Ο επιμένων ελληνικά. «Ο επιμένων ελληνικά» ήταν ένα παλιό μήνυμα που ακούγαμε και βλέπαμε εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 80. Την έμπνευση της διαφημιστικής καμπάνιας είχε ένας κάποιος μεικτός φορέας, ιδιωτών μικρομεσαίων επιχειρηματιών και του Δημοσίου. Την ανάγκη της επέβαλε το γεγονός ότι οι πωλήσεις των ελληνικών προϊόντων είχαν αρχίσει να υποχωρούν με ραγδαίους ρυθμούς και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να εισέρχονται σε κατάσταση πρόωρη ύφεσης, σε μια Ελλάδα που η καταναλωτική της ευρωστία ανέβαινε και άρχιζε να αποκτά νέες καταναλωτικές συνήθειες και «αξίες».
Ηταν τότε που είχαν αρχίζει να ρέουν άφθονα τα χρήματα των «κουτόφραγκων», έτσι νομίζαμε, μέσω ποικίλων κοινοτικών προγραμμάτων και επιδοτήσεων. Η βαλκανική Ελλάδα ανακάλυπτε τη γοητεία και τη γκλαμουριά του status symbol. Το ΄88 γινόταν πρώτη στην Ευρώπη, κατ’ αναλογίαν πληθυσμού, σε κατανάλωση ουίσκι και το ‘ 89 πρώτη σε κατοχή «Μερτσέντες», ( όπως και το 2008 πρώτη σε κατοχή Porsche Cayenne , ενώ το 2010 στον καιρό του μνημονίου, ερχόταν …απλώς δεύτερη!). Τότε λοιπόν νέα εμπορικά σήματα, sorry brands, (βοήθα Glitteratti), έκαναν την εμφάνισή τους σε μοδάτα μαγαζιά. Ο Μίδας της επίπλαστης ευημερίας, είχε καταργήσει τα οικονομικά σύνορα του καναναλωτισμού. Τα ψώνια στα …Μιλάνα και τα Παρίσια έγιναν must (και δεν ήταν για την μπουρζουαζία , για τον μέσο έλληνα φοροφυγά, όπως και τον μέσο δανεισμένο έλληνα ήταν). Την ίδια ώρα η ελληνική παραγωγή αποδομείτο και αργοπέθαινε - σε παράλληλή πορεία βέβαια και με την αγροτική παραγωγή .
Όλα αυτά όμως θα ανήκουν σε πολύ λίγο στην ιστορία του ελληνικού καταναλωτικού ονείρου. Οσες ελληνικές επιχειρήσεις είχαν παραμείνει εν ζωή, έστω κι αν φυτοζωούσαν, δέχονται πλέον την εξοντωτική επίθεση του μνημονίου με την στέγνια της ρευστότητας. Είναι επιχειρήσεις που δουλεύουμε εμείς, που δουλεύουν οι δικοί μας, οι συγγενείς μας, οι φίλοι μας, οι γείτονες, οι συγχωριανοί μας, που δουλεύουν, εν τέλει, έλληνες. Η κρίση μας αναγκάζει να κατανοήσουμε ότι είμαστε μια συγκεκριμένη κοινωνία που ακολουθεί πλέον την δική της κοινή πορεία και υφίσταται από κοινού τις επιπτώσεις της κρίσης.
Αυτή την ώρα, που μαίνεται η θύελλα της αδυσώπητης οικονομικής δυσπραγίας που ενέσκηψε, χιλιάδες επιχειρήσεις κινδυνεύουν να καταρρεύσουν, να γίνουν κουφάρια και να δημιουργήσουν επί πλέον ανέργους με άδειες τσέπες και άδειες ζωές. Γιαυτό και μείς, όσο και αν σας ακούγεται δασκαλίστικη η προτροπή, ας δώσουμε την δική μας μάχη. Ας αγοράσουμε με πείσμα ελληνικά προϊόντα. Ας μην περιμένουμε να μας το πει κάποια επίσημη καμπάνια της παραζαλισμένης κυβέρνησης.( Αλλωστε ο πρωθυπουργός μας θα θεωρούσε, ίσως, μια τέτοια καμπάνια, ασύμβατη με τον διεθνισμό και την πολυπολιτισμικότητά του!)
Ξέρουμε και έχουμε όλοι τις ενστάσεις μας: Μα η ποιότητα .. μα το κόστος… μα το στυλ… μα οι τιμές… κλπ. Όλα αυτά είναι γνωστά, σεβαστά, αλλά είμαστε σε πόλεμο και αυτά πρέπει να περάσουν σε δεύτερη μοίρα. Δεν θα διασκεδάσουμε λιγότερο αν στο μπαρ η την ταβέρνα αν παραγγείλουμε ελληνική μπύρα, δεν θα περπατήσουμε λιγότερο καλά αν αγοράσουμε ελληνικό παπούτσι, δεν θα πάρουμε περισσότερο καρκίνο (εμείς οι καπνιστές) αν αγοράσουμε ελληνικά τσιγάρα, δεν θα γίνουμε λιγότερο εμφανίσιμοι αν αγοράσουμε ελληνικά ρούχα.
Είμαστε σε πόλεμο, και ένα μέρος της έκβασής του είναι και δικό μας θέμα, του καθενός μας χωριστά. Η τσέπη μας είναι το δικό μας όπλο. Ας το χρησιμοποιήσουμε για να δώσουμε δουλειά σε έλληνες και μια ελάχιστη ανάσα στην ελληνική οικονομία.
ΥΓ: Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν απλοϊκότητα αυτή την προτροπή, στην εποχή του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, της ταξικής επίθεσης, της δορυφοροποίησης των περιφερειακών καπιταλιστικών οικονομιών, κλπ , κλπ. Κάποιοι άλλοι θα τα θεωρήσουν εθνικιστικά. Δεν πειράζει. Ο καθείς και αγώνας του…
του Γιάννη Σιδέρη
http://www.protagon.gr
Ηταν τότε που είχαν αρχίζει να ρέουν άφθονα τα χρήματα των «κουτόφραγκων», έτσι νομίζαμε, μέσω ποικίλων κοινοτικών προγραμμάτων και επιδοτήσεων. Η βαλκανική Ελλάδα ανακάλυπτε τη γοητεία και τη γκλαμουριά του status symbol. Το ΄88 γινόταν πρώτη στην Ευρώπη, κατ’ αναλογίαν πληθυσμού, σε κατανάλωση ουίσκι και το ‘ 89 πρώτη σε κατοχή «Μερτσέντες», ( όπως και το 2008 πρώτη σε κατοχή Porsche Cayenne , ενώ το 2010 στον καιρό του μνημονίου, ερχόταν …απλώς δεύτερη!). Τότε λοιπόν νέα εμπορικά σήματα, sorry brands, (βοήθα Glitteratti), έκαναν την εμφάνισή τους σε μοδάτα μαγαζιά. Ο Μίδας της επίπλαστης ευημερίας, είχε καταργήσει τα οικονομικά σύνορα του καναναλωτισμού. Τα ψώνια στα …Μιλάνα και τα Παρίσια έγιναν must (και δεν ήταν για την μπουρζουαζία , για τον μέσο έλληνα φοροφυγά, όπως και τον μέσο δανεισμένο έλληνα ήταν). Την ίδια ώρα η ελληνική παραγωγή αποδομείτο και αργοπέθαινε - σε παράλληλή πορεία βέβαια και με την αγροτική παραγωγή .
Όλα αυτά όμως θα ανήκουν σε πολύ λίγο στην ιστορία του ελληνικού καταναλωτικού ονείρου. Οσες ελληνικές επιχειρήσεις είχαν παραμείνει εν ζωή, έστω κι αν φυτοζωούσαν, δέχονται πλέον την εξοντωτική επίθεση του μνημονίου με την στέγνια της ρευστότητας. Είναι επιχειρήσεις που δουλεύουμε εμείς, που δουλεύουν οι δικοί μας, οι συγγενείς μας, οι φίλοι μας, οι γείτονες, οι συγχωριανοί μας, που δουλεύουν, εν τέλει, έλληνες. Η κρίση μας αναγκάζει να κατανοήσουμε ότι είμαστε μια συγκεκριμένη κοινωνία που ακολουθεί πλέον την δική της κοινή πορεία και υφίσταται από κοινού τις επιπτώσεις της κρίσης.
Αυτή την ώρα, που μαίνεται η θύελλα της αδυσώπητης οικονομικής δυσπραγίας που ενέσκηψε, χιλιάδες επιχειρήσεις κινδυνεύουν να καταρρεύσουν, να γίνουν κουφάρια και να δημιουργήσουν επί πλέον ανέργους με άδειες τσέπες και άδειες ζωές. Γιαυτό και μείς, όσο και αν σας ακούγεται δασκαλίστικη η προτροπή, ας δώσουμε την δική μας μάχη. Ας αγοράσουμε με πείσμα ελληνικά προϊόντα. Ας μην περιμένουμε να μας το πει κάποια επίσημη καμπάνια της παραζαλισμένης κυβέρνησης.( Αλλωστε ο πρωθυπουργός μας θα θεωρούσε, ίσως, μια τέτοια καμπάνια, ασύμβατη με τον διεθνισμό και την πολυπολιτισμικότητά του!)
Ξέρουμε και έχουμε όλοι τις ενστάσεις μας: Μα η ποιότητα .. μα το κόστος… μα το στυλ… μα οι τιμές… κλπ. Όλα αυτά είναι γνωστά, σεβαστά, αλλά είμαστε σε πόλεμο και αυτά πρέπει να περάσουν σε δεύτερη μοίρα. Δεν θα διασκεδάσουμε λιγότερο αν στο μπαρ η την ταβέρνα αν παραγγείλουμε ελληνική μπύρα, δεν θα περπατήσουμε λιγότερο καλά αν αγοράσουμε ελληνικό παπούτσι, δεν θα πάρουμε περισσότερο καρκίνο (εμείς οι καπνιστές) αν αγοράσουμε ελληνικά τσιγάρα, δεν θα γίνουμε λιγότερο εμφανίσιμοι αν αγοράσουμε ελληνικά ρούχα.
Είμαστε σε πόλεμο, και ένα μέρος της έκβασής του είναι και δικό μας θέμα, του καθενός μας χωριστά. Η τσέπη μας είναι το δικό μας όπλο. Ας το χρησιμοποιήσουμε για να δώσουμε δουλειά σε έλληνες και μια ελάχιστη ανάσα στην ελληνική οικονομία.
ΥΓ: Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν απλοϊκότητα αυτή την προτροπή, στην εποχή του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, της ταξικής επίθεσης, της δορυφοροποίησης των περιφερειακών καπιταλιστικών οικονομιών, κλπ , κλπ. Κάποιοι άλλοι θα τα θεωρήσουν εθνικιστικά. Δεν πειράζει. Ο καθείς και αγώνας του…
του Γιάννη Σιδέρη
http://www.protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου