Τις τελευταίες δεκαετίες, σύμφωνα με τους στόχους που έθεταν τα ευρωπαϊκά κράτη, εκπονήθηκαν πολλά, στρατηγικά κυρίως, «σχέδια» για την οδική ασφάλεια. Η εκπόνησή τους έγινε από εξαιρετικούς επιστήμονες του ΕΜΠ, οι οποίοι, παρακολουθώντας τις διεθνείς καλές πρακτικές και πολιτικές, και ενσωματώνοντας τις ιδιαιτερότητες της χώρας μας, προσπάθησαν να διαμορφώσουν τους βασικούς άξονες των πολιτικών και των μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος της οδικής ασφάλειας. Πρόσφατα, εκπονήθηκε και το 3ο Στρατηγικό Σχέδιο για την Οδική Ασφάλεια από ομάδα επιστημόνων, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Γ. Κανελλαΐδη του ΕΜΠ.
Ο καλοπροαίρετος πολίτης αναρωτιέται γιατί όλα αυτά τα σχέδια δεν απέδωσαν, το πρόβλημα της Οδικής Ασφάλειας παραμένει οξύ, και το πλήθος των θυμάτων από τα οδικά τροχαία δυστυχήματα είναι συγκρίσιμο με τα θύματα ενός διαρκούς ακήρυχτου πολέμου. Η απάντηση προκύπτει εύκολα, αν αναζητήσει κανείς τι ακολούθησε τα Στρατηγικά Σχέδια: δεν ακολούθησε τίποτα.
Οι προτάσεις του 1ου και 2ου Στρατηγικού Σχεδίου ελάχιστα λήφθηκαν υπόψη από τους αρμοδίους, μολονότι οι επιστήμονες που τις συνέταξαν προσπαθούσαν με επιμονή να γίνουν αποδεκτές. Αποτέλεσμα είναι η σημαντική παρέκκλιση της χώρας μας από τους ευρωπαϊκούς στόχους σχετικά με τη μείωση των Οδικών Τροχαίων Δυστυχημάτων κατά 50%, ενώ μόνο μελαγχολία προκαλεί, στα καθ’ ημάς, ο στόχος, που θέτουν πλέον κάποιες χώρες, για μηδενισμό τους την επόμενη δεκαετία … Δεν υπάρχουν έστω και αποχρώσες ελπιδοφόρες ενδείξεις ότι θα εφαρμοστούν οι αντίστοιχες προτάσεις του πρόσφατου 3ου Στρατηγικού Σχεδίου, μολονότι έχουν παρουσιαστεί, με μεγάλη αποδοχή, τόσο σε επιστημονικά ακροατήρια όσο και σε ακροατήρια όπου συμμετείχαν οι φορείς που ασκούν πολιτική.
Οι ανυποψίαστοι που διαβάζουν τα στοιχεία των οδικών τροχαίων δυστυχημάτων για τα δύο τελευταία χρόνια θεωρούν ότι η παρατηρούμενη μείωση είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής ορθών πολιτικών για την οδική ασφάλεια. Δυστυχώς και μερίδα των ΜΜΕ υιοθετεί τέτοιες εκτιμήσεις, αγνοώντας ότι αυτό οφείλεται κυρίως στη δραματική μείωση των κυκλοφορικών φόρτων (για οικονομικούς λόγους), αλλά και στην ύπαρξη νέων ή βελτιωμένων τμημάτων αυτοκινητοδρόμων.
Είναι προφανές ότι το πρόβλημα της οδικής ασφάλειας πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα το πλαίσιο που προτείνει το 3ο Στρατηγικό Σχέδιο, με την εξειδίκευση, μελέτη και υλοποίηση των στόχων που θέτει. Ενδεικτικά, κάποιες σημαντικές δράσεις:
Να υπάρχει ένας φορέας ο οποίος δεν θα συντονίζει απλώς τους δεκάδες φορείς οι οποίοι σχετίζονται με τη Οδική Ασφάλεια, αλλά:
α) Θα επεξεργάζεται επιμέρους πολιτικές, θα έχει την εξουσία να επιβάλλει και να παρακολουθεί την εφαρμογή τους σε όλα τα επίπεδα διοίκησης (κεντρική, περιφερειακή και τοπική) και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητά τους.
β) Θα αναθεωρεί αναποτελεσματικές πολιτικές, μετά από επιστημονική επεξεργασία και δημόσια διαβούλευση.
γ) Θα καθορίζει, έπειτα από διαβούλευση με την επιστημονική κοινότητα και τους κοινωνικούς φορείς, τους στρατηγικούς στόχους στους οποίους θα επικεντρώνεται η Εθνική Επικοινωνιακή Πολιτική για την οδική ασφάλεια. Οι στόχοι θα αφορούν τόσο τις διάφορες ηλικιακές ομάδες, τους ευάλωτους χρήστες όσο και θεματικές ενότητες: οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, κόπωση, απόσπαση προσοχής κ.ά. Πρέπει επιτέλους να σταματήσει ο καταιγισμός των πολιτών με εκστρατείες αμφίβολης επιστημονικής τεκμηρίωσης, ποιότητας και αποτελεσματικότητας από διάφορους φορείς (ΜΚΟ, ΜΜΕ κλπ.), γιατί συνήθως έχουν αποτέλεσμα τον εθισμό των πολιτών και την απαξίωση των μηνυμάτων που θέλουν να διαχύσουν στην κοινωνία.
Πρέπει να υπάρξει μάθημα «κυκλοφοριακής αγωγής», υποχρεωτικό τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με σαφές περιεχόμενο που θα καθοριστεί από συγκοινωνιολόγους, εκπαιδευτικούς και εφαρμοσμένους ψυχολόγους. Τα πάρκα κυκλοφοριακής αγωγής πρέπει να ξαναζωντανέψουν, αποτελώντας πολύτιμα εργαλεία για την εκπαίδευση των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να επιμορφώνονται από κατάλληλους επιστήμονες, τόσο αρχικά όσο και περιοδικά, να τους δίνεται κατάλληλο σύγχρονο και ελκυστικό εκπαιδευτικό υλικό ώστε να καταστούν οι σημαντικότεροι μοχλοί επίτευξης των στόχων. Οι Έλληνες εκπαιδευτικοί έχουν πολύ υψηλό μορφωτικό και συνειδησιακό επίπεδο και έχουν αποδείξει ότι ανταποκρίνονται με ζήλο στις προσκλήσεις που τους γίνονται να συμβάλουν σε πολύ σημαντικά θέματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Έπειτα από τόσα χρόνια, πρέπει πλέον να συγκεκριμενοποιηθούν ως στόχοι οι ανθρωπογενείς παράμετροι που συμβάλλουν στην οδική ανασφάλεια.
Του Νικόλαου Ηλιού, πολιτικού μηχανικού, καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, και συντονιστή Παρατηρητηρίου Οδικής Ασφάλειας του ΤΕΕ.
Αναδημοσίευση από εδώ.
Ο καλοπροαίρετος πολίτης αναρωτιέται γιατί όλα αυτά τα σχέδια δεν απέδωσαν, το πρόβλημα της Οδικής Ασφάλειας παραμένει οξύ, και το πλήθος των θυμάτων από τα οδικά τροχαία δυστυχήματα είναι συγκρίσιμο με τα θύματα ενός διαρκούς ακήρυχτου πολέμου. Η απάντηση προκύπτει εύκολα, αν αναζητήσει κανείς τι ακολούθησε τα Στρατηγικά Σχέδια: δεν ακολούθησε τίποτα.
Οι προτάσεις του 1ου και 2ου Στρατηγικού Σχεδίου ελάχιστα λήφθηκαν υπόψη από τους αρμοδίους, μολονότι οι επιστήμονες που τις συνέταξαν προσπαθούσαν με επιμονή να γίνουν αποδεκτές. Αποτέλεσμα είναι η σημαντική παρέκκλιση της χώρας μας από τους ευρωπαϊκούς στόχους σχετικά με τη μείωση των Οδικών Τροχαίων Δυστυχημάτων κατά 50%, ενώ μόνο μελαγχολία προκαλεί, στα καθ’ ημάς, ο στόχος, που θέτουν πλέον κάποιες χώρες, για μηδενισμό τους την επόμενη δεκαετία … Δεν υπάρχουν έστω και αποχρώσες ελπιδοφόρες ενδείξεις ότι θα εφαρμοστούν οι αντίστοιχες προτάσεις του πρόσφατου 3ου Στρατηγικού Σχεδίου, μολονότι έχουν παρουσιαστεί, με μεγάλη αποδοχή, τόσο σε επιστημονικά ακροατήρια όσο και σε ακροατήρια όπου συμμετείχαν οι φορείς που ασκούν πολιτική.
Οι ανυποψίαστοι που διαβάζουν τα στοιχεία των οδικών τροχαίων δυστυχημάτων για τα δύο τελευταία χρόνια θεωρούν ότι η παρατηρούμενη μείωση είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής ορθών πολιτικών για την οδική ασφάλεια. Δυστυχώς και μερίδα των ΜΜΕ υιοθετεί τέτοιες εκτιμήσεις, αγνοώντας ότι αυτό οφείλεται κυρίως στη δραματική μείωση των κυκλοφορικών φόρτων (για οικονομικούς λόγους), αλλά και στην ύπαρξη νέων ή βελτιωμένων τμημάτων αυτοκινητοδρόμων.
Είναι προφανές ότι το πρόβλημα της οδικής ασφάλειας πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα το πλαίσιο που προτείνει το 3ο Στρατηγικό Σχέδιο, με την εξειδίκευση, μελέτη και υλοποίηση των στόχων που θέτει. Ενδεικτικά, κάποιες σημαντικές δράσεις:
Να υπάρχει ένας φορέας ο οποίος δεν θα συντονίζει απλώς τους δεκάδες φορείς οι οποίοι σχετίζονται με τη Οδική Ασφάλεια, αλλά:
α) Θα επεξεργάζεται επιμέρους πολιτικές, θα έχει την εξουσία να επιβάλλει και να παρακολουθεί την εφαρμογή τους σε όλα τα επίπεδα διοίκησης (κεντρική, περιφερειακή και τοπική) και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητά τους.
β) Θα αναθεωρεί αναποτελεσματικές πολιτικές, μετά από επιστημονική επεξεργασία και δημόσια διαβούλευση.
γ) Θα καθορίζει, έπειτα από διαβούλευση με την επιστημονική κοινότητα και τους κοινωνικούς φορείς, τους στρατηγικούς στόχους στους οποίους θα επικεντρώνεται η Εθνική Επικοινωνιακή Πολιτική για την οδική ασφάλεια. Οι στόχοι θα αφορούν τόσο τις διάφορες ηλικιακές ομάδες, τους ευάλωτους χρήστες όσο και θεματικές ενότητες: οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, κόπωση, απόσπαση προσοχής κ.ά. Πρέπει επιτέλους να σταματήσει ο καταιγισμός των πολιτών με εκστρατείες αμφίβολης επιστημονικής τεκμηρίωσης, ποιότητας και αποτελεσματικότητας από διάφορους φορείς (ΜΚΟ, ΜΜΕ κλπ.), γιατί συνήθως έχουν αποτέλεσμα τον εθισμό των πολιτών και την απαξίωση των μηνυμάτων που θέλουν να διαχύσουν στην κοινωνία.
Πρέπει να υπάρξει μάθημα «κυκλοφοριακής αγωγής», υποχρεωτικό τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με σαφές περιεχόμενο που θα καθοριστεί από συγκοινωνιολόγους, εκπαιδευτικούς και εφαρμοσμένους ψυχολόγους. Τα πάρκα κυκλοφοριακής αγωγής πρέπει να ξαναζωντανέψουν, αποτελώντας πολύτιμα εργαλεία για την εκπαίδευση των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να επιμορφώνονται από κατάλληλους επιστήμονες, τόσο αρχικά όσο και περιοδικά, να τους δίνεται κατάλληλο σύγχρονο και ελκυστικό εκπαιδευτικό υλικό ώστε να καταστούν οι σημαντικότεροι μοχλοί επίτευξης των στόχων. Οι Έλληνες εκπαιδευτικοί έχουν πολύ υψηλό μορφωτικό και συνειδησιακό επίπεδο και έχουν αποδείξει ότι ανταποκρίνονται με ζήλο στις προσκλήσεις που τους γίνονται να συμβάλουν σε πολύ σημαντικά θέματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Έπειτα από τόσα χρόνια, πρέπει πλέον να συγκεκριμενοποιηθούν ως στόχοι οι ανθρωπογενείς παράμετροι που συμβάλλουν στην οδική ανασφάλεια.
Του Νικόλαου Ηλιού, πολιτικού μηχανικού, καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, και συντονιστή Παρατηρητηρίου Οδικής Ασφάλειας του ΤΕΕ.
Αναδημοσίευση από εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου