Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού.
Κατά την Αρχαία Ελλάδα υπήρχε μια ετήσια γιορτή τα «Αδώνια». Όπως εορτάζουμε τα πάθη του Ιησού και το περάς από τον θάνατο στην ανάσταση έτσι και τότε γιόρταζαν τα Αδώνια.
Μια ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνη που συμβόλιζε το πέρας του χειμώνα και την έλευσης της άνοιξης, δηλαδή τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας.
Οι πρώτες ημέρες της γιορτής (αφανισμός) ήταν πένθιμες. Οι γυναίκες, που μόνο αυτές έπαιρναν μέρος στη γιορτή, είχαν την επιμέλεια της κηδείας του θεού και θρηνούσαν το χαμό του.
Μετά με λυμένα μαλλιά και γυμνόστηθες γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας κέρινα και πήλινα ομοιώματα του θεού και έψελναν πένθιμους ύμνους με τη συνοδεία αυλού.
Το πρωί της επόμενης μέρας, πετούσαν ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια.
Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών, οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του με χορούς και πλούσια γεύματα.
Στα αθηναϊκά Αδώνια, οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης.
Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" (Αδώνιδος κήποι), δηλαδή γλάστρες με φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα, τα οποία αργότερα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου.
Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα. Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.
Τα Αδώνια των υπόλοιπων πόλεων, ανάμεσα στις οποίες πιο λαμπρά ήταν της Αθήνας και του Άργους, διοργανώνονταν με τις προσωπικές οικονομικές εισφορές των γυναικών που συμμετείχαν σε αυτά, ενώ στη Ρόδου υπήρχε μια μικτή θρησκευτική αδελφότητα, οι λεγόμενοι «Αδωνιασταί» ή «Άδονται». Η ποιήτρια Σάπφω, από τη Λέσβο, αναφέρεται σε συνήθειες για το θρήνο του θανάτου του Άδωνη.
Σε κάποιες περιοχές, γίνονταν και μυήσεις σε μυστήρια του Θεού. Ο Λουκιανός μάλιστα αναφέρει ότι οι μύστες θυσίαζαν πρόβατο και έπαιρναν μετάληψη.
Κατά την παράδοση, ποιητής των εορταστικών τραγουδιών και των ελεγειών για τον θάνατο του Άδωνη ήταν ο Κινύρας, ο πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, που είχε εισάγει στο νησί την λατρεία της Αφροδίτης. Έλεγαν πως είχε έρθει από τη Βίβλο.
Οι τελετές αυτές, για τις οποίες ακόμη και ο προφήτης Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι είχε δει τις πιστές του Ταμμούζ (Άδωνι) να θρηνούν στην είσοδο του Ναού της Ιερουσαλήμ, διαδόθηκαν σ’ όλες τις μεσογειακές χώρες και έτυχαν ευρύτατης αποδοχής και στην Ιβηρική, μέχρι που καταργήθηκαν οριστικά από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο γύρω στο 384 μ.Χ.
Μαρτυρία των τελετών, χορών και θρήνων αυτών στην αρχαία Σεβίλλη διασώθηκε στο Βιβλίο των παθών των αγίων Ιούστας και Ρουφίνας, οι οποίες μαρτύρησαν γύρω στο 248. Σύμφωνα με το κείμενο, οι δύο χριστιανές, που πουλούσαν κεραμικά, διασταυρώθηκαν με την περιφορά των πιστών του Άδωνι, οι οποίοι, στην άρνηση των γυναικών να προσφέρουν τάματα στη μνήμη του θεού, τις προπηλάκισαν και εν τέλει τις φυλάκισαν.
Ως Αδώνια ή Αδωνίδια ήταν γνωστοί και οι θρήνοι που ψάλλονταν για τον Άδωνη κατά τη διάρκεια των εορτών, όπως ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του Βίωνος που έχει διασωθεί.
Κατάλοιπο των αρχαίων αυτών ύμνων είναι ο "Ζαφείρης", παιχνίδι και τραγούδι στο Ζαγόρι της Ηπείρου την Πρωτομαγιά, ένα έθιμο για την ανάσταση της φύσης και τη γονιμότητα των χωραφιών.
Το έπαιζαν τα κορίτσια την Πρωτομαγιά κι όλες τις Κυριακές του Μάη. Ένα αγόρι προσποιούνταν ότι πέθανε και τότε τα κορίτσια το στόλιζαν με άνθη μοιρολογώντας το. Ξαφνικά όμως ο «Ζαφείρης» σηκωνόταν. Τον «Ζαφείρη» τον παριστούσαν επίσης με μια κούκλα.
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι ομοιότητες ακόμα και η γένεσης αυτής της γιορτής τραβάει από τα αρχαία χρόνια μιας τεράστιας παρακαταθήκης από τους προγόνους μας που γενέτειρα αυτών των μυστηρίων ήταν η ίδια η φύση.
Μέσα σε αυτήν γεννιόμαστε μέσα σε αυτήν ζούμε και οφείλουμε να σεβαστούμε και μέσα σε αυτήν πεθαίνουμε και γινόμαστε ξανά ένα με αυτήν.
Από τον Λόγιο Ἑρμῆ
Κατά την Αρχαία Ελλάδα υπήρχε μια ετήσια γιορτή τα «Αδώνια». Όπως εορτάζουμε τα πάθη του Ιησού και το περάς από τον θάνατο στην ανάσταση έτσι και τότε γιόρταζαν τα Αδώνια.
Μια ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνη που συμβόλιζε το πέρας του χειμώνα και την έλευσης της άνοιξης, δηλαδή τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας.
Οι πρώτες ημέρες της γιορτής (αφανισμός) ήταν πένθιμες. Οι γυναίκες, που μόνο αυτές έπαιρναν μέρος στη γιορτή, είχαν την επιμέλεια της κηδείας του θεού και θρηνούσαν το χαμό του.
Μετά με λυμένα μαλλιά και γυμνόστηθες γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας κέρινα και πήλινα ομοιώματα του θεού και έψελναν πένθιμους ύμνους με τη συνοδεία αυλού.
Το πρωί της επόμενης μέρας, πετούσαν ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια.
Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών, οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του με χορούς και πλούσια γεύματα.
Στα αθηναϊκά Αδώνια, οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης.
Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" (Αδώνιδος κήποι), δηλαδή γλάστρες με φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα, τα οποία αργότερα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου.
Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα. Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.
Τα Αδώνια των υπόλοιπων πόλεων, ανάμεσα στις οποίες πιο λαμπρά ήταν της Αθήνας και του Άργους, διοργανώνονταν με τις προσωπικές οικονομικές εισφορές των γυναικών που συμμετείχαν σε αυτά, ενώ στη Ρόδου υπήρχε μια μικτή θρησκευτική αδελφότητα, οι λεγόμενοι «Αδωνιασταί» ή «Άδονται». Η ποιήτρια Σάπφω, από τη Λέσβο, αναφέρεται σε συνήθειες για το θρήνο του θανάτου του Άδωνη.
Σε κάποιες περιοχές, γίνονταν και μυήσεις σε μυστήρια του Θεού. Ο Λουκιανός μάλιστα αναφέρει ότι οι μύστες θυσίαζαν πρόβατο και έπαιρναν μετάληψη.
Κατά την παράδοση, ποιητής των εορταστικών τραγουδιών και των ελεγειών για τον θάνατο του Άδωνη ήταν ο Κινύρας, ο πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, που είχε εισάγει στο νησί την λατρεία της Αφροδίτης. Έλεγαν πως είχε έρθει από τη Βίβλο.
Οι τελετές αυτές, για τις οποίες ακόμη και ο προφήτης Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι είχε δει τις πιστές του Ταμμούζ (Άδωνι) να θρηνούν στην είσοδο του Ναού της Ιερουσαλήμ, διαδόθηκαν σ’ όλες τις μεσογειακές χώρες και έτυχαν ευρύτατης αποδοχής και στην Ιβηρική, μέχρι που καταργήθηκαν οριστικά από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο γύρω στο 384 μ.Χ.
Μαρτυρία των τελετών, χορών και θρήνων αυτών στην αρχαία Σεβίλλη διασώθηκε στο Βιβλίο των παθών των αγίων Ιούστας και Ρουφίνας, οι οποίες μαρτύρησαν γύρω στο 248. Σύμφωνα με το κείμενο, οι δύο χριστιανές, που πουλούσαν κεραμικά, διασταυρώθηκαν με την περιφορά των πιστών του Άδωνι, οι οποίοι, στην άρνηση των γυναικών να προσφέρουν τάματα στη μνήμη του θεού, τις προπηλάκισαν και εν τέλει τις φυλάκισαν.
Ως Αδώνια ή Αδωνίδια ήταν γνωστοί και οι θρήνοι που ψάλλονταν για τον Άδωνη κατά τη διάρκεια των εορτών, όπως ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του Βίωνος που έχει διασωθεί.
Κατάλοιπο των αρχαίων αυτών ύμνων είναι ο "Ζαφείρης", παιχνίδι και τραγούδι στο Ζαγόρι της Ηπείρου την Πρωτομαγιά, ένα έθιμο για την ανάσταση της φύσης και τη γονιμότητα των χωραφιών.
Το έπαιζαν τα κορίτσια την Πρωτομαγιά κι όλες τις Κυριακές του Μάη. Ένα αγόρι προσποιούνταν ότι πέθανε και τότε τα κορίτσια το στόλιζαν με άνθη μοιρολογώντας το. Ξαφνικά όμως ο «Ζαφείρης» σηκωνόταν. Τον «Ζαφείρη» τον παριστούσαν επίσης με μια κούκλα.
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι ομοιότητες ακόμα και η γένεσης αυτής της γιορτής τραβάει από τα αρχαία χρόνια μιας τεράστιας παρακαταθήκης από τους προγόνους μας που γενέτειρα αυτών των μυστηρίων ήταν η ίδια η φύση.
Μέσα σε αυτήν γεννιόμαστε μέσα σε αυτήν ζούμε και οφείλουμε να σεβαστούμε και μέσα σε αυτήν πεθαίνουμε και γινόμαστε ξανά ένα με αυτήν.
Από τον Λόγιο Ἑρμῆ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου