών-μελών. Αρχικά το δικαίωμα των κρατών-μελών να απαγορεύουν την καλλιέργεια ΓΤΟ στο έδαφός τους θα μπορούσε να αιτιολογείται από πληθώρα λόγων, όχι όμως από την επίκληση των δυσμενών επιπτώσεων των μεταλλαγμένων στην υγεία και στο περιβάλλον, οι οποίες θα αξιολογούνταν αποκλειστικά από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων. Το ενδιαφέρον είναι ότι τελικά το Ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε τροπολογίες που ορίζουν ότι θα μπορούν να κάνουν χρήση τέτοιων λόγων, όπως η πρόληψη της ανάπτυξης της αντίστασης σε φυτοφάρμακα, η διατήρηση της βιοποικιλότητας ή η έλλειψη στοιχείων σχετικά με τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες από την απελευθέρωση ΓΤΟ στο περιβάλλον (με την ευκαιρία, να σημειώσουμε ότι η τροπολογία για την προστασία της βιοποικιλότητας προτάθηκε από τον ευρωβουλευτή της σοσιαλιστικής ομάδας Κρίτωνα Αρσένη).
Εφόσον εγκριθεί το ψήφισμα, θα απαιτούνται αυστηροί έλεγχοι, ειδικά εκ μέρους των χωρών που απαγορεύουν τους ΓΤΟ, και ειδικότερα για την πρόληψη της τυχαίας παρουσίας ΓΤΟ σε άλλα αγροτικά προϊόντα. Ερχόμενοι όμως στα καθ' ημάς, το θέμα είναι ότι η ελληνική άρνηση στα μεταλλαγμένα δεν είναι προϊόν ώριμης θέσης, αλλά έχει προκύψει μέσα από τον κλασικό συνδυασμό λαϊκισμού και αδράνειας: ήταν πιο εύκολο για τους υπεύθυνους να πουν ένα ανέξοδο «όχι στα μεταλλαγμένα», που ικανοποιούσε και την κοινή γνώμη, χωρίς να εφαρμόσουν στην πράξη κανέναν έλεγχο για τη διασφάλιση αυτής της θέσης.
Την κατάσταση εξηγεί η Αμαλία Καραγκούνη, καθηγήτρια Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθύντρια του μεταπτυχιακού προγράμματος «Μικροβιακή Βιοτεχνολογία», που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με το ζήτημα: «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει στρατηγική ελέγχων από τα αρμόδια ή συναρμόδια υπουργεία και τον ΕΦΕΤ, ώστε να γνωρίζουμε τι συμβαίνει τόσο ως προς τις καλλιέργειες όσο και ως προς τα τρόφιμα που φτάνουν στα ράφια. Επί χρόνια η χώρα ακολουθεί λάθος τακτική: αντί να εναρμονίζεται με τους κανονισμούς και τις απόψεις τις Ε.Ε. και να κάνει σοβαρούς ελέγχους, λέει "όχι σε όλα". Ας λέγαμε έστω και "ναι μεν, αλλά" και να κάναμε ελέγχους και να ήμασταν συνεπείς, επιβάλλοντας πρόστιμα. Λέγοντας "όχι" χωρίς να διασφαλίζουμε τα σύνορά μας, γινόμαστε πρόχειροι και αναξιοπρεπείς. Ετσι διατηρούμε μια μη επιστημονική, ευθυνόφοβη και ασυνεπή στάση ως χώρα, χωρίς να προστατεύουμε τις βιοκαλλιέργειες, ούτε καν τη βιοποικιλότητα».
Με λίγα λόγια: μπορεί άραγε, ειδικά κάτω από τις σημερινές συνθήκες περικοπών, το ελληνικό κράτος να αναλάβει τις ευθύνες του για την προστασία όσων από εμάς αρνούνται την κατανάλωση μεταλλαγμένων; Δυστυχώς, τίποτε δεν δείχνει ότι μπορεί ή θέλει να το κάνει...
enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου