Ηταν ένα παιδί που αγάπησε αυτό που δεν µπορούσε να αποκτήσει: το πράσινο. Αφιέρωσε δεκαετίες τηςζωής του στα φυτά. Ο πρώτος γεωπόνος της γενιάς του που απαρνήθηκε την αγκαλιά του Δηµοσίου. Παραµονές Πρωτοµαγιάς ήταν πάντα οι µέρες του: η αφορµή για να µπολιάσει τη δική του αγάπη στις καρδιές τωνγειτόνων του και των πελατών του. Ακόµα και αν αυτοί ζουν όπως και ο ίδιος σε µια γκρίζα πόλη. Η ζωή του έχει συνδεθεί µε τη φροντίδα των φυτών. Η ιστορία του όµως έχει άλλη αφετηρία. Μακριά απότη µυρωδιά της βρεγµένης γης. Μέσα σε µια στοάπνιγµένη στηναδρεναλίνη και τη µυρωδιά του άγχους. Εκεί όπου οι αριθµοί και οι αποφάσεις των λίγων όριζαν τις τύχες των πολλών. Ο Αλέξανδρος Χοροµίδης γεννήθηκε στην Τουρκία το 1924. Ο πατέρας του δούλευε στο Χρηµατιστήριο της Τραπεζούντας και όταν η πενταµελής οικογένεια µετακόµισε στην Αθήνα έπιασεδουλειά στη Σοφοκλέους.Ηταν ένα επάγγελµα δύσκολο και δεν ήθελε να το ακολουθήσουν οι γιοι του. Ο µεγαλύτερος βάδισε τελικάστα χνάρια του. Οχι όµως και οΑλέξανδρος. ∆εν χρειαζόταν µεγάλη προσπάθεια για να αποθαρρυνθεί. Οι διακυµάνσεις της αγοράς δεν τον γοήτευαν. Πολύ περισσότερο, όµως, τον τρόµαζε η πίεση. Θυµάται ακόµα έναν χρηµατιστή που είχε γραφείο δίπλα στον πατέρα του. Μια µέρα λύγισε από το βάρος τωναγορών. Ανοιξε ένα χρηµατοκιβώτιο, έβαλε µέσα το κεφάλι του, τοποθέτησε την κάννη κάτω από το σαγόνι τουκαι πάτησε τη σκανδάλη.
Η ΚΛΙΣΗ. Ο Αλέξανδρος δεν µπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του πίσω από ένα γραφείο. Αν και µεγάλωσε στο Παγκράτι, σε µια αστική γειτονιά, προσπαθούσε πάντα να αποκαταστήσει τη σχέση του µε τη φύση. Λάτρευε την ορειβασία.Και όταν ήρθε η ώρα να αποφασίσει σε ποια σχολή θα φοιτήσει,η Γεωπονική έµοιαζε ηκαλύτερη επιλογή.
Σπούδασε εκεί στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Στο ίδιο τµήµα φοιτούσαν άλλοι 13 σπουδαστές, οι δύο γυναίκες. Γέµιζαν ένα µικρό δωµάτιο στην Ιερά Οδό. Απότότε οι γενιές µεγάλωναν µε το όνειρο του διορισµού στο ∆ηµόσιο. Στην εποχή του όσοι γεωπόνοι δεν δούλευαν στην Αγροτική Τράπεζα, έβρισκαν θέση στις διευθύνσεις Γεωργίας. Ο κ. Χοροµίδης δεν ήθελε να συµβιβαστεί σε µια µη δηµιουργική ζωή. Οπως δεν ακολούθησε το πατρικό παράδειγµα µε την επιλογή σχολής, έτσι και τότε απέδρασε από τις περιορισµένες φιλοδοξίες της γενιάς του.
«Ηµουν ο πρώτος γεωπόνος που δεν έγινε δηµόσιος υπάλληλος. Ο πρώτος που ασχολήθηκε µε το καλλωπιστικό πράσινο και όχι µε καλαµπόκια ή µπαµπάκια», λέει. Αυτή η κίνηση τον έφερε πιο κοντά στη φύση.
Από το 1957 διατηρεί το φυτώριό του σε 22 στρέµµατα στο Μενίδι. Οταν µετακόµισε εκεί από το πρώτο του µαγαζί στην οδό Σοφοκλέους, γύρω υπήρχαν µόνο χωράφια. Περνούσε ατέλειωτες ώρες στηδουλειά. Περίµενε να πέσει ο ήλιοςκαι άρχιζε το πότισµα µέχρι τη νύχτα. Στην περιοχή έφτασε το ρεύµα το 1974. Καµάρι στην αυλή του ήταν οι δενδροειδείς τριανταφυλλιές. Ηβασίλισσα των καλλωπιστικών φυτών, «µια αριστοκράτισσα» όπως αποκαλεί την ποικιλία. Θυµάται πάντα ότι τέτοιον καιρό, παραµονές Πρωτοµαγιάς, πνιγόταν στη δουλειά. Ετοίµαζε παραγγελίες. Συµµετείχε σε ανθοπάζαρα και στη γιορτή που έστηναν κάθε χρόνο οι κάτοικοι της Νέας Φιλαδέλφειας. Γιόρταζε και αυτός µαζί µε τις γειτονιές τις µυρωδιές της άνοιξης.
Με τον καιρό είδε την πόλη να απλώνεται και τη βιοµηχανική ασχήµια της να ζώνει τιςκαλλιέργειές του. Το Μενίδι άλλαξε. Μπούκωσε µε πρόχειρες κατασκευές και χοντροκοµµένα οικοδοµήµατα. Μπάζωσε τα ρέµατά του. Τεµαχίστηκε σε στενά δροµάκιαπου σταµατούνεκεί όπου ξεφυτρώνει το οικόπεδοτου γείτονα. Οταν τον συνάντησα, ένα βροχερό πρωινό του Απριλίου, τα τζάµια του γραφείου τουέτριζαν από τα µπάσα διερχόµενου οχήµατος. Ο κ.Χοροµίδης δενήξερε τι είναι. Ενας πρωτόγνωρος αστικός θόρυβος έξωαπό την πόρτα του. Και ο ίδιος πάντως άλλαξε. Πάτησε στα 87.Επισκέπτεται καθηµερινά το φυτώριο για δύοώρες, για επίβλεψη. ∆εν περνάεκεί όλη την ηµέρα, όπωςσυνήθιζε παλαιότερα. Μια τραγιάσκα κρύβειτα σηµάδια του χρόνου.Και γυαλιά µυωπίας γλυκαίνουντο βλέµµα του. Εχει λεβέντικη κορµοστασιά, αλλά µιλά ήρεµα και χωρίς βιασύνη. Αλλωστε έχει µάθει τι θα πει υποµονή πλάι σε φυτά που χρειάζονται χρόνο και µεράκι για να ανθίσουν. Λέει ότι δεν ήταν άνθρωπος µε µεγάλα όνειρα και πατούσε πάντα στην πραγµατικότητα. Ωστόσο, η ενασχόλησή του µε τη γη του άνοιξε πόρτες που ελάχιστοι τις έχουν διαβεί. Με τον αρχιτέκτονα ∆ηµήτρη Πικιώνη συµµετείχαν στη φύτευση του Λόφου τουΦιλοπάππου.Εντυσε µε πράσινο τη Σπετσοπούλα,ιδιόκτητη έκταση του Σταύρου Νιάρχου. Ανέλαβε τηφύτευση των κήπων στο κτίριο της αµερικανικής πρεσβείας. Και επί έξι µήνες εργάστηκε αποκλειστικά στον καλλωπισµό τουΣκορπιού, του νησιού του Αριστοτέλη Ωνάση.Τη δεκαετία του ’60 πάντρεψε τις δύο µεγάλες του αγάπες: το πράσινο και το ποδόσφαιρο. Αν και µεγάλωσε στην Αθήνα, ήταν οπαδός του Απόλλωνα Καλαµαριάς, της οµάδας τωνξεριζωµένων Ποντίων. ΣτηΡιζούπολη όµως, στο γήπεδο ενός άλλου Απόλλωνα – των Αθηνών– ο κ. Χοροµίδης άπλωσε το πρώτο πράσινο χαλί. Χρειάζονταν τότε έξι µήνες δουλειάς και αναµονής, καθώς το γρασίδι το έσπερναν. ∆εν το τοποθετούσαν σε κοµµάτια, έτοιµοόπως σήµερα. Αυτή η δουλειά ήταν η καλύτερη διαφήµισή του. Σειρά είχαν το παλιό γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, το Καυταντζόγλειο στη Θεσσαλονίκη, η έδρα της Παναχαϊκής στην Πάτρα και το γήπεδο του ΟΦΗ στο Ηράκλειο. Το1967 πρωτοπορεί ξανά στον χώρο της ανθοκοµίας. Εφαρµόζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα τηµέθοδο της υδρονέφωσης, που είναι ειδικός τρόπος ψεκασµού των φυτών.Καθηγητές της Γεωπονικής Σχολήςεκπλήσσονται µε τοσύστηµα και ταεπόµενα χρόνια επισκέπτονταιτο φυτώριο µε φοιτητές τους για πρακτικά µαθήµατα.
Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ. Ο κ. Χοροµίδης δεν µοιράζεται εύκολα αυτές τις αναµνήσεις. ∆εν αποτελούν κοµµάτι των διηγήσεών του ή αφορµές για να εκθέσει τις επιτυχείς κινήσεις του. Ο γιος του Ευκλείδης επιµένει γι’ αυτές. Τις υπενθυµίζει. Τις απαριθµεί. Σε κάποιους από αυτούς τους κήπους έχει δουλέψει και ο ίδιος. Σήµερα είναι50 χρονών και µαζί µε τον 44χρονο αδελφό του Σπύρο έχουν αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση. Ο πατέραςτους ελπίζει ότι µια µέρα το φυτώριο θα περάσει στα δύο εγγόνια του. Οσο φειδωλός είναι στα λόγια για τις επαγγελµατικές του εµπειρίες ο κ. Χοροµίδης τόσο δενκάνει... εκπτώσεις όταν µιλά γιατα φυτά. Οπωςέχει µάθει και στους γιους του, το φυτό σε θέλει πάντα δίπλα του. Χρειάζεται συνέπεια και αφοσίωση. ∆εν θα µιλήσει, λέει, αν δεν αισθανθεί καλά. ∆εν θα κουρνιάσει όπως ένα κατοικίδιο. ∆εν υπάρχουν µυστικά σε αυτή τη δουλειά. Πρέπει απλώς να είσαι κοντά για να δεις τα σηµάδια.
Η ΚΛΙΣΗ. Ο Αλέξανδρος δεν µπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του πίσω από ένα γραφείο. Αν και µεγάλωσε στο Παγκράτι, σε µια αστική γειτονιά, προσπαθούσε πάντα να αποκαταστήσει τη σχέση του µε τη φύση. Λάτρευε την ορειβασία.Και όταν ήρθε η ώρα να αποφασίσει σε ποια σχολή θα φοιτήσει,η Γεωπονική έµοιαζε ηκαλύτερη επιλογή.
Σπούδασε εκεί στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Στο ίδιο τµήµα φοιτούσαν άλλοι 13 σπουδαστές, οι δύο γυναίκες. Γέµιζαν ένα µικρό δωµάτιο στην Ιερά Οδό. Απότότε οι γενιές µεγάλωναν µε το όνειρο του διορισµού στο ∆ηµόσιο. Στην εποχή του όσοι γεωπόνοι δεν δούλευαν στην Αγροτική Τράπεζα, έβρισκαν θέση στις διευθύνσεις Γεωργίας. Ο κ. Χοροµίδης δεν ήθελε να συµβιβαστεί σε µια µη δηµιουργική ζωή. Οπως δεν ακολούθησε το πατρικό παράδειγµα µε την επιλογή σχολής, έτσι και τότε απέδρασε από τις περιορισµένες φιλοδοξίες της γενιάς του.
«Ηµουν ο πρώτος γεωπόνος που δεν έγινε δηµόσιος υπάλληλος. Ο πρώτος που ασχολήθηκε µε το καλλωπιστικό πράσινο και όχι µε καλαµπόκια ή µπαµπάκια», λέει. Αυτή η κίνηση τον έφερε πιο κοντά στη φύση.
Από το 1957 διατηρεί το φυτώριό του σε 22 στρέµµατα στο Μενίδι. Οταν µετακόµισε εκεί από το πρώτο του µαγαζί στην οδό Σοφοκλέους, γύρω υπήρχαν µόνο χωράφια. Περνούσε ατέλειωτες ώρες στηδουλειά. Περίµενε να πέσει ο ήλιοςκαι άρχιζε το πότισµα µέχρι τη νύχτα. Στην περιοχή έφτασε το ρεύµα το 1974. Καµάρι στην αυλή του ήταν οι δενδροειδείς τριανταφυλλιές. Ηβασίλισσα των καλλωπιστικών φυτών, «µια αριστοκράτισσα» όπως αποκαλεί την ποικιλία. Θυµάται πάντα ότι τέτοιον καιρό, παραµονές Πρωτοµαγιάς, πνιγόταν στη δουλειά. Ετοίµαζε παραγγελίες. Συµµετείχε σε ανθοπάζαρα και στη γιορτή που έστηναν κάθε χρόνο οι κάτοικοι της Νέας Φιλαδέλφειας. Γιόρταζε και αυτός µαζί µε τις γειτονιές τις µυρωδιές της άνοιξης.
Με τον καιρό είδε την πόλη να απλώνεται και τη βιοµηχανική ασχήµια της να ζώνει τιςκαλλιέργειές του. Το Μενίδι άλλαξε. Μπούκωσε µε πρόχειρες κατασκευές και χοντροκοµµένα οικοδοµήµατα. Μπάζωσε τα ρέµατά του. Τεµαχίστηκε σε στενά δροµάκιαπου σταµατούνεκεί όπου ξεφυτρώνει το οικόπεδοτου γείτονα. Οταν τον συνάντησα, ένα βροχερό πρωινό του Απριλίου, τα τζάµια του γραφείου τουέτριζαν από τα µπάσα διερχόµενου οχήµατος. Ο κ.Χοροµίδης δενήξερε τι είναι. Ενας πρωτόγνωρος αστικός θόρυβος έξωαπό την πόρτα του. Και ο ίδιος πάντως άλλαξε. Πάτησε στα 87.Επισκέπτεται καθηµερινά το φυτώριο για δύοώρες, για επίβλεψη. ∆εν περνάεκεί όλη την ηµέρα, όπωςσυνήθιζε παλαιότερα. Μια τραγιάσκα κρύβειτα σηµάδια του χρόνου.Και γυαλιά µυωπίας γλυκαίνουντο βλέµµα του. Εχει λεβέντικη κορµοστασιά, αλλά µιλά ήρεµα και χωρίς βιασύνη. Αλλωστε έχει µάθει τι θα πει υποµονή πλάι σε φυτά που χρειάζονται χρόνο και µεράκι για να ανθίσουν. Λέει ότι δεν ήταν άνθρωπος µε µεγάλα όνειρα και πατούσε πάντα στην πραγµατικότητα. Ωστόσο, η ενασχόλησή του µε τη γη του άνοιξε πόρτες που ελάχιστοι τις έχουν διαβεί. Με τον αρχιτέκτονα ∆ηµήτρη Πικιώνη συµµετείχαν στη φύτευση του Λόφου τουΦιλοπάππου.Εντυσε µε πράσινο τη Σπετσοπούλα,ιδιόκτητη έκταση του Σταύρου Νιάρχου. Ανέλαβε τηφύτευση των κήπων στο κτίριο της αµερικανικής πρεσβείας. Και επί έξι µήνες εργάστηκε αποκλειστικά στον καλλωπισµό τουΣκορπιού, του νησιού του Αριστοτέλη Ωνάση.Τη δεκαετία του ’60 πάντρεψε τις δύο µεγάλες του αγάπες: το πράσινο και το ποδόσφαιρο. Αν και µεγάλωσε στην Αθήνα, ήταν οπαδός του Απόλλωνα Καλαµαριάς, της οµάδας τωνξεριζωµένων Ποντίων. ΣτηΡιζούπολη όµως, στο γήπεδο ενός άλλου Απόλλωνα – των Αθηνών– ο κ. Χοροµίδης άπλωσε το πρώτο πράσινο χαλί. Χρειάζονταν τότε έξι µήνες δουλειάς και αναµονής, καθώς το γρασίδι το έσπερναν. ∆εν το τοποθετούσαν σε κοµµάτια, έτοιµοόπως σήµερα. Αυτή η δουλειά ήταν η καλύτερη διαφήµισή του. Σειρά είχαν το παλιό γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, το Καυταντζόγλειο στη Θεσσαλονίκη, η έδρα της Παναχαϊκής στην Πάτρα και το γήπεδο του ΟΦΗ στο Ηράκλειο. Το1967 πρωτοπορεί ξανά στον χώρο της ανθοκοµίας. Εφαρµόζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα τηµέθοδο της υδρονέφωσης, που είναι ειδικός τρόπος ψεκασµού των φυτών.Καθηγητές της Γεωπονικής Σχολήςεκπλήσσονται µε τοσύστηµα και ταεπόµενα χρόνια επισκέπτονταιτο φυτώριο µε φοιτητές τους για πρακτικά µαθήµατα.
Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ. Ο κ. Χοροµίδης δεν µοιράζεται εύκολα αυτές τις αναµνήσεις. ∆εν αποτελούν κοµµάτι των διηγήσεών του ή αφορµές για να εκθέσει τις επιτυχείς κινήσεις του. Ο γιος του Ευκλείδης επιµένει γι’ αυτές. Τις υπενθυµίζει. Τις απαριθµεί. Σε κάποιους από αυτούς τους κήπους έχει δουλέψει και ο ίδιος. Σήµερα είναι50 χρονών και µαζί µε τον 44χρονο αδελφό του Σπύρο έχουν αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση. Ο πατέραςτους ελπίζει ότι µια µέρα το φυτώριο θα περάσει στα δύο εγγόνια του. Οσο φειδωλός είναι στα λόγια για τις επαγγελµατικές του εµπειρίες ο κ. Χοροµίδης τόσο δενκάνει... εκπτώσεις όταν µιλά γιατα φυτά. Οπωςέχει µάθει και στους γιους του, το φυτό σε θέλει πάντα δίπλα του. Χρειάζεται συνέπεια και αφοσίωση. ∆εν θα µιλήσει, λέει, αν δεν αισθανθεί καλά. ∆εν θα κουρνιάσει όπως ένα κατοικίδιο. ∆εν υπάρχουν µυστικά σε αυτή τη δουλειά. Πρέπει απλώς να είσαι κοντά για να δεις τα σηµάδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου