Εξέπνευσε το κίνημα των αποδείξεων. Αυτό διαπιστώνουν στο υπουργείο Οικονομικών και αναζητούν τρόπους προκειμένου να το αναζωογονήσουν. Προκειμένου να τονωθούν τα έσοδα από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας μέσω της έκδοσης αποδείξεων και της απόδοσης του σχετικού φόρου στο δημόσιο ταμείο στο ΥΠΟΙΚ εξετάζεται η παροχή φοροέκπτωσης για όσους πληρώνουν με πιστωτική ή χρεωστική κάρτα και ο διπλασιασμός της αξίας αποδείξεων που θα λαμβάνονται από επαγγελματίες συγκεκριμένων κλάδων οι οποίοι παρουσιάζουν μειωμένη απόδοση ΦΠΑ και φοροδιαφυγή.
Σύμφωνα με την υφιστάμενη φορολογική νομοθεσία που αφορά τις αποδείξεις, όλοι οι φορολογούμενοι θα πρέπει, προκειμένου να αποφύγουν την πληρωμή επιπλέον φόρου εισοδήματος, να συγκεντρώσουν αποδείξεις αξίας ίσης με το 25% του εισοδήματος που δηλώνουν στη φορολογική τους δήλωση. Το μέγιστο ποσό των απαιτούμενων αποδείξεων ανέρχεται στις 15.000 ευρώ και αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα ύψους 60.000 ευρώ.
Οι φορολογούμενοι που θα συλλέξουν αποδείξεις χαμηλότερης αξίας τιμωρούνται με πρόσθετο φόρο 10% επί της αξίας των αποδείξεων που τους λείπει. Ένας φορολογούμενος, για παράδειγμα, με ετήσιο συνολικό εισόδημα 40.000 ευρώ υποχρεώνεται να συγκεντρώσει και να δηλώσει αποδείξεις συνολικής αξίας 10.000 ευρώ, δηλαδή το 25% του εισοδήματός του. Ωστόσο, αν τελικά προσκομίσει αποδείξεις αξίας 8.000 ευρώ, τότε για τα 2.000 ευρώ σε αποδείξεις που του λείπουν θα χρεωθεί με επιπλέον φόρο εισοδήματος 10%, δηλαδή 200 ευρώ. Εφόσον ο φορολογούμενος συγκεντρώσει περισσότερες αποδείξεις δεν έχει κάποιο όφελος από την εφορία. Πέρυσι, ωστόσο, υπήρχε έκπτωση φόρου ύψους 10% επί των επιπλέον των απαιτούμενων αποδείξεων που προσκόμιζε ο φορολογούμενος. Πρόκειται, ωστόσο, για μέτρο που μάτωσε τον προϋπολογισμό του 2011 καθώς οδήγησε στην επιστροφή στους φορολογούμενους ποσού άνω του 1 δισ. ευρώ.
Η κατάργηση αυτού του κινήτρου σε συνδυασμό με το χαμηλό όριο απαιτούμενων αποδείξεων έχει οδηγήσει σε ατονία το κίνημα της συλλογής αποδείξεων. Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ελάχιστοι φορολογούμενοι έχουν προμηθευτεί τη φοροκάρτα με την οποία καταγράφονται απευθείας οι δαπάνες τους με αποδείξεις. Για να τονωθεί ξανά το «κίνημα», στο υπουργείο μελετούν την παροχή απευθείας έκπτωσης φόρου για τις συναλλαγές που πληρώνονται με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες. Στην περίπτωση αυτή ο ΦΠΑ της συναλλαγής θα αποδίδεται απευθείας από τις τράπεζες σε λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου, ο καταστηματάρχης θα υποχρεώνεται εκ των πραγμάτων να εκδώσει απόδειξη η οποία θα αυξάνει τα ακαθάριστα έσοδά του και ο φορολογούμενος θα λαμβάνει έκπτωση φόρου ίση με το 3% της αξίας της συναλλαγής. Επίσης, εξετάζεται ο διπλασιασμός της αξίας αποδείξεων που λαμβάνουν οι φορολογούμενοι από συγκεκριμένους επαγγελματικούς κλάδους με υψηλή φοροδιαφυγή (π.χ. γιατροί, δικηγόροι, συνεργεία αυτοκινήτων, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι). Επιπλέον εξετάζεται να αυξηθεί η απαιτούμενη αξία αποδείξεων από το 25% στο 30% ή και 35% του δηλούμενου εισοδήματος.
spiros.dimitrelis@capital.gr
Πηγή:www.capital.gr
Σύμφωνα με την υφιστάμενη φορολογική νομοθεσία που αφορά τις αποδείξεις, όλοι οι φορολογούμενοι θα πρέπει, προκειμένου να αποφύγουν την πληρωμή επιπλέον φόρου εισοδήματος, να συγκεντρώσουν αποδείξεις αξίας ίσης με το 25% του εισοδήματος που δηλώνουν στη φορολογική τους δήλωση. Το μέγιστο ποσό των απαιτούμενων αποδείξεων ανέρχεται στις 15.000 ευρώ και αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα ύψους 60.000 ευρώ.
Οι φορολογούμενοι που θα συλλέξουν αποδείξεις χαμηλότερης αξίας τιμωρούνται με πρόσθετο φόρο 10% επί της αξίας των αποδείξεων που τους λείπει. Ένας φορολογούμενος, για παράδειγμα, με ετήσιο συνολικό εισόδημα 40.000 ευρώ υποχρεώνεται να συγκεντρώσει και να δηλώσει αποδείξεις συνολικής αξίας 10.000 ευρώ, δηλαδή το 25% του εισοδήματός του. Ωστόσο, αν τελικά προσκομίσει αποδείξεις αξίας 8.000 ευρώ, τότε για τα 2.000 ευρώ σε αποδείξεις που του λείπουν θα χρεωθεί με επιπλέον φόρο εισοδήματος 10%, δηλαδή 200 ευρώ. Εφόσον ο φορολογούμενος συγκεντρώσει περισσότερες αποδείξεις δεν έχει κάποιο όφελος από την εφορία. Πέρυσι, ωστόσο, υπήρχε έκπτωση φόρου ύψους 10% επί των επιπλέον των απαιτούμενων αποδείξεων που προσκόμιζε ο φορολογούμενος. Πρόκειται, ωστόσο, για μέτρο που μάτωσε τον προϋπολογισμό του 2011 καθώς οδήγησε στην επιστροφή στους φορολογούμενους ποσού άνω του 1 δισ. ευρώ.
Η κατάργηση αυτού του κινήτρου σε συνδυασμό με το χαμηλό όριο απαιτούμενων αποδείξεων έχει οδηγήσει σε ατονία το κίνημα της συλλογής αποδείξεων. Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ελάχιστοι φορολογούμενοι έχουν προμηθευτεί τη φοροκάρτα με την οποία καταγράφονται απευθείας οι δαπάνες τους με αποδείξεις. Για να τονωθεί ξανά το «κίνημα», στο υπουργείο μελετούν την παροχή απευθείας έκπτωσης φόρου για τις συναλλαγές που πληρώνονται με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες. Στην περίπτωση αυτή ο ΦΠΑ της συναλλαγής θα αποδίδεται απευθείας από τις τράπεζες σε λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου, ο καταστηματάρχης θα υποχρεώνεται εκ των πραγμάτων να εκδώσει απόδειξη η οποία θα αυξάνει τα ακαθάριστα έσοδά του και ο φορολογούμενος θα λαμβάνει έκπτωση φόρου ίση με το 3% της αξίας της συναλλαγής. Επίσης, εξετάζεται ο διπλασιασμός της αξίας αποδείξεων που λαμβάνουν οι φορολογούμενοι από συγκεκριμένους επαγγελματικούς κλάδους με υψηλή φοροδιαφυγή (π.χ. γιατροί, δικηγόροι, συνεργεία αυτοκινήτων, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι). Επιπλέον εξετάζεται να αυξηθεί η απαιτούμενη αξία αποδείξεων από το 25% στο 30% ή και 35% του δηλούμενου εισοδήματος.
spiros.dimitrelis@capital.gr
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου