Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011

Mηδενικά απόβλητα Ένας εφικτός στόχος (και) για την Ελλάδα

Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε μέχρι σήμερα η χώρα μας τα παραγόμενα απορρίμματα μπορεί να περιγραφεί με τρεις λέξεις: αδιαφορία, αδράνεια, αναποτελεσματικότητα. Το μοναδικό σχεδόν ενδιαφέρον των περιφερειακών αρχών αλλά και της κεντρικής διοίκησης ήταν να βρούμε «κατάλληλους» χώρους για να θάψουμε τα σκουπίδια μας, με ένα σχετικά «ασφαλή» τρόπο για την ανθρώπινη υγεία. Δυστυχώς, έχει αποδειχτεί στην πράξη ότι δεν υπάρχουν «ασφαλείς» ΧΥΤΑ. Η ρύπανση των νερών, της ατμόσφαιρας και των εδαφών που προκύπτει από την λειτουργία χώρων τελικής διάθεσης απορριμμάτων (ΧΥΤΑ ή καύσης) είναι αναπόφευκτη!
Oι δήμοι αδιαφορώντας και αυτοί για τις ευθύνες τους ρίχνουν το μπαλάκι στην κεντρική εξουσία. Εντωμεταξύ, τα σκουπίδια μας αυξάνονται ραγδαία. Μόνο στην Αττική παράγονται 2,3 εκατ. τόνοι απορριμμάτων κάθε χρόνο (!), ενώ τα περισσότερα καταλήγουν στον ΧΥΤ Φυλής.
Αν μελετήσει κανείς σε βάθος το πρόβλημα των σκουπιδιών και δει επιτυχημένα
παραδείγματα σοφής διαχείρισης τους σε άλλες χώρες, καταλήγει σε δυο βασικά συμπεράσματα:
Πρώτο συμπέρασμα
Χρειάζεται μια σφαιρική προσέγγιση για να δρομολογηθούν σωστές λύσεις. Το να κραυγάζει κανείς για παράδειγμα ότι το πρόβλημα των σκουπιδιών λύνεται μόνο με ανακύκλωση, είναι όχι απλώς ανεδαφικό αλλά και επικίνδυνο! Ξέρουμε ότι αν και η ανακύκλωση είναι φυσικά μια επιθυμητή, οικολογικά συμβατή, λύση δεν μπορεί από μόνη της να οδηγήσει σε δραστική μείωση της ποσότητας των απορριμμάτων. Για παράδειγμα, χώρες όπως η Δανία που έχει από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανακύκλωσης (περίπου 41%), συγχρόνως έχει και τη μεγαλύτερη (στην ΕΕ) κατά κεφαλή παραγωγή απορριμμάτων, περίπου 417 Kg/ κάτοικο το έτος.
Η μόνη ολοκληρωμένη, σφαιρική προσέγγιση που απαντά στο πρόβλημα των σκουπιδιών σε όλα τα επίπεδα, είναι η πολιτική των μηδενικών αποβλήτων. Με δύο λόγια, θα περιέγραφε κανείς τα μηδενικά απόβλητα ως το σύνολο εκείνων των πολιτικών που συμβάλλουν στη μείωση της ποσότητας και επικινδυνότητας των απορριμμάτων, με μέγιστη εξοικονόμηση φυσικών πόρων και την εισαγωγή μιας κυκλικής οικονομίας (που μιμείται τους φυσικούς κύκλους) για όλα τα χρησιμοποιούμενα υλικά.
Οι πολιτικές μηδενικών αποβλήτων περιλαμβάνουν με σειρά προτεραιότητας:
α) την πρόληψη, δηλαδή το βιομηχανικό σχεδιασμό προϊόντων ώστε να εξασφαλίζεται η αποδοτικότερη (ελάχιστη) χρήση φυσικών πόρων και ενέργειας. Όλα τα σχεδιαζόμενα προϊόντα πρέπει να τηρούν τις εξής προϋποθέσεις: να έχουν μεγάλο χρόνο ζωής, να επιδιορθώνονται εύκολα, να είναι φτιαγμένα αποκλειστικά από ανανεώσιμους φυσικούς πόρους, να μην περιέχουν επικίνδυνες ουσίες (για τον άνθρωπο ή το περιβάλλον), να είναι εύκολο να αποσυναρμολογηθούν για να επαναχρησιμοποιηθούν, ενώ ό.τι δεν επαναχρησιμοποιείται θα πρέπει να ανακυκλώνεται ή να κομποστοποιείται (βιοαποικοδομήσιμα προϊόντα). Πολιτικές πρόληψης περιλαμβάνουν την κοστολόγηση των προϊόντων με ενσωμάτωση του συνολικού περιβαλλοντικού κόστους όπως προκύπτει από την ανάλυση του κύκλου ζωής τους, την κατάργηση της υπερβολικής συσκευασίας (π.χ. πλαστική τσάντα μιας χρήσης), την επιβολή φόρων σε προϊόντα που έχουν «βαρύ» οικολογικό αποτύπωμα, την οικολογική σήμανση προϊόντων φιλικών στο περιβάλλον και τον άνθρωπο, κ.α.
β) την προώθηση της επαναχρησιμοποίησης προϊόντων, για παράδειγμα ρούχων, παιγνιδιών, επίπλων, ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών, ως μια βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα που σε τοπικό επίπεδο μπορεί να δημιουργήσει 50πλάσιες θέσεις εργασίας ανά τόνο υλικών που επαναχρησιμοποιούνται, συγκριτικά με την ταφή ή την καύση ίσης ποσότητας υλικών. Καλά παραδείγματα τέτοιων επιχειρήσεων έχουμε στη Φλαμανδία, όπου εφαρμόζεται ίσως το πιο επιτυχημένο πρόγραμμα μείωσης απορριμμάτων στην Ευρώπη.
γ) την ανακύκλωση όλων των υλικών που δεν μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν.
Έτσι, μέσω της πρόληψης, επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης όλα τα υλικά (φυσικοί πόροι) εντάσσονται σε μια κυκλική οικονομία και τίποτε δεν πάει χαμένο.
Δεύτερο συμπέρασμα
Προϋπόθεση βιώσιμων λύσεων για τα σκουπίδια είναι η συγκρότηση και εφαρμογή σχεδίων διαχείρισης απορριμμάτων σε τοπική κλίμακα (επίπεδο δήμου) και όσο γίνεται πιο κοντά στον πολίτη, με τη θεσμική συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων κοινωνικών φορέων, και μέσω ενός οδικού χάρτη εφαρμογής με ποσοτικούς στόχους μείωσης διαφόρων κατηγοριών αποβλήτων μέσα σε καθορισμένα χρονοδιαγράμματα και με εξεύρεση επαρκών πόρων. Τα σχέδια διαχείρισης πρέπει να είναι αποτέλεσμα συναίνεσης και διαβούλευσης όλων των εμπλεκόμενων κοινωνικών φορέων (δημοτικές αρχές, δημοτικοί σύμβουλοι, επιχειρήσεις, έμποροι, καταστηματάρχες, εκπαιδευτικοί, οικολογικές οργανώσεις, φορείς πολιτών, επιστήμονες). Τα κύρια στοιχεία ενός αποτελεσματικού δημοτικού σχεδίου διαχείρισης απορριμμάτων είναι:
Στην πηγή
1. Διαλογή των απορριμμάτων στην πηγή (νοικοκυριά, εμπορικές και άλλες επιχειρήσεις ) σε τουλάχιστον τέσσερα ρεύματα που περιλαμβάνουν:
Προϊόντα που μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν (ρούχα, παιγνίδια, έπιπλα, παπλώματα, ηλεκτρικές συσκευές, χρησιμοποιημένα –αλλά όχι ληγμένα- φάρμακα ενώ τα περισσεύματα τροφίμων από λαϊκές αγορές ή super market, εστιατόρια πρέπει να διατίθενται άμεσα για την σίτιση ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων). Τα επαναχρησιμοποιούμενα υλικά θα οδηγούνται σε δημοτικά κέντρα επαναχρησιμοποίησης όπου μετά από μικρή φροντίδα, επιδιόρθωση μπορούν να πωλούνται σε χαμηλές τιμές, αυξάνοντας τα έσοδα των δήμων.
Ανακυκλώσιμα υλικά (χαρτί, συσκευασίες).
Οργανικά υπολείμματα κουζίνας ή κήπων που οδηγούνται σε κομποστοποίηση (οικιακή ή δημοτική).
Υπολείμματα, δηλαδή ότι δεν μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί ή να ανακυκλωθεί, θα οδηγείται σε κέντρα διαλογής, περαιτέρω επεξεργασίας για το διαχωρισμό τους αλλά και τη μελέτη τους (screening) από την οποία μπορούν να βγουν πολύτιμα συμπεράσματα για τη βελτίωση του σχεδιασμού τους ώστε να μπορούν να εισαχθούν σε ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας επιτυγχάνοντας έτσι τα μηδενικά απόβλητα. Η λειτουργία των μονάδων επεξεργασίας θα χρηματοδοτείται από τις βιομηχανίες που είναι υπεύθυνες για τη συσκευασία (σύμφωνα με την αρχή της ευθύνης του παραγωγού). Τα τελικά υπολείμματα που προκύπτουν από τα ΚΔΑΥ θα οδηγούνται σε ΧΥΤ.
2. Οι δήμοι θα πρέπει προσεκτικά να μελετήσουν και την περίπτωση εφαρμογής προγραμμάτων πόρτα-πόρτα (σύστημα πρώτης επιλογής για μικρούς δήμους) όπου τα επαναχρησιμοποιούμενα και ανακυκλώσιμα υλικά θα συλλέγονται μια φορά την εβδομάδα κατευθείαν από τα νοικοκυριά ή τις επιχειρήσεις, επιτυγχάνοντας μέγιστη ανάκτηση καθαρών υλικών (υπάρχει τεράστια εμπειρία σε όλη την Ευρώπη). Συγχρόνως, όμως, θα πρέπει να δημιουργηθούν σε κάθε δήμο (ή και διαδημοτικά) κέντρα επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης υλικών όπου ο κάθε πολίτης θα μπορεί να μεταφέρει τα καθαρά, προδιαλεγμένα υλικά για επαναχρησιμοποίηση ή ανακύκλωση (χαρτί, γυαλί, πλαστικό, αλουμίνιο, λοιπές συσκευασίες, ηλεκτρικές συσκευές, κλαδέματα από κήπους ) αλλά και τα επικίνδυνα οικιακά προϊόντα (ληγμένα φάρμακα μπαταρίες, καθαριστικά σπιτιών).
Η χρέωση
3. Για να στηριχθεί και να χρηματοδοτηθεί αποτελεσματικά το παραπάνω μοντέλο διαχείρισης απορριμμάτων είναι απαραίτητες οι ριζικές αλλαγές σε πολιτικές χρέωσης για τα σκουπίδια και ένας πραγματικά δίκαιος επιμερισμός του κόστους διαχείρισης απορριμμάτων σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» Για τον παραπάνω λόγο οι δήμοι θα πρέπει να προχωρήσουν σε μια δίκαιη χρέωση των δημοτών, με την εισαγωγή συστημάτων «πληρώνω όσο πετάω». Δηλαδή οι δημότες θα πληρώνουν δημοτικά τέλη ανάλογα με τα υπολείμματα που διαθέτουν. (και πιθανό για την επεξεργασία των οργανικών αποβλήτων που οδηγείται για δημοτική κομποστοποίηση μέσω του κάδου για τα οργανικά). Αντίστοιχα οι βιομηχανίες που είναι υπεύθυνες για την χρήση συσκευασίας πρέπει να πληρώνουν το κόστος της εναλλακτικής διαχείρισης τους, δηλαδή το κόστος μεταφοράς και επεξεργασίας τους σε ΚΔΑΥ περίπου όπως γίνεται σήμερα με το σύστημα των μπλε κάδων. Όσες βιομηχανίες επιλέγουν την επαναχρησιμοποιούμενη συσκευασία θα πρέπει να επιβραβεύονται γι’ αυτό με αντίστοιχη μείωση του τέλους συσκευασίας.
4. Τίποτε από τα παραπάνω δε θα είναι αρκετό χωρίς τη συμμετοχή του πολίτη, τη διαρκή, και σε βάθος ενημέρωση του από το δήμο σε συνδυασμό με τη συνεχή αξιολόγηση των προγραμμάτων μείωσης αποβλήτων από τους δημότες. Τα προγράμματα ενημέρωσης πολιτών πρέπει να χρηματοδοτούνται κατά προτεραιότητα και να υποστηρίζονται από δίκτυα εθελοντών και την απαραίτητη συμμετοχή των κέντρων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και συνολικά της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Ακολουθώντας ένα τέτοιο μοντέλο οι δήμοι μπορούν μέσα σε μια δεκαετία να μειώσουν τα σκουπίδια τους κατά περίπου 90%, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στηρίζοντας την τοπική οικονομία και συνολικά ως κοινωνία να μειώσουμε δραματικά την εξάρτηση μας από ρυπογόνους χώρους τελικής διάθεσης, επιτυγχάνοντας το στόχο, δηλαδή τα μηδενικά απόβλητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου