Πριν μερικές μέρες η κ. Γεννηματά, Αναπλ. Υπουργός Παιδείας, έστειλε προς τα σχολεία της χώρας ειδική εγκύκλιο, που αφορά την Παγκόσμια ημέρα των Ρομά τονίζοντας την αναγκαιότητα συμμετοχής όλων των παιδιών στην εκπαίδευση ανεξαρτήτως καταγωγής ή θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Στην ίδια εγκύκλιο καλεί μαθητές και μαθήτριες σε συνεργασία με τους/τις εκπαιδευτικούς να οργανώσουν δράσεις ή να στείλουν μηνύματα με αντίστοιχο περιεχόμενο στα πλαίσια προφανώς μιας ευρύτερης ευαισθητοποίησης. Τέτοιες προτροπές, σημαντικές όντως, και σε τέτοιες εποχές ενδείκνυται- αποτελούν πρόκληση, για να ρίχνουμε μια ματιά και σε όσα συμβαίνουν πίσω από την κεντρική πολιτική σκηνή. Να εξετάζουμε-να ελέγχουμε δηλαδή το ευρύτερο περιεχόμενο του διαλόγου που αναπτύσσεται καθημερινά ανάμεσα στο υπουργείο παιδείας και στα σχολεία για κοινωνικά ζητήματα, αλλά και για πολύ συγκεκριμένα θέματα λειτουργίας των σχολείων. Έτσι η εξουσία στις σχέσεις της με τη μαθητική και εκπαιδευτική κοινότητα θεωρεί αυτονόητο ότι μπορεί να χρησιμοποιεί λόγο ευαισθησίας, ενώ η πραγματικότητα απεικονίζεται διαφορετικά χωρίς τα σχετικά φτιασίδια. Μια πραγματικότητα την οποία επιμελώς η εξουσία δεν λαμβάνει υπόψη της. Το παράδειγμα μιας άλλης εγκυκλίου του υπουργείου Παιδείας στις 14 Μαρτίου 2011 σύμφωνα με την οποία έπρεπε τα παιδιά των Ε΄ και Στ΄ τάξεων δημοτικού να γράψουν εκθέσεις ή να ζωγραφίσουν με θέμα «ο ρατσισμός ένα σύγχρονο επικίνδυνο κοινωνικό φαινόμενο» λίγες μέρες μετά την εξουθενωτική απεργία πείνας των 300 μεταναστών είναι ένα επιπλέον παράδειγμα. Οι απεργοί μετανάστες, αφού πρώτα διώχτηκαν από χώρους παιδείας –της Νομικής και ας θυμηθούμε του λόγους μέχρι να την εγκαταλείψουν- αποτελεί ένα από τα πολλά τρανταχτά παραδείγματα αντιφάσεων στο χώρο της εκπαίδευσης. Αν αυτό το γεγονός θέλαμε να το οριοθετήσουμε στο πλαίσιο της διδακτικής πρακτικής, δεν θα βρίσκαμε πιο κατάλληλη επιλογή όρου (αδόκιμος) από την «Παιδαγωγική υποκρισία του ρατσιστικού λόγου της εξουσίας»: Από τη μια η εκπαιδευτική και πνευματική εξουσία της χώρας διώχνει από χώρους παιδείας και εκπαίδευσης-χώροι παιδαγωγικής υπόσχεσης, ελπίδας, ανθρωπιάς και ισότητας- ανθρώπους, που ζητάνε προστασία και από την άλλη σε δικούς της πάλι χώρους, των σχολείων, ζητά από παιδιά να μιλήσουν και να εκφραστούν για ζητήματα ρατσισμού.
Στο πλαίσιο αυτού του ιδιότυπου διαλόγου για την 8η Απριλίου, μέρα των Ρομά, αποτυπώνεται και αναδεικνύεται χωρίς στολίδια ευαισθητοποίησης η πραγματικότητα: των συνθηκών διαβίωσης των Ρομά –φτώχειας και αποκλεισμού-, και των προοπτικών εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά στις παρούσες εκπαιδευτικές συνθήκες. Είναι σίγουρο ότι τόσο οι επιστήμονες όσο και οι εκπρόσωποι των Ρομά θα αναδείξουν στο συνέδριο που οργανώνει του Υπουργείο για τη μέρα -αφιέρωμα- τα παραπάνω ζητήματα που βιώνουν οι Ρομά για χρόνια. Όπως είναι σίγουρο πως κάποια σχολεία και όχι όλα θα στείλουν και μηνύματα για τη μέρα στο γραφείο σας Επιπλέον ίσως σε κάποια σχολεία, όπου φοιτούν παιδιά Ρομά, να οργανωθούν εκδηλώσεις (κοινωνικού ή φολκλόρ περιεχομένου), ενώ το όποιο διαπολιτισμικό ή αντιρατσιστικό μήνυμα της ημέρας θα έπρεπε να δοθεί από όλα τα σχολεία (γι’ αυτό εύχομαι να διαψευστώ και όλα τα σχολεία να στείλουν). Εκείνο όμως που είναι σίγουρα βέβαιο και θα ισχύει και μετά από το 24ωρο της 8ης Απριλίου, είναι ότι εξαιτίας της φτώχειας του κοινωνικού αποκλεισμού και της ευρύτερης πολιτικής για πολλά παιδιά Ρομά η σχολική αποτυχία θα συνεχίσει να καταγράφεται. Η σχολική διαρροή πολλών από αυτά τα παιδιά επίσης θα υφίσταται και ένας άγνωστος αριθμός από παιδιά Ρομά των καταυλισμών δεν θα πλησιάσουν και δεν θα περάσουν ποτέ κάποια πόρτα σχολείου, όπως συμβαίνει με τα παιδιά του καταυλισμού Ρομά της Περαίας Θεσσαλονίκης και τα παιδιά του καταυλισμού Αγία Σοφία (πρώην στρατοπέδου Γκόνου των Διαβατών Θεσσαλονίκης).
Η Διαπολιτισμική εκπαίδευση, όπως τη βιώνουμε στα σχολεία μας προϋποθέτει ότι τα παιδιά, που παρουσιάζουν διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, βρίσκονται εντός εκπαιδευτικού συστήματος. Ισχύει όμως; Όπως φαντάζομαι να γνωρίζετε ή να σας έχουν ενημερώσει πως χιλιάδες παιδιά Ρομά παραμένουν εκτός σχολείου –θύματα ενός συχνά απροκάλυπτου ρατσισμού.
Πάντα έτρεφα την ελπίδα ότι θα διαμορφωθούν κάποιες πολιτικές και ότι θα πολλαπλασιάζονταν οι προσπάθειες βελτίωσης της κατάστασης της εκπαίδευσης και για τα παιδιά Ρομά ή τουλάχιστον θα συνεχιζόταν οι λίγες που υπήρχαν. Δυστυχώς, είμαι υποχρεωμένος να ομολογήσω ότι οι προσδοκίες μου διαψεύδονται. Φοβούμαι ότι η φετινή σχολική χρονιά θα καταγραφεί ως μια επιπλέον χρονιά σχολικής αποτυχίας και διαρροής της εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά ειδικότερα και λυπούμαι ειλικρινά.
Κυρία υπουργέ,
Καθημερινά γίνομαι μάρτυρας της αγωνίας εκατοντάδων παιδιών φτωχών οικογενειών, κυρίως Ρομά, να αποκτήσουν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Μάταια, όμως. Ως σχολικός σύμβουλος Σερρών εδώ και τρία χρόνια με την υπηρεσία επιμελητών των Δικαστηρίων Σερρών και την Εισαγγελία συνεργάζομαι για την εκπαίδευση 15 παιδιών Ρομά που τελούν υπό δικαστική επιμέλεια. Παιδιά που δεν έχουν φοιτήσει σε σχολείο ή δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική Α/βαθμια εκπαίδευση. Για ένα διδακτικό εξάμηνο ανέλαβα την εκπαίδευσή τους (διδάσκοντας) πέρα των υποχρεώσεών μου ζητώντας παράλληλα από το 2008 ένα/μια εκπαιδευτικό. Αν και επανέρχομαι εγγράφως και προσωπικά συνεχώς στην αρχή και στο τέλος κάθε διδακτικού έτους, δεν διατέθηκε ένας/μια εκπαιδευτικός γι’ αυτά τα παιδιά. ΤΥΧΑΙΟ;
Όπως δεν νομίζω να ‘ναι τυχαίο ότι το μοναδικό σχολείο, που συγχωνεύεται στην πόλη των Σερρών στις πρόσφατες αλλαγές του σχολικού χάρτη της χώρας, είναι το 22ο Δημοτικό σχολείο με το συστεγαζόμενό του 2ο Δημοτικό Σχολείο, στα οποία φοιτούν πολλά παιδιά Ρομά μιας και βρίσκονται σε περιοχής της πόλης, όπου ζουν πολλές οικογένειες Ρομά. ( το πρόσχημα ο μικρός αριθμός παιδιών περίπου 80 παιδιά το 22ο ως 6θέσιο και 180 περίπου το 2ο ως 12θεσιο). Και όμως θα οργανωθεί το πρόγραμμα «εκπαίδευση παιδιών Ρομά» του υπουργείου και γι’ αυτά τα σχολεία και ενδεχομένως αύριο η περιοχή και το σχολείο να ζητηθεί να συμμετέχουν στο πρόγραμμα της Ζώνης Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ). Δεν είναι παιδαγωγική υποκρισία και ειρωνεία; Από τη μια να κλείνουμε το σχολείο και από την άλλη να οργανώνουμε ειδικό πρόγραμμα ένταξης, φοίτησης και καταπολέμησης της σχολικής διαρροής των παιδιών;
Φαίνεται πως η ευαισθησία του κράτους για την εκπαίδευση παιδιών Ρομά εξαντλείται, όταν συντρέχουν πρόστιμα εις βάρος της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όπως συνέβη πριν περίπου ένα χρόνο για την περίπτωση των παιδιών Ρομά του καταυλισμού του Εργοχωρίου Βέροιας. Πράγματι κυρία υπουργέ έτσι ξεκίνησε, αλλά αν σήμερα τα παιδιά του οικισμού του Εργοχωρίου φαίνεται να συνεχίζουν τη φοίτησή τους, οφείλεται αφενός στο γεγονός ότι από την αρχή σε ειδικές συναντήσεις --με επικεφαλής την τότε ειδική Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας κ. Δραγώνα με υπηρεσιακούς παράγοντες, τη Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Βεροίας και τους συλλόγους γονέων των σχολείων, όπου είχα την τιμή να κληθώ και να συμμετέχω και ως ειδικός επιστήμονας--- η εκπαίδευση τέθηκε σε βάση σεβασμού του Δικαιώματος της εκπαίδευσης και αφετέρου στις προσπάθειες των δασκάλων των σχολείων της Βέροιας, όπου εγγράφηκαν τα παιδιά Ρομά.
Κυρία Υπουργέ η 22χρονη εργασία μου ως δάσκαλος σε σχολεία με παιδιά Ρομά της Θεσσαλονίκης δυστυχώς καταγράφει τις τελευταίες από τις παραπάνω διαπιστώσεις και δεν βρίσκω πιο κατάλληλα λόγια από αυτά του Ούγγρου Ρομά συγγραφέα Μένιχερτ Λάκατος, ο οποίος ως εκπρόσωπος των Ρομά σε συνεδρίαση του ΟΗΕ το 1975 είπε: «Κυρίες και κύριοι ίσως πιστεύετε ότι οι Ρομά είναι ευτυχισμένοι όσο δεν ταλανίζονται από τις μάστιγες του πολιτισμού. Όμως κάνετε λάθος. Στον εξαθλιωμένο κόσμο της τρώγλης, όπου η εγκληματικότητα [κοινωνική κατασκευή και αυτή], η φτώχεια, η αρρώστια και η θνησιμότητα παιδιών και ενηλίκων ξεπερνούν κατά πολύ το μέσο όρο της υπόλοιπης πολιτισμένης ανθρωπότητας και όπου το 90% των δέκα εκατ. ανθρώπων μας είναι αναλφάβητοι, σε αυτό τον κόσμο οι μάστιγες του πολιτισμού χάνουν τη φρίκη τους».
Έχοντας στα χέρια μου καταλόγους με τα ονόματα εκατοντάδων παιδιών Ρομά, που αποκλείονται από την εκπαίδευση εξαιτίας του γεγονότος ότι ανήκουν σε μία πολιτισμική ή/και γλωσσική ομάδα, και γνωρίζοντας πολλά από αυτά προσωπικά, θεωρώ ότι, αν θυμόμαστε μόνο σήμερα τους Ρομά αποτελεί πράξη υποκρισίας. Αν δεν διατύπωνα όλα τα παραπάνω αυτή τη μέρα θα ένοιωθα να παίζω το ρόλο, «έμπειρης πλέον, Μαρίας Αντουανέτας που, στο αίτημα των πεινασμένων για ψωμί, απαντά με συνταγές για παντεσπάνι και εκκλήσεις για αλλαγή διαιτητικών συνηθειών» Ιδίως όταν η εκπαιδευτική πραγματικότητα της εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά στη γενικότητά της καταγράφεται ως μια ανεκπλήρωτη παιδαγωγική υπόσχεση, μια και η εκπαίδευση στην ιστορικότητά της καταγράφεται ως μια υπόσχεση καλύτερης ζωής για όλα τα παιδιά του κόσμου.
Έρχονται στιγμές που υποχρεωνόμαστε να αποφασίσουμε αποκλειστικά για τον εαυτό μας, κατά πόσο τις δυνάμεις που διαθέτουμε θα τις μοιράσουμε τόσο σε δραστηριότητες άμεσης αλληλεγγύης με αυτούς που έχουν τα προβλήματα όσο και σε δραστηριότητες μέσα στους θεσμούς, που δημιουργούν τα προβλήματα (σύμφωνα με την πεποίθηση μου ότι στον τομέα του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων εάν δεν είσαι μέρος της λύσης του προβλήματος, τότε είσαι μέρος του ίδιου του προβλήματος) –ή, αντίθετα, πρέπει να επιλέξουμε μόνο έναν από τους δύο τομείς. Θεωρώ ότι αυτή είναι μια τέτοια στιγμή, και μετά από πολύ ώριμη σκέψη επέλεξα να στείλω αυτή τη δημόσια επιστολή.
Γνωρίζω ότι όλα όσα έχουν περιγραφεί κρύβουν πικρία και εύκολα μπορεί να θεωρηθούν ως πικρόχολη ειρωνεία. Γνωρίζω όμως ότι, παρά την όποια επιφύλαξη απέναντι στις παγκόσμιες ημέρες, μπορούν στο χώρο της εκπαίδευσης να αποτελέσουν αφορμή για διατύπωση απόψεων, προβληματισμών, αλλά κυρίως αφορμή για την έναρξη ενός ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου με στόχο την κριτική συνειδητοποίηση των αυριανών πολιτών στη βάση του Σεβασμού των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας και ταυτόχρονα την ανάδειξη της πολιτικής και κοινωνικής υποκρισίας.
Αυτού του είδους οι στάσεις που δημιουργούνται από τη χρήση περιστασιακών γεγονότων και αναφορών έχουν τη σημασία τους, όταν στηρίζονται σε αρχές κοινωνικής δικαιοσύνης ως καθημερινή πολιτική πρακτική. Διαφορετικά περιέχουν ένα πολύ αδύναμο ηθικό μάθημα και δεν διευκολύνουν καθόλου τη συμπεριφορά του σήμερα, αντίθετα διευκολύνουν την εκδήλωση μιας δήθεν εκπλήρωσης ενός αόριστου χρέους απέναντι στους ανθρώπους -και στην περίπτωσή μας στους Ρομά- χωρίς να διερευνά καθημερινά το σχολείο τα γεγονότα αποκλεισμού τους και τις επιπτώσεις, που έχουν αυτά τα γεγονότα στις σχέσεις υποτέλειας και διακρίσεων εις βάρος των παιδιών Ρομά. Απέναντι σε αυτήν την αόριστη εκπλήρωση του χρέους είμαι εχθρικός, ιδίως όταν θεωρούμε ότι αρκεί να θυμόμαστε αυτή τη μέρα ως αναφορά, ώστε να θεωρούμε αυτονόητα ότι θα πηγαίνουν όλα καλύτερα στο παρόν και στο μέλλον. Οφείλουμε να τονίζουμε ότι δεν αρκεί αυτό αλλά όλα εξαρτώνται από τη συνειδητή χρήση της πολιτικής όχι μόνο ως πρόθεση, αλλά πολύ περισσότερο ως συνειδητοποιημένη καθημερινή πρακτική».
*Άγγελος Χατζηνικολάου, Δάσκαλος Δρ Παιδαγωγικής ΠΤΔΕ/ΑΠΘ,
Σχολικό. Σύμβουλος Α/βάθμιας Εκπαίδευσης Σερρών
Στην ίδια εγκύκλιο καλεί μαθητές και μαθήτριες σε συνεργασία με τους/τις εκπαιδευτικούς να οργανώσουν δράσεις ή να στείλουν μηνύματα με αντίστοιχο περιεχόμενο στα πλαίσια προφανώς μιας ευρύτερης ευαισθητοποίησης. Τέτοιες προτροπές, σημαντικές όντως, και σε τέτοιες εποχές ενδείκνυται- αποτελούν πρόκληση, για να ρίχνουμε μια ματιά και σε όσα συμβαίνουν πίσω από την κεντρική πολιτική σκηνή. Να εξετάζουμε-να ελέγχουμε δηλαδή το ευρύτερο περιεχόμενο του διαλόγου που αναπτύσσεται καθημερινά ανάμεσα στο υπουργείο παιδείας και στα σχολεία για κοινωνικά ζητήματα, αλλά και για πολύ συγκεκριμένα θέματα λειτουργίας των σχολείων. Έτσι η εξουσία στις σχέσεις της με τη μαθητική και εκπαιδευτική κοινότητα θεωρεί αυτονόητο ότι μπορεί να χρησιμοποιεί λόγο ευαισθησίας, ενώ η πραγματικότητα απεικονίζεται διαφορετικά χωρίς τα σχετικά φτιασίδια. Μια πραγματικότητα την οποία επιμελώς η εξουσία δεν λαμβάνει υπόψη της. Το παράδειγμα μιας άλλης εγκυκλίου του υπουργείου Παιδείας στις 14 Μαρτίου 2011 σύμφωνα με την οποία έπρεπε τα παιδιά των Ε΄ και Στ΄ τάξεων δημοτικού να γράψουν εκθέσεις ή να ζωγραφίσουν με θέμα «ο ρατσισμός ένα σύγχρονο επικίνδυνο κοινωνικό φαινόμενο» λίγες μέρες μετά την εξουθενωτική απεργία πείνας των 300 μεταναστών είναι ένα επιπλέον παράδειγμα. Οι απεργοί μετανάστες, αφού πρώτα διώχτηκαν από χώρους παιδείας –της Νομικής και ας θυμηθούμε του λόγους μέχρι να την εγκαταλείψουν- αποτελεί ένα από τα πολλά τρανταχτά παραδείγματα αντιφάσεων στο χώρο της εκπαίδευσης. Αν αυτό το γεγονός θέλαμε να το οριοθετήσουμε στο πλαίσιο της διδακτικής πρακτικής, δεν θα βρίσκαμε πιο κατάλληλη επιλογή όρου (αδόκιμος) από την «Παιδαγωγική υποκρισία του ρατσιστικού λόγου της εξουσίας»: Από τη μια η εκπαιδευτική και πνευματική εξουσία της χώρας διώχνει από χώρους παιδείας και εκπαίδευσης-χώροι παιδαγωγικής υπόσχεσης, ελπίδας, ανθρωπιάς και ισότητας- ανθρώπους, που ζητάνε προστασία και από την άλλη σε δικούς της πάλι χώρους, των σχολείων, ζητά από παιδιά να μιλήσουν και να εκφραστούν για ζητήματα ρατσισμού.
Στο πλαίσιο αυτού του ιδιότυπου διαλόγου για την 8η Απριλίου, μέρα των Ρομά, αποτυπώνεται και αναδεικνύεται χωρίς στολίδια ευαισθητοποίησης η πραγματικότητα: των συνθηκών διαβίωσης των Ρομά –φτώχειας και αποκλεισμού-, και των προοπτικών εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά στις παρούσες εκπαιδευτικές συνθήκες. Είναι σίγουρο ότι τόσο οι επιστήμονες όσο και οι εκπρόσωποι των Ρομά θα αναδείξουν στο συνέδριο που οργανώνει του Υπουργείο για τη μέρα -αφιέρωμα- τα παραπάνω ζητήματα που βιώνουν οι Ρομά για χρόνια. Όπως είναι σίγουρο πως κάποια σχολεία και όχι όλα θα στείλουν και μηνύματα για τη μέρα στο γραφείο σας Επιπλέον ίσως σε κάποια σχολεία, όπου φοιτούν παιδιά Ρομά, να οργανωθούν εκδηλώσεις (κοινωνικού ή φολκλόρ περιεχομένου), ενώ το όποιο διαπολιτισμικό ή αντιρατσιστικό μήνυμα της ημέρας θα έπρεπε να δοθεί από όλα τα σχολεία (γι’ αυτό εύχομαι να διαψευστώ και όλα τα σχολεία να στείλουν). Εκείνο όμως που είναι σίγουρα βέβαιο και θα ισχύει και μετά από το 24ωρο της 8ης Απριλίου, είναι ότι εξαιτίας της φτώχειας του κοινωνικού αποκλεισμού και της ευρύτερης πολιτικής για πολλά παιδιά Ρομά η σχολική αποτυχία θα συνεχίσει να καταγράφεται. Η σχολική διαρροή πολλών από αυτά τα παιδιά επίσης θα υφίσταται και ένας άγνωστος αριθμός από παιδιά Ρομά των καταυλισμών δεν θα πλησιάσουν και δεν θα περάσουν ποτέ κάποια πόρτα σχολείου, όπως συμβαίνει με τα παιδιά του καταυλισμού Ρομά της Περαίας Θεσσαλονίκης και τα παιδιά του καταυλισμού Αγία Σοφία (πρώην στρατοπέδου Γκόνου των Διαβατών Θεσσαλονίκης).
Η Διαπολιτισμική εκπαίδευση, όπως τη βιώνουμε στα σχολεία μας προϋποθέτει ότι τα παιδιά, που παρουσιάζουν διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, βρίσκονται εντός εκπαιδευτικού συστήματος. Ισχύει όμως; Όπως φαντάζομαι να γνωρίζετε ή να σας έχουν ενημερώσει πως χιλιάδες παιδιά Ρομά παραμένουν εκτός σχολείου –θύματα ενός συχνά απροκάλυπτου ρατσισμού.
Πάντα έτρεφα την ελπίδα ότι θα διαμορφωθούν κάποιες πολιτικές και ότι θα πολλαπλασιάζονταν οι προσπάθειες βελτίωσης της κατάστασης της εκπαίδευσης και για τα παιδιά Ρομά ή τουλάχιστον θα συνεχιζόταν οι λίγες που υπήρχαν. Δυστυχώς, είμαι υποχρεωμένος να ομολογήσω ότι οι προσδοκίες μου διαψεύδονται. Φοβούμαι ότι η φετινή σχολική χρονιά θα καταγραφεί ως μια επιπλέον χρονιά σχολικής αποτυχίας και διαρροής της εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά ειδικότερα και λυπούμαι ειλικρινά.
Κυρία υπουργέ,
Καθημερινά γίνομαι μάρτυρας της αγωνίας εκατοντάδων παιδιών φτωχών οικογενειών, κυρίως Ρομά, να αποκτήσουν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Μάταια, όμως. Ως σχολικός σύμβουλος Σερρών εδώ και τρία χρόνια με την υπηρεσία επιμελητών των Δικαστηρίων Σερρών και την Εισαγγελία συνεργάζομαι για την εκπαίδευση 15 παιδιών Ρομά που τελούν υπό δικαστική επιμέλεια. Παιδιά που δεν έχουν φοιτήσει σε σχολείο ή δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική Α/βαθμια εκπαίδευση. Για ένα διδακτικό εξάμηνο ανέλαβα την εκπαίδευσή τους (διδάσκοντας) πέρα των υποχρεώσεών μου ζητώντας παράλληλα από το 2008 ένα/μια εκπαιδευτικό. Αν και επανέρχομαι εγγράφως και προσωπικά συνεχώς στην αρχή και στο τέλος κάθε διδακτικού έτους, δεν διατέθηκε ένας/μια εκπαιδευτικός γι’ αυτά τα παιδιά. ΤΥΧΑΙΟ;
Όπως δεν νομίζω να ‘ναι τυχαίο ότι το μοναδικό σχολείο, που συγχωνεύεται στην πόλη των Σερρών στις πρόσφατες αλλαγές του σχολικού χάρτη της χώρας, είναι το 22ο Δημοτικό σχολείο με το συστεγαζόμενό του 2ο Δημοτικό Σχολείο, στα οποία φοιτούν πολλά παιδιά Ρομά μιας και βρίσκονται σε περιοχής της πόλης, όπου ζουν πολλές οικογένειες Ρομά. ( το πρόσχημα ο μικρός αριθμός παιδιών περίπου 80 παιδιά το 22ο ως 6θέσιο και 180 περίπου το 2ο ως 12θεσιο). Και όμως θα οργανωθεί το πρόγραμμα «εκπαίδευση παιδιών Ρομά» του υπουργείου και γι’ αυτά τα σχολεία και ενδεχομένως αύριο η περιοχή και το σχολείο να ζητηθεί να συμμετέχουν στο πρόγραμμα της Ζώνης Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ). Δεν είναι παιδαγωγική υποκρισία και ειρωνεία; Από τη μια να κλείνουμε το σχολείο και από την άλλη να οργανώνουμε ειδικό πρόγραμμα ένταξης, φοίτησης και καταπολέμησης της σχολικής διαρροής των παιδιών;
Φαίνεται πως η ευαισθησία του κράτους για την εκπαίδευση παιδιών Ρομά εξαντλείται, όταν συντρέχουν πρόστιμα εις βάρος της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όπως συνέβη πριν περίπου ένα χρόνο για την περίπτωση των παιδιών Ρομά του καταυλισμού του Εργοχωρίου Βέροιας. Πράγματι κυρία υπουργέ έτσι ξεκίνησε, αλλά αν σήμερα τα παιδιά του οικισμού του Εργοχωρίου φαίνεται να συνεχίζουν τη φοίτησή τους, οφείλεται αφενός στο γεγονός ότι από την αρχή σε ειδικές συναντήσεις --με επικεφαλής την τότε ειδική Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας κ. Δραγώνα με υπηρεσιακούς παράγοντες, τη Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Βεροίας και τους συλλόγους γονέων των σχολείων, όπου είχα την τιμή να κληθώ και να συμμετέχω και ως ειδικός επιστήμονας--- η εκπαίδευση τέθηκε σε βάση σεβασμού του Δικαιώματος της εκπαίδευσης και αφετέρου στις προσπάθειες των δασκάλων των σχολείων της Βέροιας, όπου εγγράφηκαν τα παιδιά Ρομά.
Κυρία Υπουργέ η 22χρονη εργασία μου ως δάσκαλος σε σχολεία με παιδιά Ρομά της Θεσσαλονίκης δυστυχώς καταγράφει τις τελευταίες από τις παραπάνω διαπιστώσεις και δεν βρίσκω πιο κατάλληλα λόγια από αυτά του Ούγγρου Ρομά συγγραφέα Μένιχερτ Λάκατος, ο οποίος ως εκπρόσωπος των Ρομά σε συνεδρίαση του ΟΗΕ το 1975 είπε: «Κυρίες και κύριοι ίσως πιστεύετε ότι οι Ρομά είναι ευτυχισμένοι όσο δεν ταλανίζονται από τις μάστιγες του πολιτισμού. Όμως κάνετε λάθος. Στον εξαθλιωμένο κόσμο της τρώγλης, όπου η εγκληματικότητα [κοινωνική κατασκευή και αυτή], η φτώχεια, η αρρώστια και η θνησιμότητα παιδιών και ενηλίκων ξεπερνούν κατά πολύ το μέσο όρο της υπόλοιπης πολιτισμένης ανθρωπότητας και όπου το 90% των δέκα εκατ. ανθρώπων μας είναι αναλφάβητοι, σε αυτό τον κόσμο οι μάστιγες του πολιτισμού χάνουν τη φρίκη τους».
Έχοντας στα χέρια μου καταλόγους με τα ονόματα εκατοντάδων παιδιών Ρομά, που αποκλείονται από την εκπαίδευση εξαιτίας του γεγονότος ότι ανήκουν σε μία πολιτισμική ή/και γλωσσική ομάδα, και γνωρίζοντας πολλά από αυτά προσωπικά, θεωρώ ότι, αν θυμόμαστε μόνο σήμερα τους Ρομά αποτελεί πράξη υποκρισίας. Αν δεν διατύπωνα όλα τα παραπάνω αυτή τη μέρα θα ένοιωθα να παίζω το ρόλο, «έμπειρης πλέον, Μαρίας Αντουανέτας που, στο αίτημα των πεινασμένων για ψωμί, απαντά με συνταγές για παντεσπάνι και εκκλήσεις για αλλαγή διαιτητικών συνηθειών» Ιδίως όταν η εκπαιδευτική πραγματικότητα της εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά στη γενικότητά της καταγράφεται ως μια ανεκπλήρωτη παιδαγωγική υπόσχεση, μια και η εκπαίδευση στην ιστορικότητά της καταγράφεται ως μια υπόσχεση καλύτερης ζωής για όλα τα παιδιά του κόσμου.
Έρχονται στιγμές που υποχρεωνόμαστε να αποφασίσουμε αποκλειστικά για τον εαυτό μας, κατά πόσο τις δυνάμεις που διαθέτουμε θα τις μοιράσουμε τόσο σε δραστηριότητες άμεσης αλληλεγγύης με αυτούς που έχουν τα προβλήματα όσο και σε δραστηριότητες μέσα στους θεσμούς, που δημιουργούν τα προβλήματα (σύμφωνα με την πεποίθηση μου ότι στον τομέα του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων εάν δεν είσαι μέρος της λύσης του προβλήματος, τότε είσαι μέρος του ίδιου του προβλήματος) –ή, αντίθετα, πρέπει να επιλέξουμε μόνο έναν από τους δύο τομείς. Θεωρώ ότι αυτή είναι μια τέτοια στιγμή, και μετά από πολύ ώριμη σκέψη επέλεξα να στείλω αυτή τη δημόσια επιστολή.
Γνωρίζω ότι όλα όσα έχουν περιγραφεί κρύβουν πικρία και εύκολα μπορεί να θεωρηθούν ως πικρόχολη ειρωνεία. Γνωρίζω όμως ότι, παρά την όποια επιφύλαξη απέναντι στις παγκόσμιες ημέρες, μπορούν στο χώρο της εκπαίδευσης να αποτελέσουν αφορμή για διατύπωση απόψεων, προβληματισμών, αλλά κυρίως αφορμή για την έναρξη ενός ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου με στόχο την κριτική συνειδητοποίηση των αυριανών πολιτών στη βάση του Σεβασμού των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας και ταυτόχρονα την ανάδειξη της πολιτικής και κοινωνικής υποκρισίας.
Αυτού του είδους οι στάσεις που δημιουργούνται από τη χρήση περιστασιακών γεγονότων και αναφορών έχουν τη σημασία τους, όταν στηρίζονται σε αρχές κοινωνικής δικαιοσύνης ως καθημερινή πολιτική πρακτική. Διαφορετικά περιέχουν ένα πολύ αδύναμο ηθικό μάθημα και δεν διευκολύνουν καθόλου τη συμπεριφορά του σήμερα, αντίθετα διευκολύνουν την εκδήλωση μιας δήθεν εκπλήρωσης ενός αόριστου χρέους απέναντι στους ανθρώπους -και στην περίπτωσή μας στους Ρομά- χωρίς να διερευνά καθημερινά το σχολείο τα γεγονότα αποκλεισμού τους και τις επιπτώσεις, που έχουν αυτά τα γεγονότα στις σχέσεις υποτέλειας και διακρίσεων εις βάρος των παιδιών Ρομά. Απέναντι σε αυτήν την αόριστη εκπλήρωση του χρέους είμαι εχθρικός, ιδίως όταν θεωρούμε ότι αρκεί να θυμόμαστε αυτή τη μέρα ως αναφορά, ώστε να θεωρούμε αυτονόητα ότι θα πηγαίνουν όλα καλύτερα στο παρόν και στο μέλλον. Οφείλουμε να τονίζουμε ότι δεν αρκεί αυτό αλλά όλα εξαρτώνται από τη συνειδητή χρήση της πολιτικής όχι μόνο ως πρόθεση, αλλά πολύ περισσότερο ως συνειδητοποιημένη καθημερινή πρακτική».
*Άγγελος Χατζηνικολάου, Δάσκαλος Δρ Παιδαγωγικής ΠΤΔΕ/ΑΠΘ,
Σχολικό. Σύμβουλος Α/βάθμιας Εκπαίδευσης Σερρών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου