Δεν χρειάζεται να δεις το κουκλοθέατρο που έστησε τις προάλλες η κυρία Κανέλλη στη Βουλή με τη φραντζόλα και το γάλα για να αντιληφθείς τις απέλπιδες προσπάθειες που καταβάλλει η πολιτική τάξη για την επιβίωσή της.
Οπως και δεν χρειάζεται να δεις τις μούντζες προς το Κοινοβούλιο για να αντιληφθείς πως οι προσπάθειες, όσο φιλότιμες κι αν είναι, δεν εξαιρούν κανέναν απ' την απαξίωση. Τους λείπουν τα εκφραστικά μέσα για να μας εξηγήσουν αυτό που μας συμβαίνει; Στα χρόνια της συγκατάβασης καταχράστηκαν την ξύλινη γλώσσα και τώρα τους προδίδουν οι λέξεις; Ή μήπως, το χειρότερο, ούτε οι ίδιοι είναι σε θέση να αντιληφθούν αυτό που μας συμβαίνει και εξαντλούν τις παρωχημένες τους γκριμάτσες μπας και μας συγκινήσουν, σαν τους ατάλαντους ηθοποιούς που γδέρνουν τις φωνητικές τους χορδές για να σε πείσουν για το ανύπαρκτο πάθος τους.
Αυτό που χρειάζεται, αντιθέτως, να δεις είναι πως το κοινωνικό αδιέξοδο δεν εντοπίζεται κατ' αποκλειστικότητα στην πτώχευση του λόγου των πολιτικών. Ή μάλλον, καλύτερα, η πτώχευση του πολιτικού λόγου, η αναξιοπιστία του πολιτικού λόγου που για μας μεταφράζεται σε απουσία κάθε κοινωνικής προοπτικής, δεν αφορά μόνον τους επαγγελματίες της πολιτικής. Και δεν αποτυπώνεται μόνον στους φυματικούς αριθμούς που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις.
Ο ιός της αναξιοπιστίας έχει χτυπήσει και τις μορφές που υιοθετεί η έκφραση της διαμαρτυρίας, της αγανάκτησης, ακόμη και της ανυπακοής. Προχθές γάλλος δημοσιογράφος με ρωτούσε πώς είναι δυνατόν στην Πορτογαλία ή στο Ισραήλ να κατεβαίνουν στους δρόμους τριακόσιες και τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι και στην Ελλάδα να θεωρείται μεγάλη μια διαδήλωση των πενήντα χιλιάδων ανθρώπων; Η απάντηση, εννοείται, δεν είναι ούτε προφανής ούτε εύκολη.
Το φαινόμενο πάντως είναι αξιοσημείωτο. Με 800.000 άνεργους στον ιδιωτικό τομέα, με την εφεδρεία και την πτώχευση των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα θα περίμενε κανείς... Ομως το βέβαιο είναι πως αυτοί που υποφέρουν περισσότερο στην Ελλάδα είναι αυτοί που φωνάζουν λιγότερο. Ισως γιατί απεχθάνονται τη βία με την οποία συνήθως εκφυλίζεται κάθε διαμαρτυρία εδώ και χρόνια. Ισως γιατί δεν μπορούν, και δεν θέλουν, να συμπαραταχθούν με όσους διεκδικούν το δικαίωμα του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» στο ναυάγιο. Ισως γιατί και ο πολιτικός λόγος που αρθρώνεται εκτός Βουλής δεν είναι λιγότερο ξύλινος από αυτόν που αρθρώνεται εντός Βουλής.
Και στο σημείο αυτό αναδεικνύεται η μεγάλη ευθύνη της Αριστεράς, η αδυναμία της να ανταποκριθεί στον ρόλο τον οποίον διεκδικεί. Εχοντας εξαντλήσει την κρίση της για την κρίση στις γνωστές πρωτόλειες αντικαπιταλιστικές κορόνες, έχοντας εξαντλήσει το οπλοστάσιο της διαμαρτυρίας σε «συλλαλητήρια», αποκλεισμούς και καταλήψεις ρουτίνας κάτι δεκαετίες τώρα, σήμερα αποδεικνύεται ανίκανη να εκφράσει και να αντιμετωπίσει αυτό που μας συμβαίνει. Οταν λες στον άνεργο πως φταίει το «σύστημα» τη στιγμή που ο άνεργος το μόνο που επιθυμεί είναι να ξαναμπεί στο σύστημα για να ξαναβρεί δουλειά, τότε τη χαμένη σου αξιοπιστία κανένα κουκλοθέατρο δεν πρόκειται να σου την ξαναβρεί. Ο ιός της αναξιοπιστίας μοιάζει με επιδημία.
Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Πηγή: Τα Νέα
Οπως και δεν χρειάζεται να δεις τις μούντζες προς το Κοινοβούλιο για να αντιληφθείς πως οι προσπάθειες, όσο φιλότιμες κι αν είναι, δεν εξαιρούν κανέναν απ' την απαξίωση. Τους λείπουν τα εκφραστικά μέσα για να μας εξηγήσουν αυτό που μας συμβαίνει; Στα χρόνια της συγκατάβασης καταχράστηκαν την ξύλινη γλώσσα και τώρα τους προδίδουν οι λέξεις; Ή μήπως, το χειρότερο, ούτε οι ίδιοι είναι σε θέση να αντιληφθούν αυτό που μας συμβαίνει και εξαντλούν τις παρωχημένες τους γκριμάτσες μπας και μας συγκινήσουν, σαν τους ατάλαντους ηθοποιούς που γδέρνουν τις φωνητικές τους χορδές για να σε πείσουν για το ανύπαρκτο πάθος τους.
Αυτό που χρειάζεται, αντιθέτως, να δεις είναι πως το κοινωνικό αδιέξοδο δεν εντοπίζεται κατ' αποκλειστικότητα στην πτώχευση του λόγου των πολιτικών. Ή μάλλον, καλύτερα, η πτώχευση του πολιτικού λόγου, η αναξιοπιστία του πολιτικού λόγου που για μας μεταφράζεται σε απουσία κάθε κοινωνικής προοπτικής, δεν αφορά μόνον τους επαγγελματίες της πολιτικής. Και δεν αποτυπώνεται μόνον στους φυματικούς αριθμούς που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις.
Ο ιός της αναξιοπιστίας έχει χτυπήσει και τις μορφές που υιοθετεί η έκφραση της διαμαρτυρίας, της αγανάκτησης, ακόμη και της ανυπακοής. Προχθές γάλλος δημοσιογράφος με ρωτούσε πώς είναι δυνατόν στην Πορτογαλία ή στο Ισραήλ να κατεβαίνουν στους δρόμους τριακόσιες και τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι και στην Ελλάδα να θεωρείται μεγάλη μια διαδήλωση των πενήντα χιλιάδων ανθρώπων; Η απάντηση, εννοείται, δεν είναι ούτε προφανής ούτε εύκολη.
Το φαινόμενο πάντως είναι αξιοσημείωτο. Με 800.000 άνεργους στον ιδιωτικό τομέα, με την εφεδρεία και την πτώχευση των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα θα περίμενε κανείς... Ομως το βέβαιο είναι πως αυτοί που υποφέρουν περισσότερο στην Ελλάδα είναι αυτοί που φωνάζουν λιγότερο. Ισως γιατί απεχθάνονται τη βία με την οποία συνήθως εκφυλίζεται κάθε διαμαρτυρία εδώ και χρόνια. Ισως γιατί δεν μπορούν, και δεν θέλουν, να συμπαραταχθούν με όσους διεκδικούν το δικαίωμα του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» στο ναυάγιο. Ισως γιατί και ο πολιτικός λόγος που αρθρώνεται εκτός Βουλής δεν είναι λιγότερο ξύλινος από αυτόν που αρθρώνεται εντός Βουλής.
Και στο σημείο αυτό αναδεικνύεται η μεγάλη ευθύνη της Αριστεράς, η αδυναμία της να ανταποκριθεί στον ρόλο τον οποίον διεκδικεί. Εχοντας εξαντλήσει την κρίση της για την κρίση στις γνωστές πρωτόλειες αντικαπιταλιστικές κορόνες, έχοντας εξαντλήσει το οπλοστάσιο της διαμαρτυρίας σε «συλλαλητήρια», αποκλεισμούς και καταλήψεις ρουτίνας κάτι δεκαετίες τώρα, σήμερα αποδεικνύεται ανίκανη να εκφράσει και να αντιμετωπίσει αυτό που μας συμβαίνει. Οταν λες στον άνεργο πως φταίει το «σύστημα» τη στιγμή που ο άνεργος το μόνο που επιθυμεί είναι να ξαναμπεί στο σύστημα για να ξαναβρεί δουλειά, τότε τη χαμένη σου αξιοπιστία κανένα κουκλοθέατρο δεν πρόκειται να σου την ξαναβρεί. Ο ιός της αναξιοπιστίας μοιάζει με επιδημία.
Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Πηγή: Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου