Aκρως επιβαρυντικά για το περιβάλλον λειτουργεί η αύξηση του αριθμού των οικογενειών και των εισοδημάτων, καθώς η παγκοσμιοποίηση παρέχει στα νοικοκυριά πρόσβαση σε αγαθά από ολόκληρο τον κόσμο. Όπως προκύπτει από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας που εξετάζει την επίδραση των ευρωπαϊκών νοικοκυριών στο περιβάλλον, μέσω της κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσιών, ο μέσος αριθμός προσώπων ανά οικογένεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση των «27» έχει πέσει από 2,5 άτομα το 2005 σε 2,4 το 2008, γεγονός που καταδεικνύει μια τάση προς μικρότερες οικογένειες.
Ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των «15» ήταν 2,4 άτομα το 2005 και 2,3 το 2008. Αυτή η τάση οδηγεί προς μικρότερες οικογένειες και παράλληλα σε μια αύξηση στο συνολικό αριθμό των οικογενειών (4% στην E.Ε. των «27» και 5% στην Ε.Ε. των «15» μεταξύ του 2003 και 2006).
Σε όλες τις χώρες, οι οικιακές δαπάνες υπερβαίνουν την κρατική δαπάνη και αυξάνονται ραγδαία. Οι καταναλωτικές δαπάνες στην Ευρώπη από τα νοικοκυριά υπερβαίνουν τα επίπεδα των αντίστοιχων του 1990 και σε απόλυτους όρους και σε ευρώ ανά κάτοικο. Σε γενικές γραμμές στην Ε.Ε. των «27» το 2008 τα νοικοκυριά έδιναν το 16% των συνολικών δαπανών τους για την κατοικία, το 15% σε τρόφιμα και ποτά και το 13% στις μεταφορές.
Η αναψυχή και ο πολιτισμός καθώς επίσης και τα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία αντιπροσώπευσαν το 11% και το 9% των συνολικών δαπανών αντίστοιχα, ενώ οι υγειονομικές υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από τα εθνικά συστήματα υγείας αντιπροσώπευαν το 4% των συνολικών δαπανών το 2008. Οι δαπάνες για τρόφιμα και ποτά κυμαίνονται από 12% ως 38% των συνολικών οικιακών καταναλωτικών δαπανών στις ευρωπαϊκές χώρες το 2008, με το μικρότερο μερίδιο να εμφανίζεται στην Ε.Ε. των «15» και το μεγαλύτερο στα νέα κράτη - μέλη. Το ποσοστό της οικιακής κατανάλωσης που ξοδεύεται για τρόφιμα και ποτά είναι υψηλότερο στα κράτη - μέλη όπου τα οικογενειακά εισοδήματα είναι χαμηλότερα. Δεδομένου ότι η κατανάλωση τροφίμων είναι μια βασική ανάγκη, οι οικογένειες χαμηλού εισοδήματος ξοδεύουν ένα μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού τους στα τρόφιμα. Στη Ρουμανία, για παράδειγμα, το 2008 τα τρόφιμα και τα ποτά κατέχουν το 38% των συνολικών καταναλωτικών δαπανών, έναντι 12% έως 15% στη Βρετανία, την Αυστρία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες και το Λου
ξεμβούργο.
ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ
Τα στατιστικά στοιχεία, έως το 2008, καταδεικνύουν ότι οι Ευρωπαίοι έχουν γίνει πλουσιότεροι και η αύξηση στις τιμές τροφίμων είναι χαμηλότερη από αυτή του εισοδήματος. Σε μερικές περιπτώσεις, οι τιμές των τροφίμων έχουν πέσει, εν μέρει και εξαιτίας των κοινοτικών γεωργικών επιχορηγήσεων. Πολλοί Ευρωπαίοι τρώνε έξω συχνότερα. Οι δαπάνες στις υπηρεσίες του τομέα εστιάσεως έχουν αυξηθεί σταθερά κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας και στην Ε.Ε. των «15» και στην E.Ε. των «27». Ταυτόχρονα, ο χρόνος που ξοδεύεται για την προετοιμασία του φαγητού στις οικογένειες έχει αλλάξει εντυπωσιακά. Πολλοί Ευρωπαίοι αγοράζουν προβρασμένα λαχανικά και κατεψυγμένα γεύματα, ενώ τρώνε συχνότερα στα εστιατόρια, στις καφετέριες, στην εργασία ή στο σχολείο.
Η κατανάλωση τροφίμων παράγει δύο οργανικά απόβλητα (που είναι τα υγρότερα και πυκνότερα συστατικά των οικιακών αποβλήτων) και, όλο και περισσότερο, μη οργανικά απόβλητα όπως το πλαστικό, το χαρτί και το χαρτόνι από τις συσκευασίες των τροφίμων και των ποτών. Οι ευρωπαϊκές οικογένειες αγοράζουν τρόφιμα και ποτά με περισσότερη συσκευασία που, επιπλέον, έχουν μεταφερθεί από μεγαλύτερες αποστάσεις (π.χ. εξωτικά και εκτός εποχής φρούτα και λαχανικά). Με τους ενηλίκους συχνά εργαζόμενους έξω από το σπίτι, που λαμβάνουν υψηλότερα εισοδήματα και έχουν λιγότερο ελεύθερο χρόνο, η ευκολία έχει γίνει ο κύριος παράγοντας στην κατανάλωση τροφίμων, ενώ καταγράφεται και μια αύξηση στην κατανάλωση των συσκευασμένων προμαγειρεμένων τροφίμων.
Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει σε αύξηση του όγκου των αποβλήτων συσκευασίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Από την άλλη, οι έμμεσες περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την κατανάλωση τροφίμων και ποτών προέρχονται από την παραγωγή, την επεξεργασία και τη μεταφορά των τροφίμων που καταναλώνονται.
ΟΙΚΙΑΚΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ
Εξάλλου, η κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού και μη αλκοολούχων ποτών συνεπάγεται την παραγωγή αυξανόμενων ποσοτήτων γυαλιού, καθώς και πλαστικών απόβλητων συσκευασίας. Η κατανάλωση του νερού της βρύσης θεωρείται περισσότερο ενεργειακά αποδοτική, δεδομένου ότι αυτό παρέχεται μέσω σωλήνων, έναντι των καυσίμων και της ενέργειας που απαιτείται για το γέμισμα των μπουκαλιών του εμφιαλωμένου νερού και για τη μεταφορά του.
Σε ό,τι αφορά τα οικιακά απόβλητα, τα νοικοκυριά παρήγαγαν περίπου 215 εκατομμύρια τόνους στην Ε.Ε. των «27» το 2006 ή 438 κιλά κατ’ άτομο. Αυτό σημαίνει ότι, κατά μέσο όρο, κάθε άτομο στις ευρωπαϊκές οικογένειες παράγει 1,2 κιλά αποβλήτων τη μέρα. Τα οικιακά απόβλητα κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο των δημοτικών αποβλήτων. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση των «27» το μερίδιο των δημοτικών αποβλήτων που ανακυκλώνονται αυξήθηκε σταδιακά από 10% το 1995 σε 22% το 2008.
ΣΧΕΔΟΝ 9 ΕΚΑΤ. ΤΟΝΟΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ
Η χρήση των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών από τα νοικοκυριά παρουσιάζει κατακόρυφη αύξηση. Οι οικιακές δαπάνες για την αγορά συσκευών αυξήθηκαν κατά 27% στην E.Ε. των «27» και κατά 29% στον Ε.Ε. των «15», μεταξύ 1998 και 2008. Η αύξηση του αριθμού των συσκευών έχει δημιουργήσει πρόσθετη επιβάρυνση στο περιβάλλον που συνδέεται με την κατανάλωση ενέργειας, τη χρήση νερού και την παραγωγή αποβλήτων. Επιπλέον, πολλές συσκευές, όπως τα ψυγεία, τα κλιματιστικά και τα φωτιστικά, καταναλώνουν πολύ περισσότερη ενέργεια κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους από ό,τι κατά τη φάση παραγωγής τους. Αν και η μέση κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα για τις μεγάλες συμβατικές συσκευές όπως τα πλυντήρια, τα πλυντήρια πιάτων και τα ψυγεία έχει πέσει κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, αυτό δεν αφορά και τη συνολική κατανάλωση ενέργειας ως αποτέλεσμα της αύξησης του αριθμού και της ποικιλίας των συσκευών.
Παράλληλα, αυξάνονται και οι ποσότητες των αποβλήτων του ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, όχι μόνο εξαιτίας της αύξησης του αριθμού των συσκευών. Ενας ακόμη παράγοντας που συμβάλλει είναι ότι όταν οι συσκευές χαλούν συνήθως αντικαθίστανται, παρά επισκευάζονται. Αυτό οφείλεται στο χαμηλότερο κόστος αγοράς νέων συσκευών έναντι του κόστους επισκευής. Ενας μέσος προσωπικός Η/Υ στην Ευρώπη παραμένει σε λειτουργία για τρία έτη. Από κοινού φωτογραφικές μηχανές, κινητά τηλέφωνα, φορητοί υπολογιστές και πολλές άλλες μικρές ηλεκτρονικές και ηλεκτρικές συσκευές δημιούργησαν περισσότερους από 910.000 τόνους αποβλήτων από τα νοικοκυριά της Ε.Ε. των «15» το 2006, ενώ στην E.Ε. των «27» τα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά απόβλητα ήταν κατ’ εκτίμηση μεταξύ 8,3 εκατομμυρίων και 9,1 εκατομμύριων τόνων το 2005. Στην Ε.Ε. των «27» μόνο το 25% των μεσαίου μεγέθους συσκευών και το 40% των μεγαλύτερων που απορρίπτονται συλλέγονται χωριστά και διαχειρίζονται με τον κατάλληλο τρόπο. Το υπόλοιπο ενδεχομένως καταλήγει σε υλικά οδόστρω
σης και σε κάτω του μετρίου σε ό,τι αφορά την επιβάρυνση του περιβάλλοντος περιοχές επεξεργασίας.
ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΣΑΡΑΝΤΗ
Πηγή: Ημερησία
Ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των «15» ήταν 2,4 άτομα το 2005 και 2,3 το 2008. Αυτή η τάση οδηγεί προς μικρότερες οικογένειες και παράλληλα σε μια αύξηση στο συνολικό αριθμό των οικογενειών (4% στην E.Ε. των «27» και 5% στην Ε.Ε. των «15» μεταξύ του 2003 και 2006).
Σε όλες τις χώρες, οι οικιακές δαπάνες υπερβαίνουν την κρατική δαπάνη και αυξάνονται ραγδαία. Οι καταναλωτικές δαπάνες στην Ευρώπη από τα νοικοκυριά υπερβαίνουν τα επίπεδα των αντίστοιχων του 1990 και σε απόλυτους όρους και σε ευρώ ανά κάτοικο. Σε γενικές γραμμές στην Ε.Ε. των «27» το 2008 τα νοικοκυριά έδιναν το 16% των συνολικών δαπανών τους για την κατοικία, το 15% σε τρόφιμα και ποτά και το 13% στις μεταφορές.
Η αναψυχή και ο πολιτισμός καθώς επίσης και τα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία αντιπροσώπευσαν το 11% και το 9% των συνολικών δαπανών αντίστοιχα, ενώ οι υγειονομικές υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από τα εθνικά συστήματα υγείας αντιπροσώπευαν το 4% των συνολικών δαπανών το 2008. Οι δαπάνες για τρόφιμα και ποτά κυμαίνονται από 12% ως 38% των συνολικών οικιακών καταναλωτικών δαπανών στις ευρωπαϊκές χώρες το 2008, με το μικρότερο μερίδιο να εμφανίζεται στην Ε.Ε. των «15» και το μεγαλύτερο στα νέα κράτη - μέλη. Το ποσοστό της οικιακής κατανάλωσης που ξοδεύεται για τρόφιμα και ποτά είναι υψηλότερο στα κράτη - μέλη όπου τα οικογενειακά εισοδήματα είναι χαμηλότερα. Δεδομένου ότι η κατανάλωση τροφίμων είναι μια βασική ανάγκη, οι οικογένειες χαμηλού εισοδήματος ξοδεύουν ένα μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού τους στα τρόφιμα. Στη Ρουμανία, για παράδειγμα, το 2008 τα τρόφιμα και τα ποτά κατέχουν το 38% των συνολικών καταναλωτικών δαπανών, έναντι 12% έως 15% στη Βρετανία, την Αυστρία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες και το Λου
ξεμβούργο.
ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ
Τα στατιστικά στοιχεία, έως το 2008, καταδεικνύουν ότι οι Ευρωπαίοι έχουν γίνει πλουσιότεροι και η αύξηση στις τιμές τροφίμων είναι χαμηλότερη από αυτή του εισοδήματος. Σε μερικές περιπτώσεις, οι τιμές των τροφίμων έχουν πέσει, εν μέρει και εξαιτίας των κοινοτικών γεωργικών επιχορηγήσεων. Πολλοί Ευρωπαίοι τρώνε έξω συχνότερα. Οι δαπάνες στις υπηρεσίες του τομέα εστιάσεως έχουν αυξηθεί σταθερά κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας και στην Ε.Ε. των «15» και στην E.Ε. των «27». Ταυτόχρονα, ο χρόνος που ξοδεύεται για την προετοιμασία του φαγητού στις οικογένειες έχει αλλάξει εντυπωσιακά. Πολλοί Ευρωπαίοι αγοράζουν προβρασμένα λαχανικά και κατεψυγμένα γεύματα, ενώ τρώνε συχνότερα στα εστιατόρια, στις καφετέριες, στην εργασία ή στο σχολείο.
Η κατανάλωση τροφίμων παράγει δύο οργανικά απόβλητα (που είναι τα υγρότερα και πυκνότερα συστατικά των οικιακών αποβλήτων) και, όλο και περισσότερο, μη οργανικά απόβλητα όπως το πλαστικό, το χαρτί και το χαρτόνι από τις συσκευασίες των τροφίμων και των ποτών. Οι ευρωπαϊκές οικογένειες αγοράζουν τρόφιμα και ποτά με περισσότερη συσκευασία που, επιπλέον, έχουν μεταφερθεί από μεγαλύτερες αποστάσεις (π.χ. εξωτικά και εκτός εποχής φρούτα και λαχανικά). Με τους ενηλίκους συχνά εργαζόμενους έξω από το σπίτι, που λαμβάνουν υψηλότερα εισοδήματα και έχουν λιγότερο ελεύθερο χρόνο, η ευκολία έχει γίνει ο κύριος παράγοντας στην κατανάλωση τροφίμων, ενώ καταγράφεται και μια αύξηση στην κατανάλωση των συσκευασμένων προμαγειρεμένων τροφίμων.
Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει σε αύξηση του όγκου των αποβλήτων συσκευασίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Από την άλλη, οι έμμεσες περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την κατανάλωση τροφίμων και ποτών προέρχονται από την παραγωγή, την επεξεργασία και τη μεταφορά των τροφίμων που καταναλώνονται.
ΟΙΚΙΑΚΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ
Εξάλλου, η κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού και μη αλκοολούχων ποτών συνεπάγεται την παραγωγή αυξανόμενων ποσοτήτων γυαλιού, καθώς και πλαστικών απόβλητων συσκευασίας. Η κατανάλωση του νερού της βρύσης θεωρείται περισσότερο ενεργειακά αποδοτική, δεδομένου ότι αυτό παρέχεται μέσω σωλήνων, έναντι των καυσίμων και της ενέργειας που απαιτείται για το γέμισμα των μπουκαλιών του εμφιαλωμένου νερού και για τη μεταφορά του.
Σε ό,τι αφορά τα οικιακά απόβλητα, τα νοικοκυριά παρήγαγαν περίπου 215 εκατομμύρια τόνους στην Ε.Ε. των «27» το 2006 ή 438 κιλά κατ’ άτομο. Αυτό σημαίνει ότι, κατά μέσο όρο, κάθε άτομο στις ευρωπαϊκές οικογένειες παράγει 1,2 κιλά αποβλήτων τη μέρα. Τα οικιακά απόβλητα κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο των δημοτικών αποβλήτων. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση των «27» το μερίδιο των δημοτικών αποβλήτων που ανακυκλώνονται αυξήθηκε σταδιακά από 10% το 1995 σε 22% το 2008.
ΣΧΕΔΟΝ 9 ΕΚΑΤ. ΤΟΝΟΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ
Η χρήση των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών από τα νοικοκυριά παρουσιάζει κατακόρυφη αύξηση. Οι οικιακές δαπάνες για την αγορά συσκευών αυξήθηκαν κατά 27% στην E.Ε. των «27» και κατά 29% στον Ε.Ε. των «15», μεταξύ 1998 και 2008. Η αύξηση του αριθμού των συσκευών έχει δημιουργήσει πρόσθετη επιβάρυνση στο περιβάλλον που συνδέεται με την κατανάλωση ενέργειας, τη χρήση νερού και την παραγωγή αποβλήτων. Επιπλέον, πολλές συσκευές, όπως τα ψυγεία, τα κλιματιστικά και τα φωτιστικά, καταναλώνουν πολύ περισσότερη ενέργεια κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους από ό,τι κατά τη φάση παραγωγής τους. Αν και η μέση κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα για τις μεγάλες συμβατικές συσκευές όπως τα πλυντήρια, τα πλυντήρια πιάτων και τα ψυγεία έχει πέσει κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, αυτό δεν αφορά και τη συνολική κατανάλωση ενέργειας ως αποτέλεσμα της αύξησης του αριθμού και της ποικιλίας των συσκευών.
Παράλληλα, αυξάνονται και οι ποσότητες των αποβλήτων του ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, όχι μόνο εξαιτίας της αύξησης του αριθμού των συσκευών. Ενας ακόμη παράγοντας που συμβάλλει είναι ότι όταν οι συσκευές χαλούν συνήθως αντικαθίστανται, παρά επισκευάζονται. Αυτό οφείλεται στο χαμηλότερο κόστος αγοράς νέων συσκευών έναντι του κόστους επισκευής. Ενας μέσος προσωπικός Η/Υ στην Ευρώπη παραμένει σε λειτουργία για τρία έτη. Από κοινού φωτογραφικές μηχανές, κινητά τηλέφωνα, φορητοί υπολογιστές και πολλές άλλες μικρές ηλεκτρονικές και ηλεκτρικές συσκευές δημιούργησαν περισσότερους από 910.000 τόνους αποβλήτων από τα νοικοκυριά της Ε.Ε. των «15» το 2006, ενώ στην E.Ε. των «27» τα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά απόβλητα ήταν κατ’ εκτίμηση μεταξύ 8,3 εκατομμυρίων και 9,1 εκατομμύριων τόνων το 2005. Στην Ε.Ε. των «27» μόνο το 25% των μεσαίου μεγέθους συσκευών και το 40% των μεγαλύτερων που απορρίπτονται συλλέγονται χωριστά και διαχειρίζονται με τον κατάλληλο τρόπο. Το υπόλοιπο ενδεχομένως καταλήγει σε υλικά οδόστρω
σης και σε κάτω του μετρίου σε ό,τι αφορά την επιβάρυνση του περιβάλλοντος περιοχές επεξεργασίας.
ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΣΑΡΑΝΤΗ
Πηγή: Ημερησία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου