Η άρνηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ινδίας να προασπιστεί την πατέντα του Gleevec, του γνωστού αντικαρκινικού φαρμάκου της ελβετικής φαρμακοβιομηχανίας Novartis είναι καλή είδηση για πολλούς καρκινοπαθείς στην Ινδία.
Εάν και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες ακολουθήσουν το παράδειγμα της Ινδίας, θα έχουμε καλά νέα και αλλού: περισσότερα χρήματα θα αφιερωθούν σε άλλες ανάγκες είτε πρόκειται για την καταπολέμηση του aids είτε για την ενίσχυση του εκπαιδευτικού συστήματος είτε ακόμη για επενδύσεις, που προωθούν την ανάπτυξη και συμβάλλουν στη μείωση της φτώχειας.
Η απόφαση της Ινδίας σημαίνει, όμως, επίσης λιγότερα χρήματα για τις μεγάλες πολυεθνικές φαρμακοβιομηχανίες.
Δεν εκπλήσσει λοιπόν το γεγονός ότι έχει πυροδοτήσει μία εντονότατη αντίδραση από τις ίδιες και όσους προωθούν τα συμφέροντά τους: η απόφαση, ισχυρίζονται, καταστρέφει κάθε πρωτοβουλία για καινοτομία και επομένως συνιστά απειλή για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως.
Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι υπερβολικοί. Τόσο σε οικονομικούς όσο και κοινωνικούς όρους, η απόφαση του ινδικού δικαστηρίου έχει λογική. Επιπλέον πρόκειται για μία τοπική απλώς προσπάθεια επανισορρόπησης ενός παγκόσμιου καθεστώτος προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων, το οποίο κλίνει σοβαρά υπέρ των συμφερόντων των φαρμακοβιομηχανιών εις βάρος του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας. Πράγματι υπάρχει ευρεία συναίνεση μεταξύ των οικονομολόγων ότι το υφιστάμενο καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας είναι αυτό, που ουσιαστικά καταπνίγει την καινοτομία.
Ο αντίκτυπος της ισχυρής προστασίας των πατεντών στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας θεωρείται εδώ και χρόνια αμφιλεγόμενος. Η υπόσχεση μονοπωλιακών δικαιωμάτων μπορεί όντως να δώσει ώθηση στην καινοτομία (αν και οι πιο σημαντικές ανακαλύψεις, όπως το DNA, τείνουν να γίνονται στους κόλπους των πανεπιστημίων και σε κρατικά ερευνητικά εργαστήρια και στηρίζονται σε άλλα κίνητρα). Υπάρχει, όμως, συχνά και σημαντικό κόστος: υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, δυσμενείς επιπτώσεις στη καινοτομία, μέσω του περιορισμού της πρόσβασης στη γνώση, και στην περίπτωση των φαρμάκων, που σώζουν ζωές, θάνατος για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν την καινοτομία, που θα τους έσωζε.
Το βάρος που δίνεται στον καθένα από τους παραπάνω παράγοντες εξαρτάται από τις συνθήκες και τις προτεραιότητες και θα πρέπει να διαφέρει από χώρα σε χώρα και από εποχή σε εποχή. Οι ανεπτυγμένες βιομηχανικά οικονομίες στα αρχικά στάδια της ανάπτυξής τους κατάφεραν να απολαύσουν ταχεία οικονομική μεγέθυνση και ισχυρότερη κοινωνική πρόνοια υιοθετώντας πολύ πιο αδύναμα ρυθμιστικά πλαίσια για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, από αυτά που απαιτούνται σήμερα από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Ακόμη και στις ΗΠΑ υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία ότι οι πατέντες, οι οποίες κάποιες φορές παγιδεύουν μία καινοτομία σε πνευματικά δικαιώματα άλλων, αποσπούν πολύτιμους πόρους έρευνας από πιο παραγωγικές χρήσεις.
Η Ινδία αντιπροσωπεύει μόλις το 1% με 2% της παγκόσμιας φαρμακευτικής αγοράς. Αποτελεί όμως πολλά χρόνια σημείο αναφοράς στη μάχη των φαρμακοβιομηχανιών για την επέκταση των πνευματικών τους δικαιωμάτων, χάρη στο δυναμικό της τομέα παραγωγής γενόσημων φαρμάκων και στη βούλησή της να αμφισβητήσει το καθεστώς για τις πατέντες τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και περιοχές ξένης δικαιοδοσίας.
Η ανάκληση της προστασίας των πατεντών για φάρμακα το 1972 αύξησε δραστικά την πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας φάρμακα και οδήγησε στην ανάπτυξη μίας παγκοσμίως ανταγωνιστικής τοπικής βιομηχανίας, που συχνά αποκαλείται «η φαρμακοβιομηχανία του αναπτυσσόμενου κόσμου». Για παράδειγμα η παραγωγή αντιρετροϊκών από ινδικές εταιρείες παρασκευής γενοσήμων, όπως είναι η Cipla, έχει περιορίσει σήμερα το κόστος της σωτήριας θεραπείας για το aids στην υποσαχάρια Αφρική σε μόλις 1% του κόστους, που καταγραφόταν πριν από μία δεκαετία.
Τα πολύτιμα αυτά αποτελέσματα παρήχθησαν υπό ένα καθεστώς αδύναμης- ουσιαστικά ανύπαρκτης- προστασίας των δικαιωμάτων πατέντας για φάρμακα. Η Ινδία, όμως, δεσμεύεται σήμερα από συμφωνίες, που έχει υπογράψει στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και έχει αναθεωρήσει πλήρως τη νομοθεσία της για τις πατέντες, γεγονός που έχει προκαλέσει διάχυτη ανησυχία στον αναπτυσσόμενο κόσμο σχετικά με τις επιπτώσεις στην παγκόσμια ανάγκη για οικονομικά προσιτά φάρμακα.
Πράγματι η απόφαση για το Gleevec είναι προς το παρόν μία μικρή μόνο ανατροπή για τις φαρμακοβιομηχανίες της Δύσης. Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες οι ομάδες προάσπισης των συμφερόντων τους έχουν εργαστεί για την εναρμόνιση και την ενίσχυση ενός πολύ πιο αυστηρού καθεστώτος προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων, με εφαρμογή σε παγκόσμιο επίπεδο. Το αποτέλεσμα είναι οι φαρμακευτικές εταιρείες να έχουν πολλαπλή προστασία, την οποία οι περισσότερες αναπτυσσόμενες οικονομίες δύσκολα μπορούν να αμφισβητήσουν και η οποία συχνά φέρνει τις διεθνείς δεσμεύσεις τους σε σύγκρουση με την εγχώρια υποχρέωσή τους να προστατεύσουν τη ζωή και την υγεία των πολιτών τους.
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας η αναθεωρημένη νομοθεσία της χώρας για τις πατέντες εξακολουθεί να δίνει μεγαλύτερο βάρος στους κοινωνικούς στόχους από ό,τι η αντίστοιχη στις ΗΠΑ και αλλού: τα πρότυπα στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται μία ανακάλυψη για να θεωρείται «μη προφανής» (non obviousness) και πρωτοποριακή, ώστε να διασφαλίζεται η πατέντα της, είναι πιο αυστηρά, ενώ δεν επιτρέπεται η «αειφορία» των υφιστάμενων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή η προστασία πατέντας για σταδιακή εξέλιξη καινοτομιών. Το δικαστήριο επιβεβαιώνει έτσι ότι πρωταρχική δέσμευση της Ινδίας είναι η προστασία των ζωών και της υγείας των πολιτών της.
Η απόφαση κατέδειξε επίσης ένα πολύ σημαντικό γεγονός: Παρά τους αυστηρούς περιορισμούς τους, οι διεθνείς συμφωνίες για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, επιτρέπουν ορισμένες δικλίδες ασφαλείας, που χρησιμοποιούνται σπανίως, αλλά προσφέρουν στις αναπτυσσόμενες χώρες έναν βαθμό ευελιξίας. Για αυτό και η φαρμακοβιομηχανία, όπως άλλωστε και οι ΗΠΑ, και άλλοι παράγοντες, ζητούν την υιοθέτηση ενός αυστηρότερου πλαισίου, μέσω πρόσθετων συμφωνιών.
Τέτοιου είδους συμφωνίες θα μπορούσαν για παράδειγμα να απαγορεύουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να προχωρούν στην έγκριση γενόσημων φαρμάκων έως ότου λήξουν οι πατέντες ή να απαιτούν άλλα μέτρα προστασίας των κατοχυρωμένων με πατέντα προϊόντων. Υπάρχει μία περίεργη αντίφαση στο επιχείρημα ότι η απόφαση της Ινδίας υπονομεύει την προστασία πνευματικών δικαιωμάτων.
Ενας καθοριστικός παράγοντας για τη σωστή λειτουργία του καθεστώτος προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων είναι η ύπαρξη μίας ανεξάρτητης αρχής, η οποία θα φροντίζει για την τήρησή του. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας απέδειξε ότι είναι ανεξάρτητο, ερμηνεύει το νόμο πιστά και δεν υποκύπτει στα παγκόσμια επιχειρηματικά συμφέροντα. Είναι τώρα στο χέρι της κυβέρνησης της Ινδίας να χρησιμοποιήσει τις διεθνείς της συμφωνίας, με στόχο να διασφαλίσει ότι το εγχώριο καθεστώς πνευματικών δικαιωμάτων θα είναι επωφελές τόσο για την καινοτομία όσο και για τη δημόσια υγεία. Παγκοσμίως αναγνωρίζεται η ανάγκη για ένα πιο ισορροπημένο καθεστώς πνευματικών δικαιωμάτων.
Η φαρμακοβιομηχανία, ωστόσο, θέλοντας να παγιώσει τα κέρδη της, πιέζει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Χώρες, που εξετάζουν το ενδεχόμενο υπογραφής διεθνών συμφωνιών ή διμερών συμφωνιών με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πίσω από αυτές υπάρχουν κρυφοί στόχοι. Συμβάσεις, που προωθούνται ως «συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου» περιλαμβάνουν προβλέψεις για τα πνευματικά δικαιώματα, τα οποία θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πρόσβαση σε οικονομικά προσιτά φάρμακα, με σοβαρές επιπτώσεις για την ανάπτυξη.
Copyright: Project Syndicate, 2013. www.project-syndicate.org
JOSEPH E. STIGLITZ, ARJUN JAYADEV
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗΣ της 27/4/2013
Εάν και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες ακολουθήσουν το παράδειγμα της Ινδίας, θα έχουμε καλά νέα και αλλού: περισσότερα χρήματα θα αφιερωθούν σε άλλες ανάγκες είτε πρόκειται για την καταπολέμηση του aids είτε για την ενίσχυση του εκπαιδευτικού συστήματος είτε ακόμη για επενδύσεις, που προωθούν την ανάπτυξη και συμβάλλουν στη μείωση της φτώχειας.
Η απόφαση της Ινδίας σημαίνει, όμως, επίσης λιγότερα χρήματα για τις μεγάλες πολυεθνικές φαρμακοβιομηχανίες.
Δεν εκπλήσσει λοιπόν το γεγονός ότι έχει πυροδοτήσει μία εντονότατη αντίδραση από τις ίδιες και όσους προωθούν τα συμφέροντά τους: η απόφαση, ισχυρίζονται, καταστρέφει κάθε πρωτοβουλία για καινοτομία και επομένως συνιστά απειλή για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως.
Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι υπερβολικοί. Τόσο σε οικονομικούς όσο και κοινωνικούς όρους, η απόφαση του ινδικού δικαστηρίου έχει λογική. Επιπλέον πρόκειται για μία τοπική απλώς προσπάθεια επανισορρόπησης ενός παγκόσμιου καθεστώτος προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων, το οποίο κλίνει σοβαρά υπέρ των συμφερόντων των φαρμακοβιομηχανιών εις βάρος του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας. Πράγματι υπάρχει ευρεία συναίνεση μεταξύ των οικονομολόγων ότι το υφιστάμενο καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας είναι αυτό, που ουσιαστικά καταπνίγει την καινοτομία.
Ο αντίκτυπος της ισχυρής προστασίας των πατεντών στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας θεωρείται εδώ και χρόνια αμφιλεγόμενος. Η υπόσχεση μονοπωλιακών δικαιωμάτων μπορεί όντως να δώσει ώθηση στην καινοτομία (αν και οι πιο σημαντικές ανακαλύψεις, όπως το DNA, τείνουν να γίνονται στους κόλπους των πανεπιστημίων και σε κρατικά ερευνητικά εργαστήρια και στηρίζονται σε άλλα κίνητρα). Υπάρχει, όμως, συχνά και σημαντικό κόστος: υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, δυσμενείς επιπτώσεις στη καινοτομία, μέσω του περιορισμού της πρόσβασης στη γνώση, και στην περίπτωση των φαρμάκων, που σώζουν ζωές, θάνατος για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν την καινοτομία, που θα τους έσωζε.
Το βάρος που δίνεται στον καθένα από τους παραπάνω παράγοντες εξαρτάται από τις συνθήκες και τις προτεραιότητες και θα πρέπει να διαφέρει από χώρα σε χώρα και από εποχή σε εποχή. Οι ανεπτυγμένες βιομηχανικά οικονομίες στα αρχικά στάδια της ανάπτυξής τους κατάφεραν να απολαύσουν ταχεία οικονομική μεγέθυνση και ισχυρότερη κοινωνική πρόνοια υιοθετώντας πολύ πιο αδύναμα ρυθμιστικά πλαίσια για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, από αυτά που απαιτούνται σήμερα από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Ακόμη και στις ΗΠΑ υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία ότι οι πατέντες, οι οποίες κάποιες φορές παγιδεύουν μία καινοτομία σε πνευματικά δικαιώματα άλλων, αποσπούν πολύτιμους πόρους έρευνας από πιο παραγωγικές χρήσεις.
Η Ινδία αντιπροσωπεύει μόλις το 1% με 2% της παγκόσμιας φαρμακευτικής αγοράς. Αποτελεί όμως πολλά χρόνια σημείο αναφοράς στη μάχη των φαρμακοβιομηχανιών για την επέκταση των πνευματικών τους δικαιωμάτων, χάρη στο δυναμικό της τομέα παραγωγής γενόσημων φαρμάκων και στη βούλησή της να αμφισβητήσει το καθεστώς για τις πατέντες τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και περιοχές ξένης δικαιοδοσίας.
Η ανάκληση της προστασίας των πατεντών για φάρμακα το 1972 αύξησε δραστικά την πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας φάρμακα και οδήγησε στην ανάπτυξη μίας παγκοσμίως ανταγωνιστικής τοπικής βιομηχανίας, που συχνά αποκαλείται «η φαρμακοβιομηχανία του αναπτυσσόμενου κόσμου». Για παράδειγμα η παραγωγή αντιρετροϊκών από ινδικές εταιρείες παρασκευής γενοσήμων, όπως είναι η Cipla, έχει περιορίσει σήμερα το κόστος της σωτήριας θεραπείας για το aids στην υποσαχάρια Αφρική σε μόλις 1% του κόστους, που καταγραφόταν πριν από μία δεκαετία.
Τα πολύτιμα αυτά αποτελέσματα παρήχθησαν υπό ένα καθεστώς αδύναμης- ουσιαστικά ανύπαρκτης- προστασίας των δικαιωμάτων πατέντας για φάρμακα. Η Ινδία, όμως, δεσμεύεται σήμερα από συμφωνίες, που έχει υπογράψει στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και έχει αναθεωρήσει πλήρως τη νομοθεσία της για τις πατέντες, γεγονός που έχει προκαλέσει διάχυτη ανησυχία στον αναπτυσσόμενο κόσμο σχετικά με τις επιπτώσεις στην παγκόσμια ανάγκη για οικονομικά προσιτά φάρμακα.
Πράγματι η απόφαση για το Gleevec είναι προς το παρόν μία μικρή μόνο ανατροπή για τις φαρμακοβιομηχανίες της Δύσης. Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες οι ομάδες προάσπισης των συμφερόντων τους έχουν εργαστεί για την εναρμόνιση και την ενίσχυση ενός πολύ πιο αυστηρού καθεστώτος προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων, με εφαρμογή σε παγκόσμιο επίπεδο. Το αποτέλεσμα είναι οι φαρμακευτικές εταιρείες να έχουν πολλαπλή προστασία, την οποία οι περισσότερες αναπτυσσόμενες οικονομίες δύσκολα μπορούν να αμφισβητήσουν και η οποία συχνά φέρνει τις διεθνείς δεσμεύσεις τους σε σύγκρουση με την εγχώρια υποχρέωσή τους να προστατεύσουν τη ζωή και την υγεία των πολιτών τους.
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας η αναθεωρημένη νομοθεσία της χώρας για τις πατέντες εξακολουθεί να δίνει μεγαλύτερο βάρος στους κοινωνικούς στόχους από ό,τι η αντίστοιχη στις ΗΠΑ και αλλού: τα πρότυπα στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται μία ανακάλυψη για να θεωρείται «μη προφανής» (non obviousness) και πρωτοποριακή, ώστε να διασφαλίζεται η πατέντα της, είναι πιο αυστηρά, ενώ δεν επιτρέπεται η «αειφορία» των υφιστάμενων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή η προστασία πατέντας για σταδιακή εξέλιξη καινοτομιών. Το δικαστήριο επιβεβαιώνει έτσι ότι πρωταρχική δέσμευση της Ινδίας είναι η προστασία των ζωών και της υγείας των πολιτών της.
Η απόφαση κατέδειξε επίσης ένα πολύ σημαντικό γεγονός: Παρά τους αυστηρούς περιορισμούς τους, οι διεθνείς συμφωνίες για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, επιτρέπουν ορισμένες δικλίδες ασφαλείας, που χρησιμοποιούνται σπανίως, αλλά προσφέρουν στις αναπτυσσόμενες χώρες έναν βαθμό ευελιξίας. Για αυτό και η φαρμακοβιομηχανία, όπως άλλωστε και οι ΗΠΑ, και άλλοι παράγοντες, ζητούν την υιοθέτηση ενός αυστηρότερου πλαισίου, μέσω πρόσθετων συμφωνιών.
Τέτοιου είδους συμφωνίες θα μπορούσαν για παράδειγμα να απαγορεύουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να προχωρούν στην έγκριση γενόσημων φαρμάκων έως ότου λήξουν οι πατέντες ή να απαιτούν άλλα μέτρα προστασίας των κατοχυρωμένων με πατέντα προϊόντων. Υπάρχει μία περίεργη αντίφαση στο επιχείρημα ότι η απόφαση της Ινδίας υπονομεύει την προστασία πνευματικών δικαιωμάτων.
Ενας καθοριστικός παράγοντας για τη σωστή λειτουργία του καθεστώτος προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων είναι η ύπαρξη μίας ανεξάρτητης αρχής, η οποία θα φροντίζει για την τήρησή του. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας απέδειξε ότι είναι ανεξάρτητο, ερμηνεύει το νόμο πιστά και δεν υποκύπτει στα παγκόσμια επιχειρηματικά συμφέροντα. Είναι τώρα στο χέρι της κυβέρνησης της Ινδίας να χρησιμοποιήσει τις διεθνείς της συμφωνίας, με στόχο να διασφαλίσει ότι το εγχώριο καθεστώς πνευματικών δικαιωμάτων θα είναι επωφελές τόσο για την καινοτομία όσο και για τη δημόσια υγεία. Παγκοσμίως αναγνωρίζεται η ανάγκη για ένα πιο ισορροπημένο καθεστώς πνευματικών δικαιωμάτων.
Η φαρμακοβιομηχανία, ωστόσο, θέλοντας να παγιώσει τα κέρδη της, πιέζει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Χώρες, που εξετάζουν το ενδεχόμενο υπογραφής διεθνών συμφωνιών ή διμερών συμφωνιών με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πίσω από αυτές υπάρχουν κρυφοί στόχοι. Συμβάσεις, που προωθούνται ως «συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου» περιλαμβάνουν προβλέψεις για τα πνευματικά δικαιώματα, τα οποία θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πρόσβαση σε οικονομικά προσιτά φάρμακα, με σοβαρές επιπτώσεις για την ανάπτυξη.
Copyright: Project Syndicate, 2013. www.project-syndicate.org
JOSEPH E. STIGLITZ, ARJUN JAYADEV
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗΣ της 27/4/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου