Τα Παζάρια και οι εμποροπανηγύρεις, που και σήμερα μαγνητίζουν τους ανθρώπους όλων των ηλικιών, υπάρχουν και σήμερα σε αρκετές ελληνικές πόλεις και κωμοπόλεις. Η ρίζα των Παζαριών βρίσκεται στα Βυζαντινά χρόνια και ιδιαίτερα στις Βυζαντινές συντεχνίες, αλλά και στα κατοπινά χρόνια περισσότερο στις συντεχνίες οι οποίες είχαν δημιουργηθεί στη χώρα μας, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Είναι τα παζάρια θεσμός κοινωνικός και οικονομικός, με μια άτυπη μορφή που κράτησε μέσα στο χρόνο και συνεχίζει ως τα σήμερα.
Οι συντεχνίες στα χρόνια της Τουρκοκρατίας διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στο χώρο της οικονομίας για την ελληνική περιφέρεια.
Ο τρόπος διάθεσης και διακίνησης των συντεχνιακών προϊόντων ήταν η αγορά ή το παζάρι. Η αγορά κατείχε το πιο σημαντικό μέρος του Βαροσιού, που αποκλειστικά κινούνταν από Χριστιανούς εμπόρους, τεχνίτες και επαγγελματίες.
Η αγορά απλώνονταν κυρίως σε στενά σοκάκια, όπου υπήρχαν κατ' εξοχήν τα συντεχνιακά εργαστήρια. Ανάλογα, όμως, με την κατασκευή τους διακρίνονταν σε δύο κατηγορίες. Τα ξύλινα, τα οποία στο σύνολό τους ήταν και τα περισσότερα και στα λιθόκτιστα, τα οποία ήταν και τα λιγότερα εργαστήρια. Τα ξύλινα εργαστήρια μοιράζονταν το ανοικτό μέρος της αγοράς τα οποία λέγονταν, Τσαρσί ή Παζάρι (pazar) ή Μεϊντάνι (Meydam). Κάθε συντεχνία υπακούοντας πιστά την παράδοση είχε το δικό της σοκάκι. Εδώ πρέπει να τοποθετήσουμε και τα Πέτρινα Εργαστήρια, τα οποία ήταν θολογυριστά - κλειστά, τα λεγόμενα «Μπιζεστένι» (bezesten).
Στο σοκάκι κάθε συντεχνία διέθετε το δικό της εμπόρευμα, με αποτέλεσμα ο χώρος αυτός να παίρνει τη δική του ξέχωρη ονομασία όπως, παπουτσίδικα, ταμπάκικα, γιδοπάζαρο, προβατοπάζαρο, καλαντζίδικα κλπ. Οι ονομασίες αυτές έχουν μείνει και σήμερα και τις βρίσκουμε ακόμα και σε σύγχρονες μεγαλούπολεις, όπως, στη Λάρισα και αλλαχού. Έμειναν αυτά τα συντεχνιακά στοιχεία μέσα στην σημερινή εξελιγμένη βιομηχανία και οικονομία για να θυμίζουν τα παλιότερα εργαστήρια. Για να υπάρχει σωστή λειτουργία στο χώρο της αγοράς και για να αποφεύγεται κάθε είδους αυθαιρεσίας και παράβασης από τους πωλητές, υπήρχε ο επιστάτης της αγοράς, ο οποίος ήλεγχε τους πωλητές. Βέβαια και σήμερα υπάρχει το όργανο του κράτους, το οποίο ελέγχει τις τιμές, ή της αγορανομίας. Ο καθορισμός των μεγαλύτερων τιμών πώλησης, γινόταν από τις ίδιες τις συντεχνίες. Ο παραδοσιακός αυτός θεσμός του Παζαριού διατηρείται και σήμερα, αλλά ίσως με κάποια άλλη μορφή. Στο Νομό μας, σημαντικό Παζάρι ήταν αυτό της Ελασσόνας, το οποίο ήταν γεμάτο από κτηνοτροφικά προϊόντα και κυρίως από γιδοπρόβατα, αγελάδες και μουλάρια. Βέβαια η μορφή αυτή χάλασε πριν από 20 - 30 χρόνια και έγινε απλά πιο σύντομο σήμερα με άλλα βιομηχανικά προϊόντα. Το ίδιο συνέβη και με το Παζάρι της Λάρισας, του Τυρνάβου, των Φαρσάλων, το οποίο διαρκεί μια εβδομάδα και των Γόννων. Γενικά τα εβδομαδιαία Παζάρια είναι απομίμηση των συντεχνιών Παζαριών. Μεγαλύτερος χώρος διάθεσης των βιοτεχνικών, αγροτικών, κτηνοτροφικών προϊόντων, αλλά και γενικότερα του εμπορίου, ήταν τα εμπορικά Πανηγύρια.
Ανάμεσα λοιπόν στο Παζάρι και εμπορικό Πανηγύρι, πρέπει να διακρίνουμε ορισμένες διαφορές. Η υπεροχή του εμπορικού πανηγυριού απέναντι στο Παζάρι οφείλονταν κυρίως στο εξής: Το εμπορικό πανηγύρι έχει μεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων και ο πωλητής γινόταν αμέσως και αγοραστής, με την προϋπόθεση βέβαια, ότι θα έβρισκε κατάλληλα εμπορικά είδη και πρώτες ύλες για τη συντεχνία.
Βοηθούσε προς την κατεύθυνση αυτή και το σύστημα ανταλλαγής προϊόντων που επικρατούσε στα Πανηγύρια. Επίσης οι αντιπρόσωποι των συντεχνιών αποκτούσαν νέο αγοραστικό κοινό, που για διάφορες αιτίες, δύσκολα θα μπορούσαν να πλησιάσουν και να προσεταιρισθούν κάτω από άλλες συνθήκες. Έτσι, οι μεγάλες παραγγελίες εμπορευμάτων λόγω γνωριμιών, ήταν σημαντικό κοινωνικό - οικονομικό και επικοινωνιακό στοιχείο. Βέβαια, οι εμποροπανήγυρεις είχαν ένα μειονέκτημα ότι η χρονική τους διάρκεια ήταν μικρή. Το Παζάρι διαρκούσε σχεδόν όλο το χρόνο. Οι εμποροπανήγυρεις άρχιζαν την άνοιξη και τελείωναν τον Νοέμβριο και ήταν η πιο κατάλληλη περίοδος για το εμπόριο. Η συμμετοχή των συντεχνιών στα Πανηγύρια αυτά γινόταν ύστερα από συμφωνία και οι πωλητές μετέφεραν τα εμπορεύματά τους στο χώρο αυτό με τα ζώα, τα οποία σχημάτιζαν ένα είδος Καραβανιού. Όλες οι οικονομικές δραστηριότητες διενεργούνταν στο Πανηγύρι. Με τη λήξη των Πανηγυριών, γύριζαν οι πωλητές στον τόπο τους ή τραβούσαν για άλλα Παζάρια και Πανηγύρια. Αρκετοί βιοτέχνες και έμποροι πήγαιναν στα Παζάρια αποκλειστικά και μόνο, για να αγοράσουν εμπορεύματα. Στις περιπτώσεις αυτές οι συντεχνίες, εξουσιοδοτούσαν κάποιο πεπειραμένο και έμπιστο πρόσωπο, για να προμηθευθεί από τους Πραματάδες των άλλων περιοχών μεγάλη ποσότητα εμπορεύματος. Για να στηθεί μια νέα συντροφιά, έπρεπε να χορηγηθεί άδεια, ενώ υπογράφονταν και κάποιο συμφωνητικό, ανάμεσα στον μελλοντικό προμηθευτή και τον χρηματοδότη. Το συμφωνητικό αυτό το επεκύρωνε ο γραμματέας της συντεχνίας, και έτσι ήταν καθόλα νόμιμη η νέα επιχείρηση. Βέβαια, από την μορφή αυτή του Παζαριού σήμερα προέκυψε η «Λαϊκή», η οποία είναι μία ημέρα κάθε εβδομάδα και ως γνωστόν εκτίθενται προϊόντα καθημερινής ανάγκης.
Τα Παζάρια παλιότερα, όπως και σήμερα είχαν και ψυχαγωγικό χαρακτήρα, αφού υπήρχαν μουσικά όργανα, με τους οργανοπαίχτες διασκέδαζαν τους Παζαριώτες. Τα προϊόντα εκτός από τα ζώα, ήταν βιοτεχνικά, όπως φλοκάτες βελέντζες, είδη οικιακής χρήσης, γεωργικά προϊόντα κ.λπ. Βέβαια, σήμερα εκτίθενται κυρίως βιομηχανικά. Στη Θεσσαλία, σημαντικά Παζάρια γίνονται και σήμερα στο Βόλο, Αλμυρό Καρδίτσα και Τρίκαλα.
Του Αποστόλου Ποντίκα Δασκάλου - Καθηγητή - Πτυχ. Πολιτικών Επιστημών στη Λαρισα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου