Η συλλογή αποδείξεων αποτελεί πατριωτικό μας καθήκον, μας επαναλαμβάνει ξανά και ξανά η κυβέρνηση· πολλοί άλλωστε θυμόμαστε την ατάκα «αγαπάς την Ελλάδα; Απόδειξη!» πριν από κάμποσα χρόνια…
Κρίνοντας όμως εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι ο νεοέλληνας δεν είναι ιδιαιτέρως πιστός σε αυτήν του την αγάπη· στην καλύτερη των περιπτώσεων ο έρωτας του είναι πρόσκαιρος κι εξανεμίζεται μόλις μαζέψει τις αποδείξεις που χρειάζεται για να φτάσει το αφορολόγητο όριο. Όμως, η αγάπη (όπως, άλλωστε, και η κηπουρική!) χρειάζεται συνεχή καλλιέργεια και φροντίδα για να παραμείνει ζωντανή!
Αποτελεί, λοιπόν, πρόκληση για το Υπουργείο Οικονομίας να βρει ένα μηχανισμό που θα κρατήσει τη φορολογική αγάπη άσβεστη. Αυτό μπορεί να γίνει μονάχα αν δοθούν κίνητρα σε όλους τους εμπλεκόμενους στο ερωτικό τρίγωνο της φοροδιαφυγής:
• Στον καταναλωτή ώστε να μη σταματήσει να εκδηλώνει την αγάπη του ζητώντας συνεχώς αποδείξεις!
• Στον επαγγελματία που, χρησιμοποιώντας διάφορα θέλγητρα, προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τον καταναλωτή και να τον βάλει στον πειρασμό να μην πάρει απόδειξη, να αναπτύξει δηλαδή ειδύλλιο μαζί του εις βάρος της παλιάς του αγάπης!
• Στο δημόσιο υπάλληλο που, ηθελημένα ή αθέλητα, είτε ενθαρρύνει ή δεν κάνει ότι περνάει από το χέρι του για να σώσει τη νόμιμη αγάπη του καταναλωτή ή να αποτρέψει το παράνομο ειδύλλιο καταναλωτή-επαγγελματία!
Οι πειρασμοί είναι πολλοί και μεγάλοι, έτσι η κυβέρνηση με δημιουργική φαντασία να δημιουργήσει τις συνθήκες μακροημέρευσης της αγάπης!
Για παράδειγμα, μία διάταξη που θα επέτρεπε σε οποιονδήποτε πελάτη δε λάβει απόδειξη για το προϊόν ή υπηρεσία που πλήρωσε να διεκδικήσει αυτόματα την επιστροφή του ποσού που κατέβαλε μόλις καταγγείλει την παράβαση θα αποτελούσε ισχυρό κίνητρο για να καταγγείλει ο καθένας τις περιπτώσεις μη έκδοσης αποδείξεων. Αν, επίσης, έδινε στον κρατικό υπάλληλο ένα 50% επί της δηλωθείσας φοροδιαφυγής, ως μπόνους, θα είχε κι αυτός ένα καλό κίνητρο ώστε να μην σπεύσει βραδέως για να διαπιστώσει την παράβαση.
Τέλος, ο επαγγελματίας θα έχει κάθε λόγο να εκδώσει απόδειξη, αφού θα ήταν άφρονο να ρισκάρει ένα πρόστιμο 150% επί του συνόλου του ποσού που εισέπραξε.
Ένα τέτοιο μοντέλο καθιστά προσοδοφόρο για τον πελάτη να καταγγείλει κάθε περίπτωση που δεν λαμβάνει απόδειξη, αφού προφανώς ο επαγγελματίας δε θα μπορούσε ποτέ να του κάνει έκπτωση 100% για να μην εκδώσει απόδειξη. Δίδοντας κίνητρα στο δημόσιο υπάλληλο, που προφανώς θα έχει όφελος να διακριβώνει τέτοιου είδους φορολογικές παραβάσεις, εξασφαλίζει την άμεση απάντηση στις καταγγελίες (θα μπορούσε η καταγγελία να γίνεται μέσω ενός ενιαίου τηλεφωνικού νούμερου το οποίο θα ειδοποιούσε την οικονομική αστυνομία, το ΣΔΟΕ, την ελληνική αστυνομία, κοκ, κι έτσι ο πρώτος που θα διαπιστώσει την παράβαση θα έπαιρνε το μπόνους!).
Τέλος, ο επαγγελματίας θα γνώριζε ότι μπαίνει σε διπλό κίνδυνο, αφού τόσο ο πελάτης όσο και ο δημόσιος υπάλληλος μπορούν να κερδίσουν εις βάρος του, αν αυτός επιλέξει να μην εκδώσει απόδειξη. Προφανώς αυτή η πρόταση δεν αποσκοπεί στην επιβολή προστίμων αλλά στο να εκμηδενίσει τους λόγους για τους οποίους δεν ζητάμε/δίνουμε/ελέγχουμε για αποδείξεις· όλοι θα είχαν ισχυρά κίνητρα να εκδηλώνουν την αγάπη τους μέσω αποδείξεων!
Ένα από τα χαρακτηριστικά της ελληνικής νομοθεσίας, όχι μονάχα σε περιόδους κρίσεις, είναι ο ανορθολογικός τρόπος που νομοθετεί· αυτό ίσως είναι ένας από τους σημαντικούς λόγους που ο πολίτης αναζητεί τρόπους να παρακάμψει τους νόμους. Συχνά υποστηρίζεται ότι αυτό που τελικά χρειάζεται δεν είναι επιπλέον νομοθεσία, αλλά ένας νόμος που να επιβάλλει στους πολίτες την εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας.
Προφανώς αυτή η λύση του υπερ-νόμου θα αποδεικνυόταν εξίσου αναποτελεσματική, αφού αν και όλοι οι νόμοι είναι εκ προοιμίου κανονιστικοί, εντούτοις δεν ακολουθούνται· έτσι ο οποιοσδήποτε υπερ-νόμος θα χρειάζεται ένα άλλο υπερ-υπερ-νόμο για να εφαρμοστεί, ο υπερ-υπερ-νόμος θα χρειαζόταν τη θεσμοθέτηση ενός υπερ-υπερ-υπερ-νόμου, κοκ. Όσο διασκεδαστική κι αν ακούγεται (κυρίως ως τιμωρία για τους νομοθέτες μας!) αυτή η εις άπειρον παραγωγή νόμων, πολύ λίγα αποτελέσματα θα είχε.
Αντιθέτως, μια προσέγγιση στο νομοθετείν που αποσκοπεί να πείσει, αντί να επιβάλλει, και παράσχει κίνητρα για την εφαρμογή των νόμων θα ήταν περισσότερο αποτελεσματική. Είναι ενδιαφέρον ότι ο έλληνας νομοθέτης σπάνια εξηγεί στον πολίτη τη χρησιμότητα του νόμου ή δίνει κίνητρα για την εφαρμογή του· αντίθετα, συνεχίζει να εμμένει στο «αποφασίζομεν και διατάζομεν». Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν ακολουθούσε τη συμβουλή από τους Νόμους του Πλάτωνα για την χρήση προοιμίων στην νομοθεσία που θα εξηγούσαν την αναγκαιότητα του κάθε συγκεκριμένου νόμου και πείθουν, αντί να εξαναγκάζουν, τον πολίτη στην υπακοή και υιοθέτηση τους;
Και μια μικρή παρατήρηση. Αυτή η πρόταση για τη φορολογία έχει σταλθεί σε εκτενή μορφή στους τέως και νυν υπουργούς οικονομικών, όπως και στο γραφείο του πρωθυπουργό μέσω e-mail (η παρούσα κυβέρνηση προωθεί, άλλωστε το e-gov σε όλες του τις μορφές). Απάντηση, όμως, δε λάβαμε…
Χάρης Πλατανάκης στό tovima.gr
Κρίνοντας όμως εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι ο νεοέλληνας δεν είναι ιδιαιτέρως πιστός σε αυτήν του την αγάπη· στην καλύτερη των περιπτώσεων ο έρωτας του είναι πρόσκαιρος κι εξανεμίζεται μόλις μαζέψει τις αποδείξεις που χρειάζεται για να φτάσει το αφορολόγητο όριο. Όμως, η αγάπη (όπως, άλλωστε, και η κηπουρική!) χρειάζεται συνεχή καλλιέργεια και φροντίδα για να παραμείνει ζωντανή!
Αποτελεί, λοιπόν, πρόκληση για το Υπουργείο Οικονομίας να βρει ένα μηχανισμό που θα κρατήσει τη φορολογική αγάπη άσβεστη. Αυτό μπορεί να γίνει μονάχα αν δοθούν κίνητρα σε όλους τους εμπλεκόμενους στο ερωτικό τρίγωνο της φοροδιαφυγής:
• Στον καταναλωτή ώστε να μη σταματήσει να εκδηλώνει την αγάπη του ζητώντας συνεχώς αποδείξεις!
• Στον επαγγελματία που, χρησιμοποιώντας διάφορα θέλγητρα, προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τον καταναλωτή και να τον βάλει στον πειρασμό να μην πάρει απόδειξη, να αναπτύξει δηλαδή ειδύλλιο μαζί του εις βάρος της παλιάς του αγάπης!
• Στο δημόσιο υπάλληλο που, ηθελημένα ή αθέλητα, είτε ενθαρρύνει ή δεν κάνει ότι περνάει από το χέρι του για να σώσει τη νόμιμη αγάπη του καταναλωτή ή να αποτρέψει το παράνομο ειδύλλιο καταναλωτή-επαγγελματία!
Οι πειρασμοί είναι πολλοί και μεγάλοι, έτσι η κυβέρνηση με δημιουργική φαντασία να δημιουργήσει τις συνθήκες μακροημέρευσης της αγάπης!
Για παράδειγμα, μία διάταξη που θα επέτρεπε σε οποιονδήποτε πελάτη δε λάβει απόδειξη για το προϊόν ή υπηρεσία που πλήρωσε να διεκδικήσει αυτόματα την επιστροφή του ποσού που κατέβαλε μόλις καταγγείλει την παράβαση θα αποτελούσε ισχυρό κίνητρο για να καταγγείλει ο καθένας τις περιπτώσεις μη έκδοσης αποδείξεων. Αν, επίσης, έδινε στον κρατικό υπάλληλο ένα 50% επί της δηλωθείσας φοροδιαφυγής, ως μπόνους, θα είχε κι αυτός ένα καλό κίνητρο ώστε να μην σπεύσει βραδέως για να διαπιστώσει την παράβαση.
Τέλος, ο επαγγελματίας θα έχει κάθε λόγο να εκδώσει απόδειξη, αφού θα ήταν άφρονο να ρισκάρει ένα πρόστιμο 150% επί του συνόλου του ποσού που εισέπραξε.
Ένα τέτοιο μοντέλο καθιστά προσοδοφόρο για τον πελάτη να καταγγείλει κάθε περίπτωση που δεν λαμβάνει απόδειξη, αφού προφανώς ο επαγγελματίας δε θα μπορούσε ποτέ να του κάνει έκπτωση 100% για να μην εκδώσει απόδειξη. Δίδοντας κίνητρα στο δημόσιο υπάλληλο, που προφανώς θα έχει όφελος να διακριβώνει τέτοιου είδους φορολογικές παραβάσεις, εξασφαλίζει την άμεση απάντηση στις καταγγελίες (θα μπορούσε η καταγγελία να γίνεται μέσω ενός ενιαίου τηλεφωνικού νούμερου το οποίο θα ειδοποιούσε την οικονομική αστυνομία, το ΣΔΟΕ, την ελληνική αστυνομία, κοκ, κι έτσι ο πρώτος που θα διαπιστώσει την παράβαση θα έπαιρνε το μπόνους!).
Τέλος, ο επαγγελματίας θα γνώριζε ότι μπαίνει σε διπλό κίνδυνο, αφού τόσο ο πελάτης όσο και ο δημόσιος υπάλληλος μπορούν να κερδίσουν εις βάρος του, αν αυτός επιλέξει να μην εκδώσει απόδειξη. Προφανώς αυτή η πρόταση δεν αποσκοπεί στην επιβολή προστίμων αλλά στο να εκμηδενίσει τους λόγους για τους οποίους δεν ζητάμε/δίνουμε/ελέγχουμε για αποδείξεις· όλοι θα είχαν ισχυρά κίνητρα να εκδηλώνουν την αγάπη τους μέσω αποδείξεων!
Ένα από τα χαρακτηριστικά της ελληνικής νομοθεσίας, όχι μονάχα σε περιόδους κρίσεις, είναι ο ανορθολογικός τρόπος που νομοθετεί· αυτό ίσως είναι ένας από τους σημαντικούς λόγους που ο πολίτης αναζητεί τρόπους να παρακάμψει τους νόμους. Συχνά υποστηρίζεται ότι αυτό που τελικά χρειάζεται δεν είναι επιπλέον νομοθεσία, αλλά ένας νόμος που να επιβάλλει στους πολίτες την εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας.
Προφανώς αυτή η λύση του υπερ-νόμου θα αποδεικνυόταν εξίσου αναποτελεσματική, αφού αν και όλοι οι νόμοι είναι εκ προοιμίου κανονιστικοί, εντούτοις δεν ακολουθούνται· έτσι ο οποιοσδήποτε υπερ-νόμος θα χρειάζεται ένα άλλο υπερ-υπερ-νόμο για να εφαρμοστεί, ο υπερ-υπερ-νόμος θα χρειαζόταν τη θεσμοθέτηση ενός υπερ-υπερ-υπερ-νόμου, κοκ. Όσο διασκεδαστική κι αν ακούγεται (κυρίως ως τιμωρία για τους νομοθέτες μας!) αυτή η εις άπειρον παραγωγή νόμων, πολύ λίγα αποτελέσματα θα είχε.
Αντιθέτως, μια προσέγγιση στο νομοθετείν που αποσκοπεί να πείσει, αντί να επιβάλλει, και παράσχει κίνητρα για την εφαρμογή των νόμων θα ήταν περισσότερο αποτελεσματική. Είναι ενδιαφέρον ότι ο έλληνας νομοθέτης σπάνια εξηγεί στον πολίτη τη χρησιμότητα του νόμου ή δίνει κίνητρα για την εφαρμογή του· αντίθετα, συνεχίζει να εμμένει στο «αποφασίζομεν και διατάζομεν». Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν ακολουθούσε τη συμβουλή από τους Νόμους του Πλάτωνα για την χρήση προοιμίων στην νομοθεσία που θα εξηγούσαν την αναγκαιότητα του κάθε συγκεκριμένου νόμου και πείθουν, αντί να εξαναγκάζουν, τον πολίτη στην υπακοή και υιοθέτηση τους;
Και μια μικρή παρατήρηση. Αυτή η πρόταση για τη φορολογία έχει σταλθεί σε εκτενή μορφή στους τέως και νυν υπουργούς οικονομικών, όπως και στο γραφείο του πρωθυπουργό μέσω e-mail (η παρούσα κυβέρνηση προωθεί, άλλωστε το e-gov σε όλες του τις μορφές). Απάντηση, όμως, δε λάβαμε…
Χάρης Πλατανάκης στό tovima.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου